Πάω προς Αίγιο.
Δεξά μου
μες σε βράχια κι αγριόχορτα
άσπρα πρόβατα
κι ανάμεσά τους
η ζακέτα.
Κόκκινη.
Κομψή.
Σταματάω τ' όχημα μπροστά της:
"...λίγο γάλα..."
"Όποτε θέλετε!"
"Τώρα!"
Χαμόγελο-
"Τώρα δε γίνεται'
ή πρωί ή βράδυ.
Ελάτε αύριο πρωί.
Το πρώτο σπίτι στο χωριό..."
Γιατί, Θεέ, να μου χαμογελάσει;
Έτσι άρχισε το τέλος μου.
Δεξά μου
μες σε βράχια κι αγριόχορτα
άσπρα πρόβατα
κι ανάμεσά τους
η ζακέτα.
Κόκκινη.
Κομψή.
Σταματάω τ' όχημα μπροστά της:
"...λίγο γάλα..."
"Όποτε θέλετε!"
"Τώρα!"
Χαμόγελο-
"Τώρα δε γίνεται'
ή πρωί ή βράδυ.
Ελάτε αύριο πρωί.
Το πρώτο σπίτι στο χωριό..."
Γιατί, Θεέ, να μου χαμογελάσει;
Έτσι άρχισε το τέλος μου.