Πέμπτη 7 Μαρτίου 2024

 Μερικά ποιήματα δεν τελειώνουν ποτέ. Γιατί το λέω: Έχω γράψει ένα εδώ και πάνω από σαράντα χρόνια, το παρακάτω.
                                   ΣΤΟ ΧΩΜΑ

Ωρθώθη ο γίγαντας στα δυο τα πόδια τ’ ατσαλένια
και με το χέρι εχάιδεψε τ’ ατσάλινά του γένια.
Τ’ όπλο του το γιγάντινο στα χέρια του αρπάζει
κι ενός νιοπέταχτου πουλιού τα δυο φτεράκια σπάζει.

Κι ως το ’δε ο γίγας τ’ ατσαλιού να σπαρταράει μπροστά του
επόνεσε η ατσάλινη κι απόνετη καρδιά του
κι έκλαιγε πάνω απ’ του πουλιού το πληγωμένο σώμα
με δάκρυα από σίδερο που βρόνταγαν στο χώμα.

Ωραίο; Για μένα είναι πολύ καλό. Γιατί δίνει εκείνο που θέλω: πως όχι τα μικρά παιδάκια μόνο τέρπονται στη θέα ενός μικρού πουλιού, όχι οι μεγάλοι μόνον θλίβονται όταν αυτό κάτι παθαίνει, αλλά ακόμα και ένας ατσάλινος-δηλαδή άκαρδος γίγαντας, κλαίει  όταν κακοπάθει ένα πουλάκι-πόσο μάλλον όταν αυτός έχει προκαλέσει αυτό του το πάθος.  
Και όμως, χρόνια έκανα να το βγάλω έξω από τα «συρτάρια» μου.
Και τώρα που το κάνω, από τη μια χαίρομαι που το παρουσιάζω, από την άλλη νιώθω σαν πατέρας που αναγκάζεται να βγάζει σε κοινή θέα ένα παιδί του, που όμως ενώ όλα του είναι όμορφα, το ένα αυτί του είναι πιο μεγάλο από το άλλο, ή ας πούμε το ένα του χέρι έχει τέσσερα δάχτυλα αντί για πέντε.
Το ανώμαλο αυτί ή το λειψό δάχτυλο του ποιήματός μου αυτού είναι το «σπάζει» του τέταρτου στίχου. Όταν δηλαδή ένας γίγαντας με ένα γιγάντινο όπλο χτυπάει ένα πουλί, θα το διαλύσει-δεν θα του σπάσει μόνον ένα φτεράκι…
Από καιρού σε καιρό ξαναπροσπαθώ να βρω ποια λέξη θα μπορούσε να αντικαταστήσει ευπρόσωπα το «σπάζει»..  
Εκείνο που είχα βρει πιο ταιριαστό νοηματικά είναι το «πληγώνει»-ναι, ένα πουλάκι μπορεί να πληγωθεί οπουδήποτε, όπως μπορεί να πληγωθεί και μια «καρδιά», μια ψυχή, ένας εγωισμός, κάτι το αιθέριο και το άυλο..
 Όμως και πάλι! Ο γίγαντας δεν πληγώνει. Αφανίζει!.
Ένα από τα μεγαλύτερα βάσανα ενός ποιητή.
Τελικά αποφάσισα να το βγάλω στο φως, γιατί αυτό που λέει, ελπίζω να του συγχωρεί το πώς το λέει…