Η ΧΤΕΣΙΝΗ ΜΟΥ ΜΕΡΑ
(23-3-23)
Βγήκα κατά τις έντεκα. Ωραία μέρα, ωραίος ήλιος. Ωραίος συνδυασμός για μια βόλτα στην αγορά.
Κι εκεί λίγο πριν την Εθνική Τράπεζα να και βλέπω να περπατάει μπροστά μου ο φίλος μου ο Κώστας.
«Κώστα!», του φωνάζω.
Δεν γυρίζει.
«Κώστα!» ξαναφωνάζω δυνατότερα.
Τίποτα.
Τον φτάνω γρήγορα γρήγορα και τον σκουντώ. Γυρίζει. «Βρε! Γεια σου Γιώργη!» μου λέει.
«Γεια σου και σένα. Δεν μ’ ακούς;»
«Τι ν’ ακούσω;», μου κάνει.
« Σου φώναξα δυο φορές.»
«Άκουσα κάποιον που φώναζε Κώστα Κώστα… εσύ ήσουν; Εσύ φώναζες;»
«Ναι. Γιατί δεν γύρισες;»
«Γιατί φώναζες «Κώστα». Εγώ δεν λέγομαι Κώστας. Από χτες λέγομαι Αντώνης.»
«…Τι;…»
«Λέω, από χτες είμαι ο Αντώνης.»
«Καλά, Κώστας δεν είναι το όνομά σου; Κώστα δεν σε είπε ο νονός σου;»
«Ποιος λογαριάζει τους νονούς στην εποχή μας; Εγώ το άλλαξα το όνομά μου.»
Είπα μέσα μου ίσως και να έχει δίκιο, δικό του είναι το όνομα, όποτε θέλει το αλλάζει.
Αφού είπαμε δυο κουβέντες τον άφησα γιατί αυτός πήγαινε στο Ταχυδρομείο ενώ εγώ απλά βόλταρα.
Μπήκα στο καφενείο. Βρήκα τον Θοδώση. Έκατσα στο τραπεζάκι του και πιάσαμε κουβεντούλα.
«Τι κάνει η γυναίκα σου; Τον ρωτάω.
«Ποια γυναίκα μου;»
«Η Ντόρα. Η γυναίκα σου. Έχεις κι άλλη;»
«Δεν έχω καθόλου γυναίκα», μου λέει.
Μένω έκπληκτος.
Προσπαθώντας να καταλάβω τι γίνεται, φτάσαμε στους γάμους του στους οποίους ήμουν κι εγώ παρών προκειμένου να τον πείσω ότι τον ήξερα παντρεμένο.
Και αυτός τέλος να τι μου είπε:
«Τι γάμους και παπάδες και ληξιαρχεία μου τσαμπουνάς; Δικός μου ήταν και ο γάμος και η γυναίκα και όλα τα σχετικά. Μα από χτες γυναίκα δεν έχω. Είμαι ελεύθερος πια Γιώργη μου…»
Στη συνέχεια, όταν πήγα στον για χρόνια γιατρό μου του κύριο Βεληγιώργο να μου γράψει τα φάρμακα του μηνός, είδα στην πόρτα του απέξω μια ολοκαίνουργια ταμπέλα: « ΣΤΡΑΤΗΣ ΒΕΛΗΓΙΩΡΓΟΣ-ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ»
Για να μη λέω πολλά, η κυρα-Τασία στο περίπτερο ενώ ζήτησα εφημερίδα μου έδωσε μια σοκολάτα, και στον μπακάλη πήρα μια ρέγκα ενώ ζήτησα λίγη φέτα.
Πια ήμουν σίγουρος ή ότι ή κάτι έπαθαν όλοι ή ότι κάτι έπαθα εγώ.
Γιατί όμως να μην εξακριβώσω ποιος αλήθεια είναι σωστός και ποιος λάθος; Ας πάω στο Δημαρχείο. Ο Δήμαρχος που ξέρει τα πάντα για την πόλη, θα με διαφωτίσει σχετικά.
Όταν ήρθε η σειρά μου και μπήκα στην αίθουσα του Δημάρχου, είδα να κάθεται στην καρέκλα του Δημάρχου ο πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου της πόλης μας, και ο κύριος Δήμαρχος να του παρουσιάζει τους κάθε φορά εισερχόμενους.
Αφού του είπε ποιος είμαι, ο κύριος Δήμαρχος με σύστησε στον πρόεδρο του Δικηγορικού Συλλόγου της πόλης μας, ο οποίος με ρώτησε την αιτία της επισκέψεώς μου.
Όταν του είπα τι με ενδιέφερε να μάθω, ο νέος κύριος Δήμαρχος μου εξήγησε:
«Αγαπητέ μου ψηφοφόρε, κύριε Χολιαστέ, την κατάσταση την βλέπετε και μόνος σας και μάλιστα στο ανώτερο δυνατό επίπεδο ως προς την πόλη μας. Ακολουθώντας τα κελεύσματα των ιθυνόντων πολιτικών μας, αποφασίσαμε ο κύριος Δήμαρχος να πάψει να είναι Δήμαρχος, και στη θέση του να βάλει εμένα. Όλα αλλάζουν από σήμερα. Μπορεί να συναντήσετε κάποιον στον δρόμο που να λεγόταν Γιάννης και να λέγεται από σήμερα Φίλιππος. Ή μια συνοικία να που την ξέρατε σαν Κίτρινες Πέτρες ως τα σήμερα, να λέγεται τώρα ας πούμε Πέραμα. Πρέπει να το συνηθίσουμε όλοι μας.»
Του είπα ότι η απορία μου δεν λύθηκε από την απάντησή του, γιατί εγώ πήγα εκεί για να μάθω την αιτία του πράγματος και όχι για να δω απλώς το ίδιο ανεξήγητα πράγματα να συμβαίνουν και στο Δημαρχείο.
Και μου είπε:
«Αγαπητέ μου δεν ακούσατε τι είπε ο κύριος Ανδρουλάκης; Ότι θα ψηφίζουμε άλλον για πρωθυπουργό, αλλά θα έχουμε άλλον; Ε! Και σεις ψηφίσατε τον κύριο Δήμαρχο από δω, αλλά σας προέκυψα εγώ. Παύουν να ισχύουν τα ως τώρα γνωστά κύριε Χολιαστέ. Δεν αναγνωρίζεται πια η θέληση του εκλογικού σώματος και αυτό παρασύρει και όλα τα άλλα σχετικά, όπως τα των επαγγελματικών ή των θρησκευτικών αρχών, τα αποτελέσματα των φοιτητικών εκλογών, τα αποτελέσματα των δεκαπενταμελών στα λύκεια και στα γυμνάσια κλπ. Αντ’ αυτών ισχύει από δω και ύστερα, γενικευόμενος, ο κανών της αλλαγής, όπως διαμορφώνεται από, αλλά και διαμορφώνει, τα πολιτικά μας πράγματα. Ο,τι θέλει καθένας κάνει από δω και ύστερα κύριε Χολιαστέ-ή μήπως αλλάξατε και σεις το όνομά σας από σήμερα; Αν όχι, σας προτρέπω να το κάνετε ώστε να αλλάξουν κάποτε όλα σ’ αυτό τον έρημο τόπο. Και δεν είναι πιο σταθερή μια αλλαγή όταν προέρχεται από τη βάση-από τους απλούς πολίτες;»
«¨Όχι δεν το έχω αλλάξει…, δεν πρόλαβα… δεν ήξερα…», ψέλλισα, «Θα το σκεφτώ όμως βγαίνοντας…»
Αλλά εδώ τελειώνω τα της χτεσινής μου μέρας και δεν μένει παρά να υπογράψω χαιρετώντας σας για σήμερα:
Είλως Ανδραποδίδης