ΠΕΘΑΙΝΩ
Το ρόδο που εκράταγες στα χέρια σου είχε λάμψη
και ομορφιά πρωτόφαντη. Τα κόκκινά του φύλλα
μοιάζαν σαν αίμα ζωντανό βαθιά να τα 'χει βάψει
που ακόμα μες στις φλέβες τους χαρούμενο εκύλα.
Όταν για λίγο τ' άφησες το χρώμα του έχει σβήσει
η ευωδιά του εχάθηκε και στέκει μαραμένο.
Μες στο χεράκι σου τ' αβρό κλείστο να ξαναζήσει:
ένα φιλί σου δώσε μου-μαραίνομαι… πεθαίνω…
Το ρόδο που εκράταγες στα χέρια σου είχε λάμψη
και ομορφιά πρωτόφαντη. Τα κόκκινά του φύλλα
μοιάζαν σαν αίμα ζωντανό βαθιά να τα 'χει βάψει
που ακόμα μες στις φλέβες τους χαρούμενο εκύλα.
Όταν για λίγο τ' άφησες το χρώμα του έχει σβήσει
η ευωδιά του εχάθηκε και στέκει μαραμένο.
Μες στο χεράκι σου τ' αβρό κλείστο να ξαναζήσει:
ένα φιλί σου δώσε μου-μαραίνομαι… πεθαίνω…