Δευτέρα 15 Οκτωβρίου 2018

ΤΗ ΓΑΤΑ

Χάιδευες με το πόδι σου τη γάτα.
Το πόδι σου γυμνό. Η γάτα ύπτια.
Τα δάχτυλά σου ανάβαν τα κροκάτα
στου ζώου τα γοργά τα καρδιοχτύπια.

Με τ' όλασπρο, αβρό, γυμνό σου πόδι
εχάιδευες το τρίχωμα της γάτας
Το γόνυ σου λαμπύριζε σαν ρόδι
κι έτρεμε το κορμί της χρυσομάτας.

Μ' αθώες, τάχα αδιάφορες κινήσεις
εχάιδευες τη γάτα σου τη μαύρη.
Απόψε κι αν ανάπαψη ζητήσεις
ούτε κι εσύ ούτε και κείνη θα 'βρει.

Βελούδι σε φιλί με το βελούδι
και πες ποιο εφιλιόνταν-ποιο εφίλα;
Το χνούδι αγκαλιασμένο με το χνούδι-
ποιανού η πιο μεγάλη ανατριχίλα;

Εχάιδευες τη γάτα. Η ματιά σου
θολή από τη θύελλα που νιώθεις.
Και τρέμουνε τα χείλη τ' ανοιχτά σου.
Ματαία η προσοχή σου: επροδόθης.