Ψυχρά ο καιρός με αγγίζει
Ψυχρά ο καιρός με αγγίζει
και δύσκολα οι νύχτες κυλούν
ο πόνος φριχτά ταλανίζει
κλαμένα τα μάτια σφαλούν.
Θολή παραζάλη τριγύρω
στη μέση εγώ μοναχός
φαντάσματα βάζουν στον κλήρο
των δύο ματιών μου το φως.
Μια σκέψη με σώζει μονάχα
κι αυτή με κρατεί ζωντανόν
απόψε να ’ρχόσουνα τάχα...
μα όνειρο αυτό μακρινό.
Γι αυτό και απόψε το τέλος
θαρθεί δίχως άλλο-θαρθεί.
Και συ θα ’χεις ρίξει το βέλος
και θα ’χει η ελπίδα χαθεί.