Κυριακή 1 Οκτωβρίου 2023

ΜΑΡΊΑ...

Μαρία
πώς μπόρεσες να χωρέσεις τη ζωή μου όλη,
μέσα στο φλιτζάνι του καφέ
που έπινες κάθε πρωί πριν πας στη δουλειά;

Πώς έκλεισες μέσα στο "ναι" και στο "ορίστε"
τις διαθέσεις του κάθε πρωινού μου
και πού τις έβαλες φεύγοντας και δεν τις βρίσκω,
και μένω τώρα άοπλος μπροστά στον ήλιο
που απειλητικά κάθε πρωί ανατέλλει;

Με τυφλά χέρια ψαχουλεύω τις ώρες μου,
ίχνη χαράς αποζητώντας.
Μάταια.
Με σένα μακριά
 όλα ανέβρετα.

Πρέπει να 'σαι και συ εδώ.

Πρέπει να με κοιτάς στα μάτια, όχι για άλλο τίποτα-
να δεις ας πούμε κάτι κρυφό εκεί μέσα,
να εξορύξεις συναισθήματα,
να αναλύσεις χρώματα ή άλλα τέτοια-
μα από αγάπη.
Πρέπει ν' ακούω απ' την κουζίνα
την αναπόδραστη απόκρισή σου: "Ναι Γιώργο!"
στο κάλεσμά μου
και πρέπει να γελάς κελαρυστά με όλο αγάπης κατανόηση,
όταν σου αποκρίνομαι: "Τίποτα,
ήθελα ν' ακούσω μόνο τη φωνή σου ".

Πρέπει να σηκώνεσαι πρωί, ακοίμιστη όλη νύχτα,
γιατί αγρυπνούσες μην ξεσκεπαστώ και κρυώσω.
Πρέπει σα δεις μια τρίχα γυναικεία στο σακάκι μου
να κοκκινίζουνε τα μάτια σου απ' το κλάμα,
και να προσπαθείς να μου κρυφτείς
με κείνη την πανάρχαια δικαιολογία
ότι στο μάτι σου ένα σκουπιδάκι μπήκε.

Πρέπει να βλέπω στον καθρέφτη
το ληστρικό το βλέμμα που μού ρίχνεις
όταν τα ρούχα μου φορώ μετά το μπάνιο.

Πρέπει να μη μιλάς παρά για πράγματα άλλα
κι όχι για ό,τι σε δονεί  
για να μη με θλίβεις.
Πρέπει να στέκεις όρθια δίπλα στην καρέκλα μου
για να βρίσκεσαι κοντά μου,
γιατί η άλλη καρέκλα είναι λίγο μακριά μες στο δωμάτιο.
Πρέπει όλα σου να σκούζουν "σ' αγαπώ"
εκτός απ' τη φωνή σου να το λέει
για να μη μου δημιουργήσεις υποχρεώσεις ανταπόδοσης.
Πρέπει το βλέμμα σου να πέφτει πάνω μου
έχοντας εξαντλήσει τα περιθώρια της λατρείας,
έτσι που ν' αμφιβάλω-αν είναι δυνατόν!-για την αλήθεια του.

Και πρέπει όλα αυτά να ξαναγίνουνε.
σαν μάγια,
που χωρίς τους η αξία της ζωής
στο μηδέν της κουλουριάζεται.
Πρέπει να γίνουν όλ' αυτά για να μπορέσει πάλι
ο κύκνος να 'βρει τα φτερά του,
οι μέρες τον χρόνο τους,
το παράθυρο το άνοιγμά του.
Πρέπει να γίνουν όλα αυτά, γιατί αλλιώς,
Μαρία,
Βυθίζομαι αύτανδρος.
Γιατί αλλιώς, Μαρία, η άνοιξη χειμώνα ρούχα θα φορέσει.
Γιατί αλλιώς, Μαρία, το μέγα στόμα με καταπίνει.
Πού είσαι;