Δευτέρα 12 Δεκεμβρίου 2022

ΠΟΛΕΜΟ!
(Να βρίσκεται για όταν έρθει η ώρα…)

Της ζητιανιάς εζώστηκες έλληνα το
δισάκκι
κι άρχισες πάλι τες κλειστές να κουρταλείς
τες θύρες,
Που 'σαι να γίνεις, Σολωμέ, το άσφαλτό μας
δοιάκι!
Κάλβε, να μας φλογίσουνε της αρετής σου
οι λύρες!

Μα κι αν ο ξένος χλευασμό για δόσιμο
κρατάει
κι αν μπρος του υποταχτικά σκύβεις κορμί
και βλέμμα,
ούτε κι αυτός στο ζήτουλο το χέρι σου
χωράει-
τ' ανοίγεις κι ολοπλήμμυρο ειν' από δόξα
κι αίμα.

Να σε φυλάξουν από μιας τέτοιας ντροπής
θωπεία
φρόντισαν οι γενναίοι σου και πέρφανοι
προγόνοι:
ντροπή θα λόγιαζαν αυτοί την όποιαν
επαιτεία
για χώμα που όπου το χτυπάς ελληνισμό
ματώνει.

Έλληνα ζώσου τ' άρματα! Σε λοιδωρούν-
δεν είδες;
Οι που μπορούν δε θέλουνε κι οι θέλουν
δεν μπορούνε...
Με παρακάλια και μ' ευχές δεν χτίζονται
Πατρίδες
κι οι άλυσες δε λιώνουνε-ή πνίγουνε ή
σπούνε.

Μη δικιοσύνη καρτεράς από την πόρνη
Ευρώπη.
Η βρωμερή, μονάχο της έχει θεό το χρήμα.
Αρπάζουν μόνο έλληνα-δε δίνουν οι
ανθρώποι
κι άτολμα όποιος περπατεί θάνατος κάθε
βήμα.

Ελληνα στ' άρματα! Ο φριχτός ο πόλεμος
ζυγώνει'
φέρτον εσύ. Μην άπραγος στέκεσαι
καρτερώντας-
κόκκινο ο γύφτος το στραβό το σίδερο
ισώνει
κι ο σκύμνος θέλει δάμασμα προτού
μεστώσει λιόντας.

Νερό τρέχει στις φλέβες σου ή αίμα;
Συλλογίσου:
σε κλεβουνε, σε αδικούν' τι άλλο
περιμένεις;
Πού 'ναι η αντροσύνη σου; Πού πήγε η
ορμή σου;
Τη σκια δε νιώθεις τη βαριά της παρουσίας
της ξένης;

Παλαιϊκοί μη τάχα αυτοί σου μοιάζουνε οι
στίχοι;
Μήπως αυτές ot προτροπές σου φέρνουνε
το γέλιο;
Του Χαλασμού όταν θα βροντάν στ' αυτιά
σου μέσα οι ήχοι
τότε το ποίημα μόνο αυτό θα στέκει ακόμα
στέριο.


Στη φλούδα είναι οι έλληνες πάνω στη γη
μονάχοι.
Μόνη φυλή, μόνη λαλιά, μόνη γραφή και
Λόγος.
Όπου σταθούνε βρίσκουνε μπροστά τους
την αμάχη
και ό,τι πούνε ή κάνουνε τους τ’ ανταμείβει
ο ψόγος,

Ό,τι καλό είναι να 'ρθεί μον' απ' αυτούς θα
να 'ρθεί.
Δε στέκει όντα λογικά να τρέφουν
αυταπάτες.
Γιατί αυτοί 'ναι οι έλληνες κι όχι αστείοι
πάρθοι-
το χώμα μόνο, και νεκρούς, θα τους ιδεί τις
πλάτες.

Ή μη το χρήμα της ΕΌΚ χάνοντας το
περίσσιο
νομίζεις πως θα ζήμιωνες; Κουτός δεν
είσαι-όχι-
όσα για ό,τι σου 'δωκε θα σου ζητήσει πίσω
θα μοιάζουνε κατακλυσμός μπροστά σε
πρωτοβρόχι.


Άνοιξε πόλεμο λοιπόν. Δείξε τη μάνητά
σου!
Για να σωθεί ο τόπος σου η ώρα είναι το
τώρα.
Αλλιώς ντροπή στις πριv γενιές θα έφερνε
η γενιά σου.
To βήμα το σημειωτόν άφησ’ το πια.
Προχώρα!