Δευτέρα 19 Φεβρουαρίου 2024

 ΦΑΝΤΑΣΟΥ ΤΑ

Έλα ζωγράφε και ζωγράφισε
τα χείλη της τα ωχρά
σαν φύλλα πεταμένα στο ποτάμι καλοκαιρινά,
και τα μικρά της χέρια
που αφημένα στο λευκό σεντόνι πάνω
μοιάζουν κουπιά μικρής χρυσής βαρκούλας κουρασμένα.

Όμως ζωγράφε μη ζωγραφίσεις
αντίς για χείλια τους τρελούς σωρούς
των μύριων μου φιλιών που τα σκεπάζουν,
κι αντίς για το δικό της δέρμα
την αύρα του δικού μου του κορμιού
που τηνε ντύνει.

Και μέριασε για λίγο
τη λάβα της λατρείας μου
τα μάτια της για να 'βρεις.

Τα στήθη της ζωγράφε
φαντάσου τα μονάχα
και ζωγράφιστα σαν ρόδα.
Σαν ρόδα μυρωμένα.
Σαν ρόδα του πρωιού ατίθασα.
Σαν ρόδα του πρωιού μισανοιχτά.