Σάββατο 2 Απριλίου 2022

Λοιπόν και τώρα τι να κάνω…

(Λος Άντζελες, 1987, Ντόρα)

Φταίω εγώ που τη στιγμή την πρώτη που την είδα
Στη στάχτη μέσα τη ζεστή ελαμψε μία σπίθα
Και φταίω εγώ αν πυρκαγιά μεγάλη έχει γίνει
 Η σπίθα εκείνη κι η καυτή η πύρα της με πνίγει;

Και ποιος είναι υπεύθυνος αλήθειά για ό, τι κάνει
Όταν τις πράξεις του οδηγεί η τρομερή αγάπη
Που λογική και σκέψη ορθή και νου παραμερίζει
Κι αυτή κυρίαρχα οδηγεί κι αυτή αποφασίζει;

Και ποιός σκοπός, ποιά λογική, μπορεί να με αποτρέψει
Ναχω στο νου τη Ντόρα μου παντοτινή μου σκέψη;
Κανείς. Δεν τόχω ξαναπει, αλλά το λέω τώρα.
Δεν κρύβομαι. Δεν ντρέπομαι. Ναι. Αγαπώ τη Ντόρα.

Γιά μένα ειν’ η Ντόρα μου Θεός και τη λατρεύω.
Σ’ άλλον Θεό δεν πίστεψα ποτέ κι ούτε πιστεύω.
Για Κείνην κάθε ύμνος μου, θυσία ή προσευχή μου
Και γιά λιβάνι κι άρωμα της καίω την ψυχή μου.

Κι αν ως οι Θεοί το συνηθούν σκληρά με βασανίζει
Κάθε βασανιστήριο γιά τέτοιο θεό αξίζει.
Γιατί απ’ όλους τους Θεούς αυτού εδώ του κόσμου
Διαθέτει ένα τέλειο κορμί μον’ ο δικός μου.

Γι αυτό, καθώς πια μόνος μου στον κόσμο θα ρημάζω
Αντί "Θεέ μου", "Ντόρα μου" θ’ ακούτε να φωνάζω
και μιά εικόνα με γυμνά τα Θεϊκά της κάλλη
 Για ιερό μου φυλαχτό θάχω στο προσκεφάλι.

Κι ας καίγομαι-κι ας πνίγομαι-κι ας λιώνω απ’ τον πόνο
(Ποιος είναι κείνος ο Θεός χαρά που δίνει μόνο;)
Θεέ μου, εγώ, ένας πιστός που όμοιο δεν έχεις άλλο
Ένα θερμό "ευχαριστώ" Σού Λέω και μεγάλο:

Σ’ ευχαριστώ που μούδειξες Ντόρα το πρόσωπό Σου.
Σ’ ευχαριστώ που με βοηθάς ν’ αντέχω τον καημό Σου.
Μα πιό πολύ Σ’ ευχαριστώ απ’ τής καρδιάς τα βάθη
που επιτέλους, αν κι αργά, επίστεψα σε κάτι.