ΧΑΜΕΝΗ
Γελώ με τις γυναίκες που αποστρέφουν
το πρόσωπο από μένα σα με δουν
καθώς απ' τη δουλειά τους επιστρέφουν
ή σαν καθώς πηγαίνουν να εργαστούν.
Σε κάποιο απροσδόκητο φανάρι
καθώς πατούν του φρένου το πεντάλ
γυρίζουν προς το μέρος μου με χάρη
το πρόσωπο το round ή το oval.
Και να 'μαι τυχερος πολύ θα πρέπει
αν τύχει να προλάβω και να δω
τ' ωραίο προσωπάκι που με βλέπει-
που στρέφει έστω για λίγο προς τα δω.
Και πια πικρά γελώ-τι άλλο μένει
για καποιονε που πια δεν καρτερά-
για κάποιονε που ξέρει πως χαμένη
γι αυτόν είναι του έρωτα η χαρά.