ΚΑΠΟΙΑ
Κάποια τραγουδάει το τραγούδι μου.
Κάποια
με τα δικά μου χέρια χαϊδεύει τα τριαντάφυλλα.
Κάποια
μόνη στο πλήθος μέσα με γυρεύει.
Κάποια αποπέμπει τις ελπίδες
και μες σ' ακίνητα νερά σιωπηλή λάμνει.
Κάποια ορθή κι αμέτοχη στέκει
προσμένοντάς με για να τηνε ζήσω.
Κάποια
το βράδυ κάθεται στο τζάκι της μπροστά
και με τα χέρια της στις φλόγες γυρισμένα
βλέπει εντός τους τη μορφή μου
ακλόνητη κι ασίγαστη κι αδημονούσα.
Κάποια
με τις αρπάγες της υπομονής
ξεσχίζει κάθε μέρα την καρδιά της
μην ξεχαστεί και δεν πονεί-
μη και χαρεί μια μέρα.
Κάποια τις κρήνες αγνοεί και αξεδίψαστη
την ίδια την πηγή γυρεύει.
Κάποια μιλεί στους γύρω με το στόμα
φυλάγοντας τις άλλες της φωνές.
Κάποια
όταν πληγώνομαι πονεί.
Κάποια απροσπέλαστη στέκει κι αγνή
προσμένοντάς με για να τηνε ζήσω.
Κάποια τραγουδάει το τραγούδι μου.
Κάποια
με τα δικά μου χέρια χαϊδεύει τα τριαντάφυλλα.
Κάποια
μόνη στο πλήθος μέσα με γυρεύει.
Κάποια αποπέμπει τις ελπίδες
και μες σ' ακίνητα νερά σιωπηλή λάμνει.
Κάποια ορθή κι αμέτοχη στέκει
προσμένοντάς με για να τηνε ζήσω.
Κάποια
το βράδυ κάθεται στο τζάκι της μπροστά
και με τα χέρια της στις φλόγες γυρισμένα
βλέπει εντός τους τη μορφή μου
ακλόνητη κι ασίγαστη κι αδημονούσα.
Κάποια
με τις αρπάγες της υπομονής
ξεσχίζει κάθε μέρα την καρδιά της
μην ξεχαστεί και δεν πονεί-
μη και χαρεί μια μέρα.
Κάποια τις κρήνες αγνοεί και αξεδίψαστη
την ίδια την πηγή γυρεύει.
Κάποια μιλεί στους γύρω με το στόμα
φυλάγοντας τις άλλες της φωνές.
Κάποια
όταν πληγώνομαι πονεί.
Κάποια απροσπέλαστη στέκει κι αγνή
προσμένοντάς με για να τηνε ζήσω.