Παρασκευή 5 Δεκεμβρίου 2025

 (17 χρόνια από τη δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου)


ΑΛΕΞΗΣ ΓΡΗΓΟΡΟΠΟΥΛΟΣ

Ποιος είπε ο Αλέξης χάθηκε; Χάνονται οι Ιδέες
ή πάντοτε στραφτοκοπούν Αγνές και Νιες κι Ωραίες;
Και ποιος την που μπολιάστηκε ολοπρώτη μες στην Πλάση
Ιδέα της Ελευτεριάς, θα μπόρειε να χαλάσει;
Και μόνη Αυτή δεν ήτανε η Ουσία του Αλέξη-
όλα του-Μάτι, Γέλιο, Φως-Αυτή δεν είχε πλέξει;
Κι όταν κανείς τη Λεφτεριά στον Κόσμο μας στεριώνει,
τέτοια Ψυχή-τέτοια Καρδιά ποιο Βόλι τη σκοτώνει;


Ο Αλέξης δεν εχάθηκε. Ζει γύρω μας κι εντός μας
και δίνει Φως στο Σκότος μας και Χρώματα στο Φως μας.

Και Κύριος πάντα του Καλού, που ένα είναι μαζί Του
από παντού ακούγεται η παιδική Φωνή του:
«Ό,τι, μικρός όντας εγώ, δεν πρόλαβα να κάνω,
Πράξτε το σεις. Εγώ ήσυχος θα βλέπω από ’δω πάνω.
Και είμαι σίγουρος πως σεις Συντρόφια Αγωνιστές μου
όσες εγώ δεν έζησα θα ζήσετε Χαρές μου-
ότι θα φτιάξετε μια Γη που φαύλους δεν θα τρέφει
και στ’ Άστρα τ’ άλλα αντρόπιαστη και χαρωπή θα γνέφει».

 ΙΘΑΚΗ
ή
ΤΟ ΤΖΑΚΙ

Σα βγεις στην πιάτσα για να χτίσεις Τζάκι
να εύχεσαι να ‘ναι μακρύς ο δρόμος,
γεμάτος πράξεις άνομες και ατιμίες.

Τους Δημοκράτες και τους Κόκκινους
Την άγια την ελευθερία μη φοβάσαι.
Τέτοια στον δρόμο σου ποτέ δε θα ’βρεις
αν η βρωμιά σου ειν’ υψηλή, αν διαφθορά
κι αναλγησία το πνεύμα και το σώμα σου αγγίζει.
Τους Δημοκράτες και τους Κόκκινους
Την άγια την ελευθερία μη φοβάσαι,
αν δεν τους θάλπεις μέσα στην ψυχή σου,
αν η ψυχή σου δεν τους στήνει εμπρός σου.

Να εύχεσαι να ναι μακρύς ο δρόμος.
Της αρχηγίας σου πολλά τα χρόνια να είναι,
που με τι ασχετοσύνη, με τι κουφότητα,
καλοστημένες αγυρτείες θα σκαρώνεις.

Να σταματήσεις σε μικρά νοικοκυριά
και τη φτωχή τους τη βολή να λεηλατήσεις:
μιστούς και κουμπαράδες και χρυσά φυλάγματα,
κι αιματοστάλαχτα μυρωδικά κάθε λογής,
όσο μπορείς πιο άφθονα αιμοχαρή μυρωδικά.

Σε πόλεις ευρωπαϊκές πολλές να πας
να μάθεις και να μάθεις από τους φτασμένους.

Πάντα στο νου σου να κρατάς το Τζάκι.
Το χτίσιμό του μόνο να ‘ν’ ο προορισμός σου.
Και να μη βιάζεις το ταξίδι διόλου.
Καλλίτερα χρόνια πολλά να διαρκέσει,
κι ας πας αργά στη βίλλα τη χρυσή,
πια πλούσιος μ' όσα έκλεψες στον δρόμο.

Και μην προσμένεις κέρδη άλλα από το Τζάκι.
Το Τζάκι σου ’δωσε το αισχρό ταξίδι.
Χωρίς αυτό δεν θα ’βγαινες στον δρόμο.
Άλλα δεν έχει να σου δώσει πια.

Κι αν άπιστο το πεις, το Τζάκι-όχι- δεν σε γέλασε:
οικτρός έτσι που έγινες και μισημένος
ήδη θα το κατάλαβες τα Τζάκια τι σημαίνουν.

 
ΣΤΟ ΣΗΑΤΛ

Θα πάω στο Σηάτλ που όλο βρέχει.
Οι διώκτες μου να χάσουνε τα ίχνη.
Θα πάω στο Σηάτλ που όλο βρέχει.
Να φύγω από τον ήλιο που όλα δείχνει.

Θα πάω στο Σηάτλ. Κάτι σταλμένο
Από ψηλά το σώμα μου θ’ αγγίζει.
Κάτι Ουράνιο ό,που κι αν πηγαίνω
Κάθε μου γήινο θα εξαγνίζει.

Θα πάω στο Σηάτλ-μες στη βροχή του
Το πάθος μου το μέγα ίσως σβήσει
Κι έτσι θαμμένος στην υγρή τη γη του
Κάτι καινούργιο ίσως να βλαστήσει.




ΜΕΤΑΣΤΡΟΦΕΣ

Ό,τι σκεφτεί ή μάθει ή αιστανθεί
Μεγάλο και υψηλό κι ωραίο  
Που έχει με πόνο και με πίκρα δέσει,
Ρέει μες απ’ τα λούκια της ψυχής κάτω
Και ρέοντας μεταμορφώνεται.  

Το ακολουθεί με αγωνία
Να σταματήσει  προσπαθώντας
Την ψυχοφθόρα πτωτική ροή
Ή έστω πιο αργή να τήνε κάνει.

Μάταια όλα. Αυτό
Φτάνει ταχύ πάντοτε κάτω.
Και φτάνοντας εκεί
Σε πράγματα το βλέπει
Να έχει αλλάξει
Καθημερνά,
Και σε συνήθειες βρώμικες-
Ανωφελείς.

Κάθεται και σκέφτεται τι έχασε.
Χρήσιμα ήσαν τα μπαλώματα εκείνα της αγνοίας:
Φιλοσοφία, Ποίηση, Μουσική.
Ωραία και τα παραγεμίσματα εκείνα του κενού:
Ιδέες, Οράματα, Ιδανικά.  
Ωραία τόσο που να φιλιωθεί δεν το μπορεί
με τον χαμό τους,
και βαρυθυμεί
και θλίβεται.  

Μα έρχονται φορές που λέει:
«Ίσως αυτό να είναι όλο κι όλο
Ζωή ο,τι λέμε. Ίσως αυτή η μεταστροφή
Να είναι ο προορισμός, το μεγαλείο,
Ή μοίρα ακόμα του ανθρώπου:
Σε τετριμμένες αίσθησες
να μεταπλάθεται με τον καιρό το πνεύμα.

Ίσως να είναι αυτή η μόνη δυνατότητα.
Και η Σισύφεια η προσπάθεια κι η αγωνία του
Για το υψηλό που όλο κάτω πέφτει
Να ’ναι κι αυτή όλη κι όλη ένα τέχνασμα
Που την ψευδαίσθηση της ματαιότητας αμβλύνει.»  

Τετάρτη 3 Δεκεμβρίου 2025

  ΤΟ ΘΑΥΜΑ

"Κύριε πιστεύω. Βοήθησε την απιστία μου",
Του είπα.

Το βλέμμα Του συνάντησε το βλέμμα μου.

Για μια στιγμή τυφλώθηκα, καθώς
Η ματιά μου, απωθημένη απ’ τη δική Του
Έφτασε στου ματιού μου το επίπεδο,
Το διαπέρασε
Κι από εκεί ξεχύθηκε
Και φώτισε ότι' ήτανε ως τότε πίσω μου
κρυμμένο.

Έκτοτε βλέπω με το φως Του.
Τ' αστέρια φαίνονται μόνο όταν σκύψω προς τη γη.
Από τις αστραπές φτάνει ο ήχος πρώτα.

Το παιδί μου το άλαλο τώρα μιλάει. Κι όλοι θαυμάζουν.
Δεν θα προσπαθήσω να τους δείξω πως έχουν λάθος.
Δεν θα είμαι εγώ που θα τους σβήσω τις ελπίδες-
πώς να τους ειπώ
πως θαύμα θάτανε αν δεν γιατρεύονταν ο γιός μου;

Ύστερα έφυγε μαζί με τους μαθητές Του.
Ο γιός μου μου είπε συνωμοτικά:
"Αποφεύγουνε τη Γαλιλαία".
Μου τόπε σαν να έπρεπε να ξέρω το γιατί.

Στάθηκα μόνος εκεί πέρα.
Οι άλλοι φύγανε δοξάζοντας τον Θεραπευτή.
Ο γιός μου δοξάζοντας τη νέα του ζωή.

Στάθηκα μόνος εκεί πέρα.κι έβλεπα.
Σε λίγο οι μαθητές Του άνοιξαν βήμα.
Τον προσπέρασαν.
Αυτός κάθησε αποσταμένος.
Στο βάθος
Μέσα στον καταγάλανο ουρανό
Σαν πουλιά που στέγνωναν στον ήλιο τις φτερούγες τους
Φανήκανε οι δώδεκα Σταυροί.



ΝΤΑΡΑΒΕΡΙ

Θεούλη μου οι όπου πλανή-
τη γης ξενιτεμένοι
Καθένας από Σένανε
Βοήθεια περιμένει.

Δε Σου ζητάνε και πολλά.
Να τους βοηθήσεις μόνο
Έτσι που να νικήσουνε
Στην πάλη με τον πόνο.

Για Σε δεν είναι δύσκολο.
Μια σκέψη Σου μονάχα
Κι αμέσως όλα γίνονται.
Δύσκολο είναι τάχα;

…Στο κάτω κάτω της γραφής
σκέψου πως άμα γίνει
Κάνεις το θαύμα Σου και Συ,  
Βολεύονται κι εκείνοι.

Δευτέρα 1 Δεκεμβρίου 2025

 Ο ΜΕΤΕΩΡΙΤΗΣ

« To ερώτημα δεν είναι αν θα πέσει στη γη ο μετεωρίτης που θα την καταστρέψει, αλλά πότε θα πέσει.»
Οι επιστήμονες

Σκοτάδι, Εκείνος κι Εκείνη κάθονται διπλα σ’ ένα παράθυρο. Ένα λυχνάρι του λαδιού τρεμοφέγγει.

Εκείνη
Σκοτάδι κι εκεί. Όπως παντού. Δεν ξεχώριζα τίποτα. Μερικά αυτοκίνητα περνούσαν. Οι άνθρωποι κλεισμένοι στα σπίτια τους. Η τηλεόραση νεκρή. Μερικοί σταθμοί ραδιοφωνικοί παίζανε ξεψυχώντας,
Κάποιος ερχόταν προς τα δω με το αυτοκίνητο του. Με πήρε. Με άφησε εδώ πιο κάτω. Τον πλήρωσα χρυσάφι κάθε μίλι για να με φέρει. Τι τα θέλει τα λεφτά;

Εκείνος
Κι εδώ όλα νεκρά. Μόνον μερικοί αστυνομικοί τριγυρίζουν χωρίς εξουσία για τίποτα. Γιατί τριγυρνούν;..  Για ποιον;..
(σιωπή)
 
Εκείνη
Τι θα κάνουμε;

Εκείνος
Θα ζήσουμε όσο έχουμε φαγητό.

Εκείνη
To ίδιο όλοι;

Εκείνος
To ίδιο όλοι, άλλος λιγότερο άλλος περισσότερο.

Εκείνη
Φαγητό! Πόσο παράξενα ακούγεται! Λαχανικά! Κρέας! Ρύζι! Αυγά!.. Πάνε πια όλα αυτά τα αγαπημένα. Πάνε... Ζώα, Φυτά... και η Άνοιξη… η Άνοιξη… η Άνοιξη… δε θα ξανάρθει...

Εκείνος
Ούτε ο χειμώνας. Ούτε το καλοκαίρι με τα φρούτα τα γλυκά... Ο χρόνος τελείωσε. Μόνο η γη-όση νιώθουμε- μας μένει...

Εκείνη
Αυτό ήταν λοιπόν...

Εκείνος
Αυτό ήταν...


Εκείνη
Τοσος πόνος... τόση αγωνία... η ζωή... η ζωή έτσι λοιπόν τελειώνει...

Εκείνος
Οι δίσταγμοί, οί τύψεις, τα δάκρυα, όλα άσκοπα.

Εκείνη
Κείνα τ' απογέματα στο μονοπάτι… με τον ήλιο ν' αργογέρνει πίσω από τα βουνά χρυσίζοντας τη θλίψη μας...

Εκείνος
Η Τίνα που μας ενοχλούσε με τις φωνές της… το αφεντικό που νευρίαζε όταν αργούσαμε… η κυβέρνησή μας… η πόλη μας...

Εκείνη
Η ζωή μας...

(σιωπή)

Εκείνος
Ο ουρανός μας έστειλε το θάνατο αντί τη ζωή.

Εκείνη
Ο ουρανός; Ποιος ουρανός; Όλα ένα μαύρο σύννεφο.
Ούτε "σύννεφο"... όλα ένα μαύρο.

(σιωπή)
Εκείνη
Κάποτε βλέπαμε τον ήλιο... μετρούσαμε τις ημέρες… τις ώρες... κάποτε λέγαμε "αύριο"...

Εκείνος
Επειδή είχαμε μάτια. Οι τυφλοί δεν έλεγαν τίποτα.

Εκείνη
Δεν είχαμε μάτια. Αφού τώρα δεν έχουμε, ποτέ δεν είχαμε.

Εκείνος
Και ο θεός...

Εκείνη
θα πεθάνει μαζί με μας.

Εκείνος
Και το παιδί μας… Αν μπορούσαμε να ζήσουμε ώσπου να γεννηθεί...

Εκείνη
Πώς θα ήτανε δυνατό; Και αν ήτανε δυνατό... τι... τι να τo κάναμε; Τι να του λέγαμε; Πως κάποτε ήταν ένας ήλιος; Πως κάποτε υπήρχαν αστέρια;

Εκείνος
Ποια αστέρια; Ποιος ήλιος; Τίποτε απ' αυτά δεν υπήρξε. Ποτέ δε ζήσαμε. Οι επιστήμες μας, η Τέχνη, η Ποίηση, η Φιλοσοφία μας... τίποτα... Τίποτα. Όλα ένα μηδέν. Όλα ένας χαμός μες στο χαμό.

Εκείνη
Ούτε για να κλάψει τα τόσα χαμένα δε θα μείνει κανείς.

Εκείνος
Τίποτα δε θα χαθεί. Τίποτα δεν υπήρξε.

Εκείνη
Κι εσύ; Κι εγώ; Δεν υπήρξαμε;

Εκείνος
Τι θα πει "υπήρξαμε";

Εκείνη
Δεν ξέρω.

Εκείνος
Πες μου, τι θα πει "υπήρξαμε";

Εκείνη
Δεν υπήρξαμε. Είμασταν εμείς και τίποτ' άλλο. Τώρα θα πάμε κι εμείς και τίποτε δε θα μείνει.

Εκείνος
Το μυαλό μας μόνο ήτανε που ακόμα είναι. Και μέσα του όλα τ’ άλλα.

Εκείνη
Ναι. To μυαλό μας μόνο. Και μέσα του η γέννα μας κι όλη μας η ζωή. Κι όλα τ' άλλα. Και μέσα μου εσύ.

Εκείνος
Και μέσα μου εσύ.

Εκείνη
Ο ένας μέσα στον άλλο.

Εκείνος
Εγώ ήμουν εσύ κι εσύ ήμουν εγώ.

Εκείνη
Ούτε εσύ ούτε εγώ. Η σκέψη μας μόνο.

Εκείνος
Ούτε η σκέψη μας.  Η μνήμη. Αυτή έφτιαξε
ρούχα, σπίτια, εργαλεία, δαίμονες, θεούς, αγάπες, μίση.

Εκείνη
Αυτή έφτιαξε βάραθρα, πόνους, ενοχές, μοναξιά. Αυτή έφτιαξε και τον μετεωρίτη που τώρα τη σκοτώνει.

Εκείνος
Τη σκοτώνει; Όχι. Τη λεφτερώνει.

Εκείνη
Τη λευτερώνει από τι;

Εκείνος
Από τον εαυτό της. Από τι άλλο θα μπορούσε;

Εκείνη
Λευτεριά λοιπόν είναι ο θάνατος;

Εκείνος
Λευτεριά είναι η Λευτεριά. Θάνατος δεν υπάρχει.
Λεφτεριά είναι αυτό, να ξέρεις πως δεν υπάρχει θάνατος.
Λεφτεριά είναι η λεφτεριά.

Εκείνη
Λεφτεριά είναι η λευτεριά...
Λοιπόν γιατί να υποφέρουμε σκλαβωμένοι;

Εκείνος
Δεν υποφέρουμε.
(σηκώνεται γρήγορα, παίρνει από το συρτάρι ένα περίστροφο, πυροβολεί στο κεφάλι Εκείνης, ύστερα πυροβολεί το δικό του. Την ίδια στιγμή σβήνει και το λυχνάρι. Σκοτάδι)

Κυριακή 30 Νοεμβρίου 2025

 ΤΟ ΜΙΚΡΟ ΘΕΑΤΡΟ

«ΚΥΡΙΑ ΝΤΟΜΙΕ»

ΠΡΟΣΩΠΑ:
ΑΝΤΡΕ ένας εραστής του ωραίου
ΜΑΡΙ μια όμορφη γυναίκα
ΓΚΑΡΣΟΝ

ΤΟΠΟΣ:
Παρισινό καφέ.

Ώρα απογευματινή μιας ημέρας ανοιξιάτικης.
Ο Αντρέ πίνει το βερμούτ του σε ένα τραπεζάκι, ενώ στο παραδίπλα τραπεζάκι η Μαρί πίνει το αναψυκτικό της.
Ο Αντρέ σηκώνεται και πλησιάζει το τραπεζάκι όπου κάθεται η Μαρί.
Στέκει σε μια διακριτική απόσταση από την Μαρί και απευθύνεται προς αυτήν με ευφρόσυνη διάθεση.
ΑΝΤΡΕ
Κυρία Ντομιέ, παρακαλώ επιτρέψτε μου να σας εκφράσω την ευχαρίστησή μου που τυχαίνει να σας ξαναβλέπω ύστερα από τόσον καιρό.
(Η Μαρί κοιτάζει για μια στιγμή γύρω της, και μη βλέποντας καμία άλλη κυρία κοντά εκεί, βεβαιώνεται ότι ο Αντρέ μιλάει σ’ αυτήν.)
ΜΑΡΊ
Σ’ εμένα μιλάτε κύριε….
ΑΝΤΡΕ
Μάλιστα. Ίσως δεν με θυμάστε… Είχαμε βρεθεί και οι δύο στην δεξίωση της κυρίας και του κυρίου Γκιγιώμ…  στην Λιόν… που γιόρταζαν την πέμπτη επέτειο του γάμου τους…
ΜΑΡΊ
Κάποιο λάθος κάνετε κύριε…
ΑΝΤΡΕ
Βενσάν! Κύριος Βενσάν!
ΜΑΡΊ
Κάποιο λάθος κάνετε κύριε Βενσάν…
ΑΝΤΡΕ
…Που ένας σερβιτόρος σας σκούντησε κατά λάθος και χύθηκε το ποτό σας πάνω στον σύνοδό σας…  με συγχωρείτε που σας θυμίζω κάτι τέτοιο, όμως αντιδράσατε τόσο υπέροχα όσο η φήμη και …συγχωρήστε μου την αναφορά σ’ αυτό… όσο η φήμη και η ομορφιά σας απαιτούσε…
ΜΑΡΙ
Κύριε Βενσάν, θα σας επαναλάβω ότι κάνετε λάθος. Δεν παρευρέθηκα σε αυτή την δεξίωση που αναφέρατε. Και ούτε λέγομαι Ντομιέ.
ΑΝΤΡΕ
(θορυβημένος)
Τόση ομοιότης!... Κυρία μου, σας ζητώ χίλιες φορές συγνώμη… όμως αν ξέρατε την κυρία Ντομιέ θα δυσκολευόσασταν και σεις να παραδεχτείτε ότι κάποια άλλη κυρία σας μοιάζει τόσο πολύ. Αισθάνομαι τόσο γελοίος…  Όμως θα είχαμε να πούμε τόσα πολλά… αν ήσασταν αυτή… γιατί ξέρετε… όχι πως έχει πια σημασία, αλλά κι εγώ όπως εκείνη, είχαμε κάτι κοινό: την αγάπη μας για την όπερα!
ΜΑΡΙ
Κύριε Βενσάν, τόσην ώρα είστε ορθός μπροστά μου ενώ εγώ είμαι καθιστή ωραία ωραία στην καρέκλα μου. Βλέπω την αναστάτωσή σας και δεν θα ήθελα να είμαι στην θέση σας. Τυχαίνει να ενδιαφέρομαι κι εγώ για την όπερα. Καθίστε για λίγο σας παρακαλώ… τα λάθη αυτά συμβαίνουν… Δεν θέλω να φύγετε με τύψεις ή με ενοχές για το λάθος σας. Ηρεμήστε…
(ο Αντρέ μένει όρθιος)
Παρακαλώ, καθίστε.
(Ο Αντρέ κάθεται)
ΑΝΤΡΕ
Σας ευχαριστώ για την κατανόηση.
ΜΑΡΙ
Μείνετε ώστε να μου πείτε για την αντίδραση της κυρίας Ντομιέ όταν χύθηκε το ποτό της. Θα είναι ενδιαφέρουσα, από μία κυρία όπως την περιγράψατε.
ΑΝΤΡΕ
 (Χαρούμενος για την έκβαση της κατάστασης και με θάρρος)
Ω! Σηκώθηκε και είπε στον σερβιτόρο, «δεν φταις εσύ αγαπητέ μου, εγώ έκανα μιαν απότομη στροφή για να δω καλύτερα την ορχήστρα»
Και στην ερώτηση του σερβιτόρου για το τι θα ήθελαν από εκείνον ώστε να επανορθώσει όσο ήταν δυνατόν, η κυρία Ντομιέ τον καθησύχασε λέγοντάς του: «Μην το παίρνετε τόσο σοβαρά, δεν θα πάθει τίποτε ο σύζυγός μου από μια γουλιά μπύρας που χύθηκε στο σμόκιν του. Εξάλλου ορίστε!» και με μια πετσετούλα σκούπισε το σημείο του σμόκιν του συζύγου της.
Και εκεί τελείωσε το θέμα.
ΜΑΡΙ
Νομίζω ότι κάθε κυρία έτσι περίπου θα φερόταν.
ΑΝΤΡΕ
Κάθε πραγματική κυρία όπως αυτή και σεις ναι. Όχι μία κατ’ όνομα μόνον κυρία…
ΜΑΡΙ
(αλλάζοντας θέμα)
Ώστε λοιπόν και σεις είστε… λάτρης θα έλεγα, της όπερας:!
ΑΝΤΡΕ
Πράγματι. Η Όπερα είναι ένα από τα σημαντικότερα μουσικά επιτεύγματα του Δυτικού πολιτισμού μας και ταυτόχρονα ένα από τα πιο δημοφιλή μουσικά είδη.
ΜΑΡΙ
Αλήθεια. Και θεωρείτε ότι το λιμπρέτο ή η μουσική είναι το σημαντικότερο στοιχείο μια όπερας;
ΑΝΤΡΕ
Όταν το λιμπρέτο είναι σοβαρό, και όχι κωμικό, είναι εκείνο το στοιχείο το οποίο θα έλεγα μονοπωλεί σχεδόν το ενδιαφέρον μου.
ΜΑΡΙ
Η μουσική όμως είναι τις περισσότερες φορές συνεχής και έχει ως απώτερο στόχο τη δραματοποίηση των δρώμενων στη σκηνή. Και όταν την πετυχαίνει τότε είναι συναρπαστική.
ΑΝΤΡΕ
Σε τέτοιες περιπτώσεις βέβαια, εξυπακούεται ότι ενδιαφέρον  έχει εξίσου και η μουσική.
(παίρνοντας μια συγκαταβατική έκφραση και με απολογητικό τόνο στη φωνή του)
Κυρία μου, θα ήθελα να διακόψω την συζήτησή μας αυτή, την τόσο ευχάριστη και τόσο αγαπητή, μιας και συζητούμε για κάτι υψηλό όπως είναι η μουσική και δη η όπερα. Πρέπει λοιπόν να μάθετε ότι χαίρομαι που δεν είστε η κυρία Ντομιέ, γιατί… γιατί θα σας είχα κοροϊδέψει αν ήσασταν. Και εξηγούμαι. Δεν βρέθηκα σε εκείνη την δεξίωση καθόλου. Ένας φίλος που είχε πάει, μου μίλησε για το περιστατικό που σας είπα-αυτό με το ποτό που έβρεξε το φράκο του συζύγου της κυρίας Ντομιέ, επίσης μου είπε ότι αυτή η κυρία Ντομιέ ήταν πολύ πολύ όμορφη. Και όταν σας είδα, συνδύασα την ομορφιά της κυρίας Ντομιέ, που μου είχε περιγράψει και εξυμνήσει ο φίλος μου, με την δική σας ομορφιά. Γιατί πράγματι μου την περιέγραψε λες και είχε υπ’ όψιν του εσάς! Και είπα να σας πλησιάσω σαν θαυμαστής αυτής της κυρίας Ντομιέ, που ποτέ δεν είχα συναντήσει. Έτσι, μόνον για να λέω ότι μίλησα με μια εξαιρετικά όμορφη κυρία. Και είπα μέσα μου «τι χάνω;» Όμως είδα ότι έχω χάσει ήδη. Τι έχασα; Την αυτοεκτίμησή μου, διότι χρησιμοποίησα την ομορφιά, το θεόσταλτο και ακριβό αυτό δώρο του θεού στον άνθρωπο, για να προσπαθήσω να ικανοποιήσω την επιθυμία μου, να γνωρίσω δηλαδή κι εγώ ο άσημος, μια όμορφη γυναίκα, και, τουλάχιστον να συζητήσω μαζί της.
ΜΑΡΙ
Το γεγονός κύριε Βενσάν ότι νιώσατε την ανάγκη να απολογηθείτε για αυτή την μικρή σας τόλμη, σας καθιστά άξιον μιας ανταμοιβής. Λίγοι είναι οι άνθρωποι που μετανιώνουν για κάτι ανάρμοστο που έκαναν, πριν αφήσουν να καρπωθούν πρώτα από την τόλμη τους αυτή.
Και θα είμαι εγώ εκείνη που θα σας δικαιολογήσω γι αυτή σας την πράξη, αντί να σας μαλώσω γι αυτήν ακριβώς την τόλμη σας.
Εξάλλου αυτό δεν είναι  κάτι αθέμιτο. Ήταν κι αυτός ένας τρόπος για να με πλησιάσετε  χωρίς να χρησιμοποιήσετε εκείνα τα ανόητα φερσίματα των κακομαθημένων και αναιδών, που πλησιάζουν μια γυναίκα και της προτείνουν να πάρουν ένα ποτό μαζί ή να την βοηθήσουν με κάτι που αυτή μεταφέρει.
Και μιλώ έτσι γιατί-μάθετε κύριε Βενσάν, ότι- είμαι πράγματι η κυρία Ντομιέ. Σας είπα ότι δεν είμαι αυτή, επειδή κατάλαβα ότι μου λέτε ψέματα, και έτσι θα μπορούσα να φυλαχτώ από έναν ψεύτη, αν εκεί κατέληγε το πράγμα, ενώ δεν θα είχα να χάσω τίποτε παίζοντας το παιχνίδι που σεις είχατε αρχίσει. Γιατί  αν ήσασταν στην δεξίωση εκείνη θα σας είχα προσέξει. Ένας κύριος με την δική σας αρρενωπή όσο και φροντισμένη εμφάνιση δεν θα περνούσε απαρατήρητος από μένα. Και οι δυό λοιπόν κοροϊδέψαμε ο ένας τον άλλο.
ΑΝΤΡΕ
Ώστε είστε πράγματι η κυρία Ντομιέ!.. Διπλή κοροϊδία από σας, μονή από μένα. Γιατί δεν υπήρξε καμία δεξίωση και κανένας φίλος δεν μου είπε τίποτε για την ομορφιά κάποιας κυρίας και για ένα περιστατικό με την απροσεξία της.
ΜΑΡΊ
(σαν λίγο βαριεστημένη από όλα αυτά και έτοιμη να σηκωθεί)
Τι λέτε, πηγαίνουμε;..
(πριν αφήσει τον Αντρέ να απαντήσει)
Ήταν τόσο ωραία όλα αυτά…
ΑΝΤΡΕ
Μα ναι. Πηγαίνουμε.
(σηκώνεται και υποκλίνεται μπροστά στην Μαρί τείνοντάς της το χέρι του)
ΜΑΡΙ
(σηκώνεται)
Κύριε Βενσάν ποιο είναι το όνομά σας;
ΑΝΤΡΕ
Αντρέ.
ΜΑΡΙ
Μαρί.
ΑΝΤΡΕ
Μαξίμ;
ΜΑΡΙ
Όχι. Εξέλσιορ. Έχει πιο καθαρά δωμάτια. Να πληρώσουμε τα ποτά μόνον…
ΑΝΤΡΕ
Γκαρσόν!
(έρχεται το γκαρσόν βαριεστημένο)
Τι χρωστάμε;
ΓΚΑΡΣΟΝ
Δυόμισι φράγκα.
ΑΝΤΡΕ
(αφήνει τρία φράγκα)
Τα ρέστα δικά σου αγαπητέ μου.
ΓΚΑΡΣΟΝ
Ευχαριστώ.
(στην Μαρί, σιγά, φιλικά)
Τη βόλεψες κι απόψε Μαράκι!
ΜΑΡΙ
(Ρίχνει ένα υποτιμητικό βλέμμα στο γκαρσόν. Στον Αντρέ, συνωμοτικά)
Paysan…
(Φεύγουν αγκαζέ)

ΑΥΛΑΙΑ

Πέμπτη 27 Νοεμβρίου 2025

 ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΑΓΑΠΗ
Τόπος: Αθήνα Χρόνος: 2025 Πρόσωπα: Εκείνος, Εκείνη , Άλλη.
Δωμάτιο ακατάστατο.
Στο δεξιό μέρος η εξώπορτα και δεξιά της δρόμος.
Εκείνος καθισμένος και Εκείνη στα γόνατά του.)

ΕΚΕΙΝΟΣ
Και πότε αγάπη μου χρυσή να μ' αγαπάς θα πάψεις;
EKEΙNH
Στο έχω πει αγαπούλα μου-θες να τ' ακούσεις πάλι;
ΕΚΕΙΝΟΣ
Ναι! Πες το μου αγάπη μου. το λες ωραία τόσο...
ΕΚΕIΝΗ
…Όταν θα πάψει ο ουρανός γεμάτος με ρουκέτες
πύραυλους, αερόπλανα και διαστημόπλοια να 'ναι.
ΕΚΕΙΝΟΣ
Ω! Τι γλυκά τα λόγια σου που είναι αγαπούλα!
Κι τι όμορφα που αντηχούν! Σαν από ηχείο μέσα
της πιο ψηλής πιστότητας να βγαίνουν!
ΕΚΕΙΝΗ
Ω! Καλέ μου!
Δεν το 'λεγα ν' αξιωθώ κάποιος να εγκωμιάσει
τόσο πολύ τα λόγια μου. Και πες μου άγγελέ μου
πόσο υψηλής συχνότητας;
ΕΚΕΙΝΟΣ
Αχ! Όσο δέκα τζι έι.
ΕΚΕΙΝΗ
(παθιασμένη)
Με λιώνεις γλύκα μου χρυσή! Μα ας μη ρωτήσω πάλι
και τέτοια πάλι μου ειπείς γιατί με παραλύεις.
Τουλάχιστον πάλι ποτέ όταν η ώρα φτάνει
να πάμε να ψωνίσουμε. Καλή 'ναι η αγάπη,
αλλά, λατρεία μου καλή, πρέπει να τρώμε κιόλας,
Αλλιώς αντίο κι η ζωή κι ο έρωτας μαζί της.
ΕΚΕΙΝΟΣ
Λίγο ακόμη ας κάτσουμε αγάπη μου και πάμε.
Θέλω απ' τα χειλάκια σου ν' ακούω τα λογάκια
που όπως οι βόμβες αντηχούν στο σπίτι του Καντάφι.
ΕΚΕΙΝΗ
Ορκίσου μου πως ολ’ αυτά που λες αλήθεια είναι.
Πες μου πως δεν ειν' ολ' αυτά συνήθεια και ρουτίνα.
Πες μου πως θα κρατήσουνε για πάντα, όπως κρατάει
τη ραδιενέργεια μακριά ένα μας καταφύγιο.
ΕΚΕΙΝΟΣ
Στ' ορκίζομαι πως ολ' αυτά που βγαίνουν μου απ' το
στόμα
τόσο ειν' αλήθεια όσο πως σε δυο μονάχα χρόνια




ασύρματα τηλέφωνα δω πέρα θα 'χουν όλοι.
ΕΚΕΙΝΗ
Αν είναι τέτοια να μου λες, ας κάτσουμε ακόμα.
Και όχι λίγο μοναχά, μα όσο εσύ θελήσεις.
Μίλα μου όμως. Μίλα μου με τις ωραίες λέξεις
που τόσο ηχούν ωραία στ' αυτιά, που λέω πως εισ' ο
μόνος
που ξέρει όμορφα πολύ κι ωραία να μιλάει.
Λέγε λοιπόν. Λέγε και συ κι αν κι από με να μάθεις
θες κατιτί, μη μια στιγμή διστάσεις-ρώτησέ με.
Αφού αυτό η αγάπη μας ζητάει, αυτό ας γίνει.
ΕΚΕΙΝΟΣ
Τι να σου πω αγάπη μου που ό,τι να πω θελήσω
μ' έχει προλάβει η τεχνική και πάντα μένω πίσω.
Καμιά φορά τον έρωτα που 'χω τονε συγκρίνω
με της μεγάλης χώρας μας τις μέγιστες προόδους'
όμως ευθύς τις βλάστημες τις σκέψεις αποδιώχνω-
όχι, δε γίνεται αυτές καλλίτερές του να 'ναι.
ΕΚΕΙΝΗ
Κι ίδια μ' αυτές να μ' έλεγες πάλι δε θα με γνοιάξει-
μπροστά στο μεγαλείο τους ποιος νους δε θα
θαμάξει;
ΕΚΕΙΝΟΣ
Τα μάτια σου μοιάζουν λαμπρές εικόνες των
κομπιούτερς
έτσι όπως εμφανίζονται σε μια τιβής οθόνη.
ΕΚΕΙΝΗ
Τα δάχτυλά σου μοιάζουνε μέγγενη ατσαλένια
όπως αυτή που άδραξε του φεγγαριού τα βράχια
και ως τη γη μας τα 'φερε.
ΕΚΕΙΝΟΣ
Σα λέιζερ ακτίνα
με καίει η ματιά σου. Με μεθάς σα να 'χω πιει χασίσι.
Τα χείλη σου τα ρόδινα έχουνε ώρες ώρες
εν' άσπρο χρώμα, πελιδνό, σαν των παιδιών το δέρμα
που να πεθαίνουν βλέπουμε από πείνα στις Ινδίες.
Στους ροζ τους γύρους χάνομαι, καθώς χαμένοι νιώθουν
οι εμιγκρέδες που 'ρχονται να ζήσουν εδώ πέρα.
Κι ως για το στόμα σου καλή-ω! τι να πω για κείνο-
σα σκοτεινή γεώτρηση μοιάζει που πλούτη δίνει'
και τόσο είναι πολύτιμο το σάλιο του σαν όϊλ!
ΕΚΕΙΝΗ
Όταν μ' αγγίζεις ελαφρά τρέμω σαν Ναγκασάκι
κι όταν με σφίγγεις πάνω σου χάνομαι από τον
κόσμο.
Η αγκαλιά σου αγάπη μου σαν εφορία με κλείνει.
ΕΚΕΙΝΟΣ
Μωράκι μου θα είμαστε μαζί ώσπου ένα κόμμα
που να μην κλέβει να φανεί.
ΕΚΕΙΝΗ
Λατρεία μου με λυώνεις!
ΕΚΕΙΝΟΣ
Θα χτίσουμε αντιατομικό, υπόγειο καταφύγιο
και μέσα του η αγάπη μας θ' ανθεί σαν μανιτάρι.
ΕΚΕΙΝΗ
Και θα 'χουμ' ένα εξοχικό στη γη επάνω σπίτι
και όταν σίγουροι είμαστε πως πόλεμος δε φτάνει,
θα βγαίνουμε απ' την τρύπα μας ώστε το καυσαέριο
λιγάκι να γευόμαστε που θα μας έχει λείψει.
ΕΚΕΙΝΗ
Όταν μαζί μου είσαι συ δε θέλω καυσαέρια.
ΕΚΕΙΝΗ
Αγάπη μου, τόσο λοιπόν μεγάλη αγάπη μου 'χεις;
ΕΚΕΙΝΟΣ
Κι ακόμα μεγαλύτερη. Κοντά σου θα μπορούσα
να ζήσω έστω ακόμα κι αν μου λείπαν οι ληστείες,
διαφθορά και. η τιβί. Ακόμα και οι φόροι.
ΕΚΕΙΝΗ
Ω! Με σκοτώνεις! Με μεθάς! Τι θα μπορούσα τάχα
να πω κι εγώ ισάξιο με όσα τώρα ακούω...
ΕΚΕΙΝΟΣ
Φτάνει χαρά μου πou ακώ τους χτύπους της καρδιάς
σου
Σαν βόμβα τρομοκρατική καθένας τους μου μοιάζει.
ΕΚΕΙΝΗ
Τόσο λοιπόν ξεπέρασε της ασφαλείας τα όρια
και τόσο είναι παράνομη η αγάπη σου για μένα;
ΕΚΕΙΝΟΣ
Ε! Όχι δα λατρεία μου! Γιατί μη σου ξεφεύγει
πως παντρεμένοι είμαστε για τρεις ημέρες τώρα.
Και πως αφότου μέρες δυο πιο πριν σ' έχω γνωρίσει
δεν έλειψε ο έρωτας καθόλου από τους δυο μας.
ΕΚΕΙΝΗ
Ω! Πώς να περιγράψω εγώ το κάθε αγκάλιασμά μας...
Σα δύο να συγκρούονταν του Έκτου Στόλου πλοία.
Ή δύο αερόπλανα να πέφτουν το 'να στ' άλλο.
Ή σαν να πέφτει στον γκρεμό αμάξι πou o σωφέρ
του
ήπιε πολύ και μέθυσε κι ακόμα τ' οδηγάει.
ΕΚΕΙΝΟΣ
Είσαι σαν γκόβερνο για με που όλα μου τα ξέρει.
Και σαν κομπιούτερ που όλα μου κατέχει τα
στοιχεία.
Και δεν μπορώ να σου κρυφτώ-και μια πετρούλα
ακόμα
πα' στο φεγγάρι να 'μουνα, μ' εκατοστού ακρίβεια
στον πύραυλό σου εύκολο θα 'ταν να με χτυπήσει.
ΕΚΕΙΝΗ
Ω! Πόσο διάφορο εγώ το πράγμα αυτό το βλέπω!
Αλλά και πόσο δείχνει αυτό το πόσο σ' αγαπάω
και πόσο συ με αγαπάς, αφού τόσο καθένας
κοντά στον άλλο βρίσκεται χωρίς να το γνωρίζει!
Γιατί εγώ αιστάνομαι σα διαστημόπλοιο να 'μαι
που μέρες τρεις κίνησε πριν και που όλο ταξιδεύει
μες στ' αχανές το άπειρο. Και το άπειρο εσύ 'σαι.
Και κάθε τόσο συναντώ και σου γνωρίζω κάτι-
και δε μου φτάνει μια ζωή καλέ να σε γνωρίσω.
ΕΚΕΙΝΟΣ
Ω Πόθοι μου που βράζετε σαν άζωτο υγρό
και που θα βράζατε έστω κι αν ,κορμί θα 'χα σκεβρό!
Σιγήστε λίγο. Κάνετε πως λίγο δεν ακούτε
το τι το στοματάκι αυτό το ίδιο με κρατήρα
που υδρογόνου βόμβα ανοι', τόσα για μένα λέει.
ΕΚΕΙΝΗ
Ηλεκτροφόρα αγάπη μου καλώδια τα μαλλιά σου
όπως αυτά που κουβαλούν του ηλεκτρισμού το
δώρο
για τις βιομηχανίες μας. Κι ειν' το δικό μου χέρι
το υπουργείο Ενέργειας που όλα συντονίζει.
ΕΚΕΙΝΟΣ
Δε θα ξεχάσω αγάπη μου ποτέ αυτό που είπες.
EKEΙNH
Δε στο είπα εγώ καλέ μου.
Τόσο έχουμ' ένα γίνει
που εσύ 'σαι που μιλάει
με το στόμα το δικό μου.
Αν μου φύγεις κάποια μέρα
τη στιγμή την ίδια εκείνη
θα πεθάνώ δίχως άλλο.
ΕΚΕΙΝΟΣ
Μη για χωρισμό καλή μου
αναφέρεις για τους δυο μας'
δε χωρίζουμε ποτέ μας-
Όπως η ντροπή για πάντα
έχει από τον κόσμο λείψει,
όπως η Ελλάδα αιώνια
θα 'ναι πάτος στην Ευρώπη,
όπως αιωνίως θα παίζουν
οι τιβί γελοία έργα,
όπως πάντοτε οι κυρίες
ντροπαλές και φοβισμένες
θα κρυβόνται απ τον εαυτό τους
κι όχι στους κυρίους θα λένε
και θα τρέμουν μη τις δούνε
να μιλούνε μ' έναν άντρα
και στο σπίτι τους θα κλειούνται
σαν 'κατόχρονες γριούλες,
όπως οι έλληνες για πάντα
κλέφτες θα 'ναι και αγύρτες,
όπως θα 'ναι η Γαλλία
σωβινίστρια και κούφη,
κι όπως άφραγκοι για πάντα
οι ποιητές στη γη μας θα 'ναι,
έτσι πάντα και για μένα
μια γυναίκα θα υπάρχει:
Συ καλή μου! Και αιώνια
θα 'μαι δίπλα σου-κοντά σου.
ΕΚΕΙΝΗ
'Οπως πάντοτε οι πλούσιοι τους φτωχούς θα βασανίζουν,
όπως πάντοτε το αίμα αδικοχυμένο θα 'ναι,
όπως πάντα η καλοσύνη για βλακεία θα μετράει,
όπως πάντα,άσχετοι κάποιοι, ποιητές θα λεν πως είναι
και μαζί τους θα γελάνε παρδαλά και μη κατσίκια'
όπως πάντοτε οι κυρίες
θ' αγνοούνε πως η ζήση
μια φορά μονάχα είναι
και ποτέ δε θα ξανάρθει
και από σεμνοτυφία
κι από φόβο των τριγύρω
των κυρίων θ' αγνοούνε
την ασίγαστη λαχτάρα
και στον Άδη θα τους στέλνουν
πριν ακόμα αυτοί πεθάνουν,
κι ως αυτές τάχα αγνοούνε
τη φωτιά που ’χουν ανάψει
που και κείνους και τις ίδιες
μες στις φλόγες της θα κάψει'
όπως πάντα οι αηδίες
θα ποζάρουν για σοφίες'
όπως πάντα το γαϊδούρι
Θα ’χει υπομονή και πείσμα
κι όπως το Βορρά για πάντα
η βελόνα θα μας δείχνει,
έτσι πάντοτε καλέ μου
θα 'μαι δίπλα σου-κοντά σου.
ΚΑΙ_ΟΙ ΔΥΌ
Ω! Τι σπάνια ευτυχία μας τους δύο που ενώνει!
Ω! Πώς θα 'μαστε οι δυο μας αιωνίως ερωτευμένοι!
ΕΚΕΙΝΟΣ
Μ’ αγάπη μου ας συνέλθουμε για λίγο απ’ την αγάπη
κι ας πάμε να ψωνίσουμε. Όσο πεζό κι αν είναι
ειν' όμως απαραίτητο. Ετούτο το στομάχι
για να μας κάνει το κορμί γερό σαν το δικό μου
κι όπως εσένα όμορφο, να ταϊστεί γυρεύει.

EKEΙNH
Ω! Ναι! Ας πάμε αγάπη μου! Kι όταν θα ξαναρθούμε
μ' άλλα φιλιά και αγκαλιές-με νιες χαρές μεθούμε.
(Σηκώνονται και πηγαίνουν προς την πόρτα. Στέκουν μπροστά της και φιλιούναί)
ΕΚΕΙΝΟΣ
Πήρες αγάπη μου λεφτά;
ΕΚΕΙΝΗ
Δεν πήρα-όχι, καλέ μου,
σήμερα ειν' η μέρα σου-ξέχασες;-να πληρώσεις.
ΕΚΕΙΝΟΣ
Πλήρωσα χτες αγάπη μου-αυτό δεν το θυμάσαι;
ΕΚΕΙΝΗ
Ναι, το θυμάμαι αγάπη μου, αλλά θυμάμαι ακόμα
ότι εγώ επλήρωσα δύο φορές συνέχεια-
μία προχτές, κι αντιπροχτές η δεύτερη-θυμάσαι;
τo πορτοφόλι σου εδώ το είχες ξεχασμένο.
(τα χέρια τους χωρίζονται)
ΕΚΕΙΝΟΣ
Μα τα λεφτά που έδωσες αμέσως στα 'χα δώσει
στο σπίτι όταν γυρίσαμε.
EKEΙNH
Όχι αγάπη μου, όχι.
Ήταν η τράπεζα κλειστή και δεν είχες παρμένα.
ΕΚΕΙΝΟΣ
Θυμάμαι πως στα έδωσα. Είχα στο σπίτι λίγα.
ΕΚΕΙΝΗ
Δεν τα ’δωσες!
ΕΚΕΙΝΟΣ
Στα έδωσα!
EKEΙNH
Δεν τα 'δωσες σου λέω!
ΕΚΕΙΝΟΣ
Θυμάμαι ακόμα το ποσό- εξήμισυ ευρώ ήταν.
ΕΚΕΙΝΗ
Ναι, αλλά δε μου τα 'δωσες.
ΕΚΕΙΝΟΣ
Στα 'δωσα και το ξέρεις.
EKEINH
Ώστε λοιπόν λέω ψέματα;
ΕΚΕΙΝΟΣ
Έτσι μου μοιάζει εμένα.
ΕΚΕΙΝΗ
Ψεύτη να πεις τα μούτρα σου.
ΕΚΕΙΝΟΣ
Εγώ δεν είμαι ψεύτης.
EKEINH
Δεν είσαι ψεύτης μοναχά, παρά και κλέφτης είσαι,
ΕΚΕΙΝΟΣ
Ώστε έτσι;
EKEΙNH
Και χειρότερα. Δώσε μου τα λεφτά μου!
ΕΚΕΙΝΟΣ
Σου τα 'δωσα, Παράτα με.
ΕΚΕίΝΗ
(Τον πιάνει από το γιακά και τον τραντάζει)
Αλήτη τα λεφτά μου!
ΕΚΕΊΝΟΣ
Άσε με βρώμικο τσουλί γιατί θα το πληρώσεις.
ΕΚΕΙΝΗ
Δος τα λεφτά μου.
ΕΚΕΙΝΟΣ
Άσε με.
ΕΚΕΙΝΗ
Δος τα λεφτά μου λέω.
ΕΚΕΙΝΟΣ (τη χτυπάει)
Παλιοβρωμιάρα!
ΕΚΕΙΝΗ
Τι έκανες; Συ χτύπησες εμένα;
(ορμάει πάνω του. Αλληλοχτυπιούνται. Τέλος χωρίζουν)
ΕΚΕΙΝΟΣ
Πουτάνα φύγε από δω γιατί θα σε σκοτώσω...
ΕΚΕΙΝΗ
Δε φεύγω από το σπίτι μου. Να φύγεις συ αλήτη.
ΕΚΕΙΝΟΣ
(παίρνει δυο τρία πράγματα και πηγαίνει προς την πόρτα)
Φεύγω. Και αύριο πρωί πάω στο δικηγόρο.
EKEINH
Χίλιες φορές κι ακόμα μια. Χάσου από δω βρωμιάρη.
ΕΚΕΙΝΟΣ
Είσαι το ασχημότερο του κόσμου όλου πλάσμα.
ΕΚΕΙΝΗ
(Τoυ πετάει ένα βάζο)
Θα σου τα πάρω τα λεφτά που μου χρωστάς.
ΕΚΕΙΝΟΣ
Γαμήσου.
ΕΚΕΙΝΗ
(ορμάει επάνω του) Θα σε σκοτώσω. Σε μισώ.
ΕΚΕΙΝΟΣ
Περσότερο από μένα;
(βγαίνει και κλείνει την πόρτα δυνατά πίσω του)
ΕΚΕΙΝΗ
Να πας στο διάολο κάθαρμα.
(εκείνος στέκεται απέξω από την πόρτα για ν' ανάψει ένα τσιγάρο, ενώ εκείνη παίρνει έναν αριθμό στο τηλέφωνο)
Εμπρός!..Γεια σου μωρό μου... Δεν ξέρεις πόσο μου 'λειψες…
Ελεύθερος απόψε;
(έξω περνάει η ΆΛΛΗ στο δρόμο.)
ΕΚΕΙΝΟΣ
Ωραία μέρα σήμερα!
ΑΛΛΗ
Ωραίες οι μέρες όλες.
ΕΚΕΙΝΟΣ
Για μένα κάτι αλλιώτικο. Έρχομαι από τα βόρεια.
(προχωρούν μαζί βγαίνοντας από τη σκηνή)
ΑΛΛΗ Δουλειές;
ΕΚΕΙΝΟΣ
Δε θα 'λεγα δουλειές. Μα έχω εδώ ένα θείο
ττου μου 'γραψε πως...

(Τα λόγια δεν ακούγονται πια)

ΑΥΛΑΙΑ