(απόσπασμα από «το τραγούδι της Βροχής»)
«-Βροχή γιατί εστάθεις στο σπίτι της μπροστά
Κι από βουνά εχάθεις και πέλαγα ανοιχτά;»
«-Χαρές μυριάδες έχω μυριάδες και σκορπώ
Ποτίζω καταβρέχω φυτρώνω τον καρπό.
Και είτε σαν βροχούλα ή μπόρα με βροντή
Και είτε σαν δροσούλα η σαν νεροποντή
Μυριάδες τα καλά μου. Σ’ όλους αγαπητή.
Ζωφόρα τα νερά μου. Απ’ όλους ποθητή.
Μα όλο μου το πλούτος καθόλου δε μετρά
Μπρός στην κοπέλα τούτην σε τούτη την κυρά.
Γυναίκα εγώ, και θέλω, γυναίκα, και ποθώ,
Κοντά της να κονεύω κοντά της να σταθώ.
Και δεν τηνε ζηλεύω και δεν τηνε μισώ
Μ αυτήνε δεν παλεύω για κότινο χρυσό.
Γι αυτήν εδώ και μένω γι αυτήν και ήρθα εδώ
Να τήνε βλέπω θέλω γι αυτό δε ξεκινώ.»
Η οικουμένη άκουσε τα φοβερά τα λόγια
Και χλώμιασε και παγωσε κι ενιωσε μελαχόλια.
Οι σπόροι δάκρυ έσταξαν τα δέντρα εφαρμακώσαν
Και τα ποτάμια στέναξαν, φίδια άλλα τα εζώσαν
Κι είπε το χώμα στη βροχή:
«Λυπήσου ότι αγαπούσες
σαν ξέγνοιαστη εγυρνούσες
Στην όμορφη εξοχή.
Αν λείψεις θα ’μαι πια ξερό
Κι ότι εντός μου υπάρχει
αξία καμιά δεν θα χει.
Με δίχως το νερό-
Χωρίς τον γάμο εμάς των δυο-
Τίποτα δε θα ανθίσει
τίποτα δε θα ζήσει
Στη γη αυτήν εδώ.
Το σπέρμα σου αν θα στερηθεί
Η μήτρα η καρπερή μου
η νέκρα της ερήμου
Πάνω μου θα απλωθεί.
Εκει μη στέκεις άλλο πια
για δυο μαύρα μάτια.
Πάρε τα μονοπάτια
πάλι τα προτινά.»
Λυπάται η δύστυχη βροχή
χώμα ξερό να αφήσει
Αλλά και να χωρίσει
απ τ’ όμορφο η φτωχή.
Και τρόπο ψάχνει να σωθεί
απ την κακή της μοίρα.
Με τη γλυκιά σου λύρα
Ψάλε την ποιητή!
Με τέχνη, πάθος κι ομορφιά
σμίλεψε τη θωριά της
Να μη με καίει μακριά της
του χωρισμού η φωτιά.
Στη μοναξιά μου τη θλιβή
καθώς μακριά θα τρέχω
Μαζί μου να την εχω
χαρά μου ακριβή.
Εμπρός λοιπόν εγώ κι εσύ
ας ζήσουμε το χώμα
Τα μάτια της-το στόμα
τραγούδα ποιητή.»
……………………