ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΑΓΑΠΗ
Τόπος: Αθήνα Χρόνος: 2025 Πρόσωπα: Εκείνος, Εκείνη , Άλλη.
Δωμάτιο ακατάστατο.
Στο δεξιό μέρος η εξώπορτα και δεξιά της δρόμος.
Εκείνος καθισμένος και Εκείνη στα γόνατά του.)
ΕΚΕΙΝΟΣ
Και πότε αγάπη μου χρυσή να μ' αγαπάς θα πάψεις;
EKEΙNH
Στο έχω πει αγαπούλα μου-θες να τ' ακούσεις πάλι;
ΕΚΕΙΝΟΣ
Ναι! Πες το μου αγάπη μου. το λες ωραία τόσο...
ΕΚΕIΝΗ
…Όταν θα πάψει ο ουρανός γεμάτος με ρουκέτες
πύραυλους, αερόπλανα και διαστημόπλοια να 'ναι.
ΕΚΕΙΝΟΣ
Ω! Τι γλυκά τα λόγια σου που είναι αγαπούλα!
Κι τι όμορφα που αντηχούν! Σαν από ηχείο μέσα
της πιο ψηλής πιστότητας να βγαίνουν!
ΕΚΕΙΝΗ
Ω! Καλέ μου!
Δεν το 'λεγα ν' αξιωθώ κάποιος να εγκωμιάσει
τόσο πολύ τα λόγια μου. Και πες μου άγγελέ μου
πόσο υψηλής συχνότητας;
ΕΚΕΙΝΟΣ
Αχ! Όσο δέκα τζι έι.
ΕΚΕΙΝΗ
(παθιασμένη)
Με λιώνεις γλύκα μου χρυσή! Μα ας μη ρωτήσω πάλι
και τέτοια πάλι μου ειπείς γιατί με παραλύεις.
Τουλάχιστον πάλι ποτέ όταν η ώρα φτάνει
να πάμε να ψωνίσουμε. Καλή 'ναι η αγάπη,
αλλά, λατρεία μου καλή, πρέπει να τρώμε κιόλας,
Αλλιώς αντίο κι η ζωή κι ο έρωτας μαζί της.
ΕΚΕΙΝΟΣ
Λίγο ακόμη ας κάτσουμε αγάπη μου και πάμε.
Θέλω απ' τα χειλάκια σου ν' ακούω τα λογάκια
που όπως οι βόμβες αντηχούν στο σπίτι του Καντάφι.
ΕΚΕΙΝΗ
Ορκίσου μου πως ολ’ αυτά που λες αλήθεια είναι.
Πες μου πως δεν ειν' ολ' αυτά συνήθεια και ρουτίνα.
Πες μου πως θα κρατήσουνε για πάντα, όπως κρατάει
τη ραδιενέργεια μακριά ένα μας καταφύγιο.
ΕΚΕΙΝΟΣ
Στ' ορκίζομαι πως ολ' αυτά που βγαίνουν μου απ' το
στόμα
τόσο ειν' αλήθεια όσο πως σε δυο μονάχα χρόνια
ασύρματα τηλέφωνα δω πέρα θα 'χουν όλοι.
ΕΚΕΙΝΗ
Αν είναι τέτοια να μου λες, ας κάτσουμε ακόμα.
Και όχι λίγο μοναχά, μα όσο εσύ θελήσεις.
Μίλα μου όμως. Μίλα μου με τις ωραίες λέξεις
που τόσο ηχούν ωραία στ' αυτιά, που λέω πως εισ' ο
μόνος
που ξέρει όμορφα πολύ κι ωραία να μιλάει.
Λέγε λοιπόν. Λέγε και συ κι αν κι από με να μάθεις
θες κατιτί, μη μια στιγμή διστάσεις-ρώτησέ με.
Αφού αυτό η αγάπη μας ζητάει, αυτό ας γίνει.
ΕΚΕΙΝΟΣ
Τι να σου πω αγάπη μου που ό,τι να πω θελήσω
μ' έχει προλάβει η τεχνική και πάντα μένω πίσω.
Καμιά φορά τον έρωτα που 'χω τονε συγκρίνω
με της μεγάλης χώρας μας τις μέγιστες προόδους'
όμως ευθύς τις βλάστημες τις σκέψεις αποδιώχνω-
όχι, δε γίνεται αυτές καλλίτερές του να 'ναι.
ΕΚΕΙΝΗ
Κι ίδια μ' αυτές να μ' έλεγες πάλι δε θα με γνοιάξει-
μπροστά στο μεγαλείο τους ποιος νους δε θα
θαμάξει;
ΕΚΕΙΝΟΣ
Τα μάτια σου μοιάζουν λαμπρές εικόνες των
κομπιούτερς
έτσι όπως εμφανίζονται σε μια τιβής οθόνη.
ΕΚΕΙΝΗ
Τα δάχτυλά σου μοιάζουνε μέγγενη ατσαλένια
όπως αυτή που άδραξε του φεγγαριού τα βράχια
και ως τη γη μας τα 'φερε.
ΕΚΕΙΝΟΣ
Σα λέιζερ ακτίνα
με καίει η ματιά σου. Με μεθάς σα να 'χω πιει χασίσι.
Τα χείλη σου τα ρόδινα έχουνε ώρες ώρες
εν' άσπρο χρώμα, πελιδνό, σαν των παιδιών το δέρμα
που να πεθαίνουν βλέπουμε από πείνα στις Ινδίες.
Στους ροζ τους γύρους χάνομαι, καθώς χαμένοι νιώθουν
οι εμιγκρέδες που 'ρχονται να ζήσουν εδώ πέρα.
Κι ως για το στόμα σου καλή-ω! τι να πω για κείνο-
σα σκοτεινή γεώτρηση μοιάζει που πλούτη δίνει'
και τόσο είναι πολύτιμο το σάλιο του σαν όϊλ!
ΕΚΕΙΝΗ
Όταν μ' αγγίζεις ελαφρά τρέμω σαν Ναγκασάκι
κι όταν με σφίγγεις πάνω σου χάνομαι από τον
κόσμο.
Η αγκαλιά σου αγάπη μου σαν εφορία με κλείνει.
ΕΚΕΙΝΟΣ
Μωράκι μου θα είμαστε μαζί ώσπου ένα κόμμα
που να μην κλέβει να φανεί.
ΕΚΕΙΝΗ
Λατρεία μου με λυώνεις!
ΕΚΕΙΝΟΣ
Θα χτίσουμε αντιατομικό, υπόγειο καταφύγιο
και μέσα του η αγάπη μας θ' ανθεί σαν μανιτάρι.
ΕΚΕΙΝΗ
Και θα 'χουμ' ένα εξοχικό στη γη επάνω σπίτι
και όταν σίγουροι είμαστε πως πόλεμος δε φτάνει,
θα βγαίνουμε απ' την τρύπα μας ώστε το καυσαέριο
λιγάκι να γευόμαστε που θα μας έχει λείψει.
ΕΚΕΙΝΗ
Όταν μαζί μου είσαι συ δε θέλω καυσαέρια.
ΕΚΕΙΝΗ
Αγάπη μου, τόσο λοιπόν μεγάλη αγάπη μου 'χεις;
ΕΚΕΙΝΟΣ
Κι ακόμα μεγαλύτερη. Κοντά σου θα μπορούσα
να ζήσω έστω ακόμα κι αν μου λείπαν οι ληστείες,
διαφθορά και. η τιβί. Ακόμα και οι φόροι.
ΕΚΕΙΝΗ
Ω! Με σκοτώνεις! Με μεθάς! Τι θα μπορούσα τάχα
να πω κι εγώ ισάξιο με όσα τώρα ακούω...
ΕΚΕΙΝΟΣ
Φτάνει χαρά μου πou ακώ τους χτύπους της καρδιάς
σου
Σαν βόμβα τρομοκρατική καθένας τους μου μοιάζει.
ΕΚΕΙΝΗ
Τόσο λοιπόν ξεπέρασε της ασφαλείας τα όρια
και τόσο είναι παράνομη η αγάπη σου για μένα;
ΕΚΕΙΝΟΣ
Ε! Όχι δα λατρεία μου! Γιατί μη σου ξεφεύγει
πως παντρεμένοι είμαστε για τρεις ημέρες τώρα.
Και πως αφότου μέρες δυο πιο πριν σ' έχω γνωρίσει
δεν έλειψε ο έρωτας καθόλου από τους δυο μας.
ΕΚΕΙΝΗ
Ω! Πώς να περιγράψω εγώ το κάθε αγκάλιασμά μας...
Σα δύο να συγκρούονταν του Έκτου Στόλου πλοία.
Ή δύο αερόπλανα να πέφτουν το 'να στ' άλλο.
Ή σαν να πέφτει στον γκρεμό αμάξι πou o σωφέρ
του
ήπιε πολύ και μέθυσε κι ακόμα τ' οδηγάει.
ΕΚΕΙΝΟΣ
Είσαι σαν γκόβερνο για με που όλα μου τα ξέρει.
Και σαν κομπιούτερ που όλα μου κατέχει τα
στοιχεία.
Και δεν μπορώ να σου κρυφτώ-και μια πετρούλα
ακόμα
πα' στο φεγγάρι να 'μουνα, μ' εκατοστού ακρίβεια
στον πύραυλό σου εύκολο θα 'ταν να με χτυπήσει.
ΕΚΕΙΝΗ
Ω! Πόσο διάφορο εγώ το πράγμα αυτό το βλέπω!
Αλλά και πόσο δείχνει αυτό το πόσο σ' αγαπάω
και πόσο συ με αγαπάς, αφού τόσο καθένας
κοντά στον άλλο βρίσκεται χωρίς να το γνωρίζει!
Γιατί εγώ αιστάνομαι σα διαστημόπλοιο να 'μαι
που μέρες τρεις κίνησε πριν και που όλο ταξιδεύει
μες στ' αχανές το άπειρο. Και το άπειρο εσύ 'σαι.
Και κάθε τόσο συναντώ και σου γνωρίζω κάτι-
και δε μου φτάνει μια ζωή καλέ να σε γνωρίσω.
ΕΚΕΙΝΟΣ
Ω Πόθοι μου που βράζετε σαν άζωτο υγρό
και που θα βράζατε έστω κι αν ,κορμί θα 'χα σκεβρό!
Σιγήστε λίγο. Κάνετε πως λίγο δεν ακούτε
το τι το στοματάκι αυτό το ίδιο με κρατήρα
που υδρογόνου βόμβα ανοι', τόσα για μένα λέει.
ΕΚΕΙΝΗ
Ηλεκτροφόρα αγάπη μου καλώδια τα μαλλιά σου
όπως αυτά που κουβαλούν του ηλεκτρισμού το
δώρο
για τις βιομηχανίες μας. Κι ειν' το δικό μου χέρι
το υπουργείο Ενέργειας που όλα συντονίζει.
ΕΚΕΙΝΟΣ
Δε θα ξεχάσω αγάπη μου ποτέ αυτό που είπες.
EKEΙNH
Δε στο είπα εγώ καλέ μου.
Τόσο έχουμ' ένα γίνει
που εσύ 'σαι που μιλάει
με το στόμα το δικό μου.
Αν μου φύγεις κάποια μέρα
τη στιγμή την ίδια εκείνη
θα πεθάνώ δίχως άλλο.
ΕΚΕΙΝΟΣ
Μη για χωρισμό καλή μου
αναφέρεις για τους δυο μας'
δε χωρίζουμε ποτέ μας-
Όπως η ντροπή για πάντα
έχει από τον κόσμο λείψει,
όπως η Ελλάδα αιώνια
θα 'ναι πάτος στην Ευρώπη,
όπως αιωνίως θα παίζουν
οι τιβί γελοία έργα,
όπως πάντοτε οι κυρίες
ντροπαλές και φοβισμένες
θα κρυβόνται απ τον εαυτό τους
κι όχι στους κυρίους θα λένε
και θα τρέμουν μη τις δούνε
να μιλούνε μ' έναν άντρα
και στο σπίτι τους θα κλειούνται
σαν 'κατόχρονες γριούλες,
όπως οι έλληνες για πάντα
κλέφτες θα 'ναι και αγύρτες,
όπως θα 'ναι η Γαλλία
σωβινίστρια και κούφη,
κι όπως άφραγκοι για πάντα
οι ποιητές στη γη μας θα 'ναι,
έτσι πάντα και για μένα
μια γυναίκα θα υπάρχει:
Συ καλή μου! Και αιώνια
θα 'μαι δίπλα σου-κοντά σου.
ΕΚΕΙΝΗ
'Οπως πάντοτε οι πλούσιοι τους φτωχούς θα βασανίζουν,
όπως πάντοτε το αίμα αδικοχυμένο θα 'ναι,
όπως πάντα η καλοσύνη για βλακεία θα μετράει,
όπως πάντα,άσχετοι κάποιοι, ποιητές θα λεν πως είναι
και μαζί τους θα γελάνε παρδαλά και μη κατσίκια'
όπως πάντοτε οι κυρίες
θ' αγνοούνε πως η ζήση
μια φορά μονάχα είναι
και ποτέ δε θα ξανάρθει
και από σεμνοτυφία
κι από φόβο των τριγύρω
των κυρίων θ' αγνοούνε
την ασίγαστη λαχτάρα
και στον Άδη θα τους στέλνουν
πριν ακόμα αυτοί πεθάνουν,
κι ως αυτές τάχα αγνοούνε
τη φωτιά που ’χουν ανάψει
που και κείνους και τις ίδιες
μες στις φλόγες της θα κάψει'
όπως πάντα οι αηδίες
θα ποζάρουν για σοφίες'
όπως πάντα το γαϊδούρι
Θα ’χει υπομονή και πείσμα
κι όπως το Βορρά για πάντα
η βελόνα θα μας δείχνει,
έτσι πάντοτε καλέ μου
θα 'μαι δίπλα σου-κοντά σου.
ΚΑΙ_ΟΙ ΔΥΌ
Ω! Τι σπάνια ευτυχία μας τους δύο που ενώνει!
Ω! Πώς θα 'μαστε οι δυο μας αιωνίως ερωτευμένοι!
ΕΚΕΙΝΟΣ
Μ’ αγάπη μου ας συνέλθουμε για λίγο απ’ την αγάπη
κι ας πάμε να ψωνίσουμε. Όσο πεζό κι αν είναι
ειν' όμως απαραίτητο. Ετούτο το στομάχι
για να μας κάνει το κορμί γερό σαν το δικό μου
κι όπως εσένα όμορφο, να ταϊστεί γυρεύει.
EKEΙNH
Ω! Ναι! Ας πάμε αγάπη μου! Kι όταν θα ξαναρθούμε
μ' άλλα φιλιά και αγκαλιές-με νιες χαρές μεθούμε.
(Σηκώνονται και πηγαίνουν προς την πόρτα. Στέκουν μπροστά της και φιλιούναί)
ΕΚΕΙΝΟΣ
Πήρες αγάπη μου λεφτά;
ΕΚΕΙΝΗ
Δεν πήρα-όχι, καλέ μου,
σήμερα ειν' η μέρα σου-ξέχασες;-να πληρώσεις.
ΕΚΕΙΝΟΣ
Πλήρωσα χτες αγάπη μου-αυτό δεν το θυμάσαι;
ΕΚΕΙΝΗ
Ναι, το θυμάμαι αγάπη μου, αλλά θυμάμαι ακόμα
ότι εγώ επλήρωσα δύο φορές συνέχεια-
μία προχτές, κι αντιπροχτές η δεύτερη-θυμάσαι;
τo πορτοφόλι σου εδώ το είχες ξεχασμένο.
(τα χέρια τους χωρίζονται)
ΕΚΕΙΝΟΣ
Μα τα λεφτά που έδωσες αμέσως στα 'χα δώσει
στο σπίτι όταν γυρίσαμε.
EKEΙNH
Όχι αγάπη μου, όχι.
Ήταν η τράπεζα κλειστή και δεν είχες παρμένα.
ΕΚΕΙΝΟΣ
Θυμάμαι πως στα έδωσα. Είχα στο σπίτι λίγα.
ΕΚΕΙΝΗ
Δεν τα ’δωσες!
ΕΚΕΙΝΟΣ
Στα έδωσα!
EKEΙNH
Δεν τα 'δωσες σου λέω!
ΕΚΕΙΝΟΣ
Θυμάμαι ακόμα το ποσό- εξήμισυ ευρώ ήταν.
ΕΚΕΙΝΗ
Ναι, αλλά δε μου τα 'δωσες.
ΕΚΕΙΝΟΣ
Στα 'δωσα και το ξέρεις.
EKEINH
Ώστε λοιπόν λέω ψέματα;
ΕΚΕΙΝΟΣ
Έτσι μου μοιάζει εμένα.
ΕΚΕΙΝΗ
Ψεύτη να πεις τα μούτρα σου.
ΕΚΕΙΝΟΣ
Εγώ δεν είμαι ψεύτης.
EKEINH
Δεν είσαι ψεύτης μοναχά, παρά και κλέφτης είσαι,
ΕΚΕΙΝΟΣ
Ώστε έτσι;
EKEΙNH
Και χειρότερα. Δώσε μου τα λεφτά μου!
ΕΚΕΙΝΟΣ
Σου τα 'δωσα, Παράτα με.
ΕΚΕίΝΗ
(Τον πιάνει από το γιακά και τον τραντάζει)
Αλήτη τα λεφτά μου!
ΕΚΕΊΝΟΣ
Άσε με βρώμικο τσουλί γιατί θα το πληρώσεις.
ΕΚΕΙΝΗ
Δος τα λεφτά μου.
ΕΚΕΙΝΟΣ
Άσε με.
ΕΚΕΙΝΗ
Δος τα λεφτά μου λέω.
ΕΚΕΙΝΟΣ (τη χτυπάει)
Παλιοβρωμιάρα!
ΕΚΕΙΝΗ
Τι έκανες; Συ χτύπησες εμένα;
(ορμάει πάνω του. Αλληλοχτυπιούνται. Τέλος χωρίζουν)
ΕΚΕΙΝΟΣ
Πουτάνα φύγε από δω γιατί θα σε σκοτώσω...
ΕΚΕΙΝΗ
Δε φεύγω από το σπίτι μου. Να φύγεις συ αλήτη.
ΕΚΕΙΝΟΣ
(παίρνει δυο τρία πράγματα και πηγαίνει προς την πόρτα)
Φεύγω. Και αύριο πρωί πάω στο δικηγόρο.
EKEINH
Χίλιες φορές κι ακόμα μια. Χάσου από δω βρωμιάρη.
ΕΚΕΙΝΟΣ
Είσαι το ασχημότερο του κόσμου όλου πλάσμα.
ΕΚΕΙΝΗ
(Τoυ πετάει ένα βάζο)
Θα σου τα πάρω τα λεφτά που μου χρωστάς.
ΕΚΕΙΝΟΣ
Γαμήσου.
ΕΚΕΙΝΗ
(ορμάει επάνω του) Θα σε σκοτώσω. Σε μισώ.
ΕΚΕΙΝΟΣ
Περσότερο από μένα;
(βγαίνει και κλείνει την πόρτα δυνατά πίσω του)
ΕΚΕΙΝΗ
Να πας στο διάολο κάθαρμα.
(εκείνος στέκεται απέξω από την πόρτα για ν' ανάψει ένα τσιγάρο, ενώ εκείνη παίρνει έναν αριθμό στο τηλέφωνο)
Εμπρός!..Γεια σου μωρό μου... Δεν ξέρεις πόσο μου 'λειψες…
Ελεύθερος απόψε;
(έξω περνάει η ΆΛΛΗ στο δρόμο.)
ΕΚΕΙΝΟΣ
Ωραία μέρα σήμερα!
ΑΛΛΗ
Ωραίες οι μέρες όλες.
ΕΚΕΙΝΟΣ
Για μένα κάτι αλλιώτικο. Έρχομαι από τα βόρεια.
(προχωρούν μαζί βγαίνοντας από τη σκηνή)
ΑΛΛΗ Δουλειές;
ΕΚΕΙΝΟΣ
Δε θα 'λεγα δουλειές. Μα έχω εδώ ένα θείο
ττου μου 'γραψε πως...
(Τα λόγια δεν ακούγονται πια)
ΑΥΛΑΙΑ
Πέμπτη 27 Νοεμβρίου 2025
Τετάρτη 26 Νοεμβρίου 2025
" Ο ΠΡΩΗΝ ΜΟΥ"
(μονόπρακτο)
ΠΡΟΣΩΠΑ:
ΑΝΕΣΤΗΣ
ΘΑΝΑΣΗΣ (φίλος του)
ΜΑΡΙΝΑ (κοριτσάκι εννέα χρονών)
ΑΝΘΗ (σύντροφος του Θανάση)
ΒΙΒΗ (σύζυγος του Ανέστη)
ΦΩΝΕΣ γυναικών και αντρών
ΣΚΗΝΗ ΠΡΩΤΗ
Το σπίτι του Ανέστη.
Δωμάτιο με πόρτα που οδηγεί στο χολ και άλλη που οδηγεί στο υπόλοιπο σπίτι.
Ο Ανέστης τρώει στο τραπέζι. Χτύποι στην πόρτα.
Σηκώνεται και ανοίγει. Μπαίνει ο Θανάσης.
ΑΝΕΣΤΗΣ
Καλώς τον. Έλα να φάμε. Κολατσίζω.
ΘΑΝΑΣΗΣ
Έχω φάει. Καλή σου όρεξη.
(κάθεται σε μια καρέκλα)
ΑΝΕΣΤΗΣ
Σχεδόν τελείωσα κι εγώ. Τι να φάω… Φαί κι αυτό… και άμα τρως μόνος σου δεν έχεις και μεγάλη όρεξη…
(Βάζει την καρέκλα του απέναντι από του Θανάση)
ΘΑΝΑΣΗΣ
Δεν γύρισε ακόμα η Βιβή;
ΑΝΕΣΤΗΣ
Μπα! Όταν πηγαίνει στη μητέρα της ξεχνιέται…
(Με ενδιαφέρον)
Τι έγινε;
ΘΑΝΑΣΗΣ
Τι να γίνει…
ΑΝΕΣΤΗΣ
Της μίλησες;
ΘΑΝΑΣΗΣ
Ναι.
ΑΝΕΣΤΗΣ
Λοιπόν;
ΘΑΝΑΣΗΣ
Τα ίδια.
ΑΝΕΣΤΗΣ
Δηλαδή;..
ΘΑΝΑΣΗΣ
Τι δηλαδή; Τίποτα. Δεν είναι ευχαριστημένη από τη ζωή της λέει.
(Σιωπή)
ΑΝΕΣΤΗΣ
Τη ρώτησες γιατί; Τι είπε;
ΘΑΝΑΣΗΣ
Δε με θέλει άλλο λέει. Δεν έχω λεφτά λέει, δεν της αγοράζω μηχανάκι που θέλει λέει, τελειώσαμε λέει.
ΑΝΕΣΤΗΣ
Και έτσι πετάει ενός χρόνου σχέση-«τελειώσαμε»;
ΘΑΝΑΣΗΣ
Δεν μου το είπε, αλλά έμαθα ότι γνώρισε κάποιον άλλον, που έχει ένα μαγαζί που πουλάει ρούχα.
ΑΝΕΣΤΗΣ
Ώστε ζήτημα χρημάτων;…
ΘΑΝΑΣΗΣ
Δεν
ξέρω ρε Ανέστη. Δεν ξέρω τι να πω. Έχει και μια καινούργια φιλενάδα που
ήρθε εδώ κι ένα μήνα στην πολυκατοικία. Μήπως κι αυτή της βάζει ιδέες…
Της είπα μήπως θέλει να ζήσει κοντά στη μητέρα της να μετακομίσουμε,
ούτε αυτό δεν της άρεσε. Τη μια μου λέει ότι δεν την ενδιαφέρει το
χρήμα, την άλλη ότι θέλει να ζήσει τη ζωή της. Και μαζί μου δεν ζεις;
της λέω. Δεν πηγαίνουμε σε ταβερνάκια; Δεν σε έχω πάει στην Θεσσαλονίκη;
Δεν σου αγοράζω όποιο άρωμα μου ζητάς; Τι άλλο θέλεις, πες το μου και
θα το κάνω. Θα δουλέψω διπλή βάρδια και θα το κάνω-ότι και να μου
ζητήσεις.
ΑΝΕΣΤΗΣ
Και τι λέει;
ΘΑΝΑΣΗΣ
Ώσπου να γίνουν όλα
αυτά η ζωή της θα έχει φύγει, τέτοια. Άλλα λέγαμε όμως ρε Ανέστη τότε,
όταν γνωριστήκαμε. Η αγάπη μας ήτανε μεγάλη και σταθερή για δέκα
ολόκληρους μήνες.
Ξέρεις πόσο ταιριαστοί ήμασταν. Μαζί σας βρεθήκαμε
πολλές φορές και έβλεπες και συ ότι όλα ήτανε καλά ανάμεσά μας. Και όταν
βγαίναμε οι τέσσεροί μας, έδειξε ποτέ να μην της αρέσει κάτι;
Σου λέω Ανέστη, δεν χωρίζαμε παρά μόνον όταν πήγαινα στη δουλειά.
ΑΝΕΣΤΗΣ
Θυμάμαι πόσο αλήθεια ήσασταν ταιριαστοί. Όταν της αγόρασες εκείνο το δαχτυλίδι ήταν πραγματικά ευτυχισμένη…
ΘΑΝΑΣΗΣ
Και
την αγαπώ ρε Ανέστη. Όταν κάναμε όρκους αγάπης εγώ τους εννοούσα ρε
Ανέστη. Αυτή ήταν και είναι η ζωή μου και η ευτυχία μου. Κι ήταν κι αυτή
ευτυχισμένη. Το έδειχνε με όλους τους τρόπους. Και τώρα…
ΑΝΕΣΤΗΣ
Κι
εγώ έβλεπα ότι κι αυτή σε αγαπάει. Το έδειχνε ακόμα και όταν ήμασταν οι
τρεις μας-εγώ με την Βιβή κι εκείνη. Μα πες μου, είναι τόσο ρηχή που να
πετάει μια αγάπη για τι-για λίγα λεφτά πάρα πάνω όπως μου λες;
ΘΑΝΑΣΗΣ
Δεν ξέρω τι να πω κι εγώ ρε Ανέστη. Τι έχει μέσα στο μυαλό της πού να ξέρω…
ΑΝΕΣΤΗΣ
…Σου έχει κάνει λόγο για γάμο; Μήπως αυτό θέλει;
ΘΑΝΑΣΗΣ
Δεν
έχει δείξει κάτι τέτοιο. Ούτε μου έχει πει κάτι σχετικά, που να δείχνει
ότι το θέλει. Και όταν εγώ της μίλησα για γάμο μια φορά, δεν
ενθουσιάστηκε. Αν θα το ήθελε, την άλλη Κυριακή θα πηγαίναμε στην
εκκλησία … Μια τέτοια σχέση ποιος δεν θα ήθελε να κρατήσει μια ολόκληρη
ζωή… Δεν μπορώ να ζήσω χωρίς αυτήν ρε Ανέστη… Στο λέω. Από τότε που
την γνώρισα, μόνον κοντά της υπάρχω. Τις άλλες ώρες λες ότι δεν ζω…
ΑΝΕΣΤΗΣ
..Πού είναι τώρα; Στο σπίτι;
ΘΑΝΑΣΗΣ
Εκεί
την άφησα. Δεν ξέρω τι να κάνω μαζί της. Κάποιες φορές μου έρχονται
τρελές ιδέες στο μυαλό. Την αγαπώ ρε Ανέστη! Το καταλαβαίνεις;
ΑΝΕΣΤΗΣ
Το ξέρω-δεν το ξέρω;
(Χτύποι στην πόρτα)
ΘΑΝΑΣΗΣ
(Ανοίγει. Πίσω της στέκει η Μαρίνα)
ΜΑΡΙΝΑ
Γεια σας.
(στον Ανέστη)
Πάω στην αγορά κύριε Ανέστη-θέλετε τίποτα από κει;
ΑΝΕΣΤΗΣ
Όχι κοριτσάκι μου, σήμερα έχω απ’ όλα, ευχαριστώ.
ΜΑΡΙΝΑ
(κοιτάζοντας προς τον Θανάση)
Για τον κύριο Θανάση δε ρωτάω, η κυρία Ανθή δεν λείπει… Γεια σας…
(φεύγει τρέχοντας)
ΑΝΕΣΤΗΣ
Τρελοκόριτσο αλλά πάντα εξυπηρετικό το Μαρινάκι.. Καλλίτερη κι από ορντινάντσα στο στρατό…
ΘΑΝΑΣΗΣ
(επαναφέροντας τον Ανέστη στην προηγούμενη συζήτησή τους)
Μίλησέ
της κι εσύ ρε Ανέστη. Καλά έχω καταλάβει ότι έχει βάλει στο μάτι άλλον,
ή κάτι άλλο είναι που θέλει να τα χαλάσουμε; Εσύ τα ξέρεις όλα τα δικά
μας.
ΑΝΕΣΤΗΣ
Θα της μιλήσω.
ΘΑΝΑΣΗΣ
Τώρα. Σήμερα. Πάρτην στο
τηλέφωνο, στο σπίτι την άφησα. Πες της να έρθει, βρες μια πρόφαση, ότι
θέλεις παρέα ξέρω γω, και ρε Ανέστη, να είμαι στο διπλανό δωμάτιο εγώ,
να ακούσω τι θα σου πει;
ΑΝΕΣΤΗΣ
Δεν είναι σωστό...
ΘΑΝΑΣΗΣ
Γιατί; Να ακούσω τι θα πει κι αν θα πει τα ίδια και σε σένα. Εδώ παίζεται η ζωή μου Ανέστη…
ΑΝΕΣΤΗΣ
Εξάλλου αν το καταλάβει θα χαλάσει τελείως η δουλειά και δεν θα εμπιστεύεται πια ούτε εμένα.
ΘΑΝΑΣΗΣ
Πού θα το καταλάβει; Αν καταλάβω πως υποψιάστηκε τίποτα, θα βγω γρήγορα από την πίσω πόρτα και ούτε γάτα ούτε ζημιά.
ΑΝΕΣΤΗΣ
Καλά. Κάτσε να την πάρω.
(σχηματίζει έναν αριθμό στο τηλέφωνο)
Γεια σου Ανθή. Τι κάνεις;
ΑΝΘΗ
(φωνή της στο τηλέφωνο)
Γεια σου Ανέστη. Καλά είμαι, εσύ;
ΑΝΕΣΤΗΣ
Τα ίδια όπως τα ξέρεις.
ΑΝΘΗ
Η Βιβή εκεί είναι;
ΑΝΕΣΤΗΣ
Όχι, έχει πάει στη μάνα της και όταν πηγαίνει εκεί ξεχνάει να γυρίσει.
(βλέποντας συνωμοτικά τον Θανάση)
Ο Θανάσης εκεί είναι;
ΑΝΘΗ
Όχι. Βγήκε.
ΑΝΕΣΤΗΣ
Δεν έρχεσαι από δω να πιούμε ένα καφεδάκι; Έχω μοναξιές. Ή έχεις να κάνεις κάτι;
ΑΝΘΗ
Να κατεβάσω το φαϊ από τη φωτιά και θα πεταχτώ. Έχω κάτι δουλίτσες σήμερα αλλά θα τις αφήσω για αργότερα ή για αύριο. Έρχομαι.
ΑΝΕΣΤΗΣ
Άσε ένα σημείωμα στον Θανάση πού είσαι, ώστε αν το δει να έρθει εδώ κι αυτός.
ΑΝΘΗ.
Εντάξει.
(Ο Ανέστης αφήνει το ακουστικό. Στον Θανάση)
Έρχεται λέει.
ΘΑΝΑΣΗΣ
Ωραία. Κι εγώ θα είμαι δίπλα. Να μάθω ρε Ανέστη, τι κεντρί την τσίμπησε....
ΑΝΕΣΤΗΣ
Μήπως
όλα αυτά είναι της φαντασίας σου Θανάση; Μάλλον θα έλεγα, μήπως
υπερβάλλεις κάπως; Στο κάτω κάτω είσαστε μαζί ένα χρόνο τώρα, αλλάζουν
οι άνθρωποι με τον καιρό… Βέβαια κι εγώ έχω δει μιαν αλλαγή στη μεταξύ
σας συμπεριφορά τελευταία…
ΘΑΝΑΣΗΣ
Τι φαντασίες Ανέστη…Ο καθένας θα έβλεπε τη διαφορά στα λόγια της και περισσότερο στην συμπεριφορά της.
ΑΝΕΣΤΗΣ
Καμιά φορά, οι άνθρωποι είναι φυσιολογικό να αλλάζουν κάπως τρόπους αντίδρασης στις ίδιες καταστάσεις που αντιμετωπίζουν,..
ΘΑΝΑΣΗΣ
Δεν
φτάνουν όμως στο σημείο να παύουν να ενδιαφέρονται για τον σύντροφό
τους, να του συμπεριφέρονται άπρεπα, να κάνουν σαν να έχουν φορέσει μια
μάσκα πάνω από το μέχρι τώρα πρόσωπό τους… Μακάρι να κάνω λάθος φίλε
μου. Μακάρι. Θα το ήθελα πολύ αυτό…
(Χτύποι στην πόρτα)
ΑΝΕΣΤΗΣ
Αυτή θα είναι…
(Ο Θανάσης βγαίνει στο διπλανό δωμάτιο. Ο Ανέστης ανοίγει την εξώπορτα και μπαίνει η Ανθή.)
ΑΝΘΗ
Γεια σου Ανέστη.
ΑΝΕΣΤΗΣ
Καλώς τηνε. .
(αστειευόμενος)
Το κατέβασες το φαγητό-εντάξει;
ΑΝΘΗ
Ναι, όλα καλά. Η Βιβή πάλι στη μαμά της;
ΑΝΕΣΤΗΣ
Πάλι και πάλι…
Κάθισε Ανθούλα.
(Η Ανθή και ο ΣΑνέστης κάθονται,)
…Την χάνω κάθε τόσο. Ας πηγαίνει. Μόνον να μην αργεί να γυρίσει. Γιατί καμιά φορά έρχεται αργά το βράδυ.
ΑΝΘΗ
Η Βιβή έχει τη μαμά της κοντά της. Καλό είναι αυτό, σπάζει λίγο την καθημερινή ρουτίνα.
ΑΝΕΣΤΗΣ
(Δήθεν θιγμένος)
Ώστε ρουτίνα είναι η συντροφιά μου για την γυναίκα μου;..
ΑΝΘΗ
Έλα
τώρα! Δεν ήθελα να πω αυτό. Κι εγώ αν είχα κοντά μου τη μητέρα μου θα
πήγαινα κάθε μέρα να την βλέπω…Όλο τα ίδια και τα ίδια κάθε μέρα,
χρειάζεται κανείς και μια αλλαγή. Και ο Θανάσης καλός είναι, όμως
ρουτίνα θα έλεγα και την δική μας παρέα με ίδια τη μια μέρα με την
άλλη.
ΑΝΕΣΤΗΣ
Τώρα που το λες, τελευταία βλέπω ότι έχετε μια τάση
να μαλώνετε για ασήμαντα πράγματα. Όπως ας πούμε προχτές που εσύ ήθελες
να φύγετε από την ταβέρνα ενώ ο Θανάσης ήθελε να μείνετε λίγο ακόμη.
ΑΝΘΗ
Αυτό
ήταν άλλο. Δεν ήταν για το αν θα μέναμε λίγο πάρα πάνω ή όχι, αλλά
τίνος η γνώμη θα γινόταν. Γιατί δηλαδή έπρεπε εγώ να συμφωνήσω με τη
γνώμη του Θανάση και όχι αυτός με την δική μου…
Μήπως επειδή αυτός δουλεύει; Κι εγώ μπορώ να δουλέψω. Και τις προάλλες δεν με άφησε να πάω στο Τυπογραφείο που είχα βρει θέση.
ΑΝΕΣΤΗΣ
Από
ό,τι ξέρω δεν έχει αντίρρηση ο Θανάσης να δουλέψεις. Όμως για το
Τυπογραφείο, έτυχε να ξέρει ότι το αφεντικό εκεί ρίχνεται σε κάθε θηλυκό
που εργάζεται στην εταιρεία του. Γι αυτό είχε αντιρρήσεις.
ΑΝΘΗ
Όμως
η δουλειά είναι και μια διέξοδος από τη ρουτίνα του σπιτιού. Στο κάτω
κάτω ούτε παντρεμένοι είμαστε, ώστε να μην μου επιτρέπει να έχω κι εγώ
τις δικές μου φιλίες. Και αυτός πριν γνωρίσει εμένα είχε δυο φιλενάδες
αλλάξει. Και αν φοβάται ότι θέλω να γνωρίσω κάποιον άλλον άντρα, γιατί
όχι; Την αποκλειστικότητα σ’ αυτό την έχουν οι άντρες; Ούτε παντρεμένοι
είμαστε αλλά και ούτε σκοπεύουμε να παντρευτούμε. Όταν του τα λέω αυτά
ούτε να τ’ ακούσει δεν θέλει. Δε λέω, καλά περνάμε, όμως η ζωή έχει τις
δικές της ανάγκες και επιταγές; Η ζωή Ανέστη προχωρεί. Δεν είναι όπως
στα χωριά μας παλιότερα, που τα ζευγάρια ζούσαν μια ζωή υποχρεωτικά
κολλημένοι ο ένας στον άλλο. Η ζωή φεύγει Ανέστη!
ΑΝΕΣΤΗΣ
Οι
γυναίκες έχουν πολλά χρόνια που αγωνίζονται για να πετύχουν την ισότητά
τους με τους άντρες. Δεν είναι αυτό τωρινή κατάσταση. Όμως πάντοτε
βρίσκεται ένα κοινό σημείο αποδεκτό και από τους δύο-άντρα και γυναίκα-
ώστε να προκύπτει μία ανεκτή συμβίωση μεταξύ τους.
ΑΝΘΗ
Δεν είμαι
ειδική στο φεμινιστικό κίνημα, όμως ξέρω ότι σήμερα η γυναίκα έχει τα
ίδια δικαιώματα με τον άντρα. Ούτε είμαστε ρομπότ να κάνουμε τα ίδια και
τα ίδια για μια ολόκληρη ζωή, Και βέβαια ούτε με το ίδιο πρόσωπο. Το
θέμα δηλαδή αφήνεται στον καθένα να αποφασίζει.
ΑΝΕΣΤΗΣ
Και την αγάπη Ανθή πού την βάζεις;
ΑΝΘΗ
Αγάπη
όσο υπάρχει-ναι. Διάβασα κάπου ότι μόνο οι άστατοι γνωρίζουν τις χαρές
της αγάπης. Οι σταθεροί γεύονται την τραγωδία της. Αυτό λέει ακριβώς
εκείνο που υποστηρίζω κι εγώ. Κι εγώ θέλω να γευτώ τη χαρά της αγάπης. Ο
κόσμος μας μεγάλωσε . Χωράει όλα τα ωραία νέα μέσα του. Χτες ήμουν με
μια φίλη. Δυο βδομάδες είναι που την γνώρισα-δεν την ξέρεις. Και μιλάει
συχνά για τον πρώην της. Πρώην! Μια μικρή παράξενη λεξούλα. Πρώην! Ωραίο
δεν ακούγεται; «Ο πρώην μου»! Ωραίο δεν ηχεί; Πρώην! Που σημαίνει το
όχι τώρα. Και που υπονοεί ότι υπάρχει κάτι καινούργιο- το νυν. Μέσα στις
δύο αυτές λεξούλες πρώην και νυν κρύβεται όλη η ευτυχία που μπορεί να
νιώσει μια γυναίκα. Όταν ο νυν γίνεται πρώην-τι απόλαυση! Κάτι νέο! Κάτι
άγνωρο, που ποιος ξέρει τι καινούργιο κουβαλάει μέσα του… Πρώην… Πόσα
δεν κρύβουν αλλά και πόσα δεν υπόσχονται αυτά τα πέντε γραμματάκια…
ΑΝΕΣΤΗΣ
Μα εσείς-εσύ και ο Θανάσης, από ό,τι ξέρω είστε πολύ αγαπημένοι-τουλάχιστον έτσι δείχνετε σε όποιον σας γνωρίζει.
ΑΝΘΗ
Είμαστε
αγαπημένοι, ναι. Όχι όμως δούλοι και υποτακτικοί ο ένας στον άλλο.
Βρισκόμαστε στον εικοστό πρώτο αιώνα Ανέστη! Εξερευνούμε το σύμπαν και
δεν επιτρέπεται να εξερευνήσουμε τα τριγύρω μας; Ξέρω, η Βιβή δεν έχει
τέτοιες ιδέες. Ταιριάξατε. Είστε μαζί τέσσερα χρόνια και δεν αποκλείεται
να ζήσετε μαζί και άλλα πενήντα ακόμα. Μα εμένα άλλα με καλούν. Αγαπώ
τον Θανάση. Μα όχι όσο για να θυσιάσω την ευτυχία μου και όλη τη ζωή μου
γι αυτόν. Και δεν σου το κρύβω, τον τελευταίο καιρό γνώρισα κάποιον…
ΑΝΕΣΤΗΣ
Προοδευμένες
ιδέες πράγματι. Αν όμως Ανθή ο άλλος ή η άλλη του ζευγαριού έχει άλλην
άποψη για την αγάπη και για τη ζωή-αν η λέξη «πρώην» κάποιους τους
πληγώνει βαθιά;
ΑΝΘΗ
Ας λύσουν το πρόβλημά τους. Έχουν την ελευθερία να ψάξουν καθένας για καινούργιο ταίρι αν το επιθυμεί.
ΑΝΕΣΤΗΣ
Είναι σκληρό για μερικούς να γίνονται πρώην ξέρεις.
ΑΝΘΗ
Τότε τι; Να υπομένει λοιπόν ο άλλος ….
(χτυπάει το κουδούνι της εξώπορτας)
ΑΝΕΣΤΗΣ
Ποιος να είναι; Συγνώμη…
(σηκώνεται και βγαίνει στο χολ. Ακούγεται το άνοιγμα της πόρτας και αμέσως ύστερα η έκπληκτη φωνή του Ανέστη)
Εσύ αγάπη μου; Πώς έτσι νωρίς;
ΒΙΒΗ
(η φωνή της)
Εγώ! Θα σου τα πω… Εσύ όλα καλά;
ΑΝΕΣΤΗΣ
Καλά. Έλα. Είναι μέσα και η Ανθή.
(Μπαίνουν ο Ανέστης και η Βιβή)
ΒΙΒΗ
(Χαρούμενα έκπληκτη)
Ανθούλα!
ΑΝΘΗ
(σηκώνεται)
Βιβή μου!..
(αγκαλιές και φιλιά. Από το μέσα δωμάτιο ακούγεται δυνατά το κλείσιμο πόρτας)
ΒΙΒΗ
(τρομαγμένη, κοιτάζοντας τον Ανέστη)
Τι έγινε;..
(Ο Ανέστης βγαίνει στο πίσω δωμάτιο και αμέσως ξαναγυρίζει)
ΑΝΕΣΤΗΣ
Ο αέρας ήτανε…
ΒΙΒΗ
Και σου το είπα πολλές φορές-θέλει φτιάξιμο ο σύρτης…
ΑΝΕΣΤΗΣ
Έχεις δίκιο αγάπη μου. Αύριο το πρωί κιόλας θα τον φτιάξω. Μα πες μου, γιατί γύρισες τόσο γρήγορα;
ΒΙΒΗ
Θα σου τα πω, τα γνωστά της μάνας μου… όχι τώρα όμως…
(Στην Ανθή που έχει μείνει όρθια)
Πώς από δω Ανθούλα μου; Κάθισε. Συμβαίνει τίποτα με τον Θανάση;
ΑΝΕΣΤΗΣ
Εγώ της τηλεφώνησα να μου κάνει παρέα. Πού να ήξερα ότι θα ερχόσουν τόσο γρήγορα.
ΑΝΘΗ
Να
μην καθίσω καλλίτερα Βιβή μου. Ήρθα γιατί ξέρω πως δεν μπορεί χωρίς
παρέα ο άντρας σου ούτε για μισή ώρα. Καλά που ήρθες όμως για να φύγω..
Σήμερα πληρώνω τους λογαριασμούς του σπιτιού-να μην αλλάξω το πρόγραμμά
μου αφού πια δεν υπάρχει λόγος. Θα τα πούμε εμείς οι δύο το
απογευματάκι, όταν ο Ανέστης πάει στη δουλειά. Θα με πάρεις-ναι;
ΒΙΒΗ
Θέλει και ρώτημα;. Έχουμε τρεις μέρες να ιδωθούμε-έχουμε να πούμε πολλά. Τι να σου πω, αφού έχεις δουλειά…
ΑΝΘΗ
Δουλειές… Λοιπόν γεια σας! Γεια σου Βιβή μου. Γεια σου Ανέστη.
(βγαίνει)
ΑΝΕΣΤΗΣ
Για πες τι έγινε; Σε βαρέθηκε η μάνα σου ή βρήκε άλλη παρέα;
ΒΙΒΗ
Τίποτα
απ’ αυτά. Μόνο ο φυσιοθεραπευτής της τής τηλεφώνησε ότι αντί το
μεσημέρι θα τον εξυπηρετούσε αν πήγαινε το απόγευμα. Και για να μην του
χαλάσει το χατίρι η μητέρα μου του είπε ναι. Γι αυτό την άφησα-να μην
καθίσω εκεί όλο το μεσημέρι και εσύ είσαι μόνος σου. Θα πάω αύριο το
απόγευμα πάλι μια βόλτα.
(απ’ έξω ακούγονται δύο πυροβολισμοί)
ΒΙΒΗ
(τρομαγμένη)
Θεέ μου! Τι ήταν αυτό;
ΑΝΕΣΤΗΣ
(ανήσυχος)
Δεν ξέρω… Έμοιαζε με πυροβολισμούς. Και ήτανε κοντά μας…
(απ’ έξω ακούγονται φωνές τρομαγμένες και βιαστικές)
ΦΩΝΗ ΑΝΤΡΑ ΑΠΕΞΩ
Τη σκότωσε! Πιάστε τον…
ΦΩΝΗ ΓΥΝΑΙΚΑΣ ΑΠΕΞΩ
Την αστυνομία! Την αστυνομία!
ΑΝΕΣΤΗΣ
(θορυβημένος)
Θα πάω να δω…
ΒΙΒΗ
Στάσου! Τι να δεις; Μην ανακατεύεσαι. Κάτσε να δω από το παράθυρο…
(ανοίγει το παράθυρο και βλέπει έξω. Δυνατά)
Μαρίνα! Πού τρέχεις; Τι έγινε;
ΜΑΡΙΝΑ
(η φωνή της)
Την σκότωσε…
ΒΙΒΗ
Ποιος; Τι…
ΜΑΡΙΝΑ
(η φωνή της)
Ένας άντρας λέει σκότωσε μία γυναίκα. Πάω να δω…
(τρέχει)
ΒΙΒΗ
(Κλείνει το παράθυρο)
Τα άκουσες; Ένας άντρας σκότωσε μία γυναίκα.
(κίνηση αγανάκτησης)
Πάλι!...
ΑΝΕΣΤΗΣ
Στάσου, επειδή το είπε η Μαρίνα, θα πει ότι είναι αλήθεια; Πώς το έμαθε κιόλας… Θα βγω έξω να δω…
(σηκώνεται)
ΜΑΡΙΝΑ
(Η φωνή της απέξω)
Κυρία Βιβή! Κυρία Βιβή!
ΒΙΒΗ
(Πηγαίνει στο το παράθυρο και κοιτάζει έξω. Ερωτηματικά)
Ναιαιαι….
Την κυρία Ανθή σκοτώσανε!
ΑΝΕΣΤΗΣ
(αφήνεται να πέσει σε μια καρέκλα αποσβολωμένος)
Θεέ μου!
ΒΙΒΗ
Την Ανθή! Όχι! Δεν είναι δυνατό… Μα γιατί;… Ποιος;.. Θεέ μου…
(κλείνει το παράθυρο.)
Άλλη μια γυναικοκτονία!
(στον Ανέστη, απορημένη)
Μα τι σας έχει πιάσει τελευταία εσάς τους άντρες;..
ΑΥΛΑΙΑ
ΤΟ ΜΙΚΡΟ ΘΕΑΤΡΟ
ΝΕΟΙ ΚΑΙΡΟΙ
Τόπος: Παρίσι, Γαλλία.
Χρόνος: Σήμερα.
Πρόσωπα:
ΠΙΕΡ
ΠΩΛ φίλος του Πιερ
ΛΙΖ γυναίκα του Πιερ
ΖΑΝ, ΜΠΕΡΝΑΡ, ΑΝΤΟΛΦ, παιδιά τους
Δωμάτιο στο σπίτι του Πιερ. Απομεσήμερο.
Καθιστοί στον καναπέ ο Πιερ και ο φίλος του ο Πωλ συζητάνε.
ΠΙΕΡ
…Και ήθελες να πας να κοιμηθείς σε ξενοδοχείο! Βρεθήκαμε μετά τόσα χρόνια στην πόλη μου και θα σε άφηνα να πας σε ξενοδοχείο;
ΠΩΛ
Για να μην σε βάλω σε φασαρία.
ΠΙΕΡ
Φασαρία! Χαρά στο πράγμα.
(δυνατά)
Λιζ!
(μπαίνε η Λιζ)
ΛΙΖ
Ναι αγάπη μου.
ΠΙΕΡ
Να στρώσεις στο σαλόνι για τον Πωλ.
ΛΙΖ
Αυτό θα έκανα. Θα αφήναμε τον κύριο Πωλ να κοιμηθεί στον καναπέ;
(Χαμόγελο)
Αλίμονο…
(βγαίνει)
ΠΙΕΡ
Για θυμήσου βρε Πωλ τα χρόνια μας στα γραφεία της εταιρίας! Τι καιροί κι αυτοί… Ξενύχτια, γλεντάκια, σουλάτσα… Και θυμάσαι τον στριμμένο μας τον διευθυντή;
ΠΩΛ
Τη Μαρί τη θυμάσαι; Πόσο μας έκανε να γελάμε!
ΠΙΕΡ
Θα θυμηθούμε πολλά τώρα που σμίξαμε. Παντρεύτηκες μετά από μένα-έτσι δεν είναι;
ΠΩΛ
Ναι. Πέντε χρόνια μετά από σένα. Είχα μπλέξει με την πολιτική βλέπεις και δεν είχα το νου μου σε παντρειές.
ΠΙΕΡ
Πόσα παιδιά έχεις;
ΠΩΛ
Δύο.
ΠΙΕΡ
Εγώ τρία. Αγόρια και τα τρία.
ΠΩΛ
Θα είναι ολόκληροι άντρες τώρα.
ΠΙΕΡ
Ο πρώτος είναι είκοσι έξη. Οι άλλοι είκοσι δύο και είκοσι ένα. Ο Ζαν πρέπει να είναι ακόμα εδώ.
(δυνατά, προς το μέρος της κουζίνας)
Λιζ! Ο Ζαν ξύπνησε;
ΛΙΖ
(η φωνή της)
Ναι. Τρώει. Θα βγει σε λίγο.
ΠΙΕΡ
Θα τον δεις. Τον προλάβαμε. Οι άλλοι είναι έξω.
ΠΩΛ
Είναι παντρεμένα τα παιδιά;
ΠΙΕΡ
Ο μεσαίος, ο Μπερνάρ, ναι. Οι άλλοι ψάχνουν ακόμα.
ΠΩΛ
Από ότι καταλαβαίνω έχεις φτιάξει μια καλή οικογένεια. Πρέπει να είσαι ευτυχισμένος.
ΠΙΕΡ
Ευτυχισμένος και κάτι πάρα πάνω. Δόξα νάχει ο Θεός.
ΠΩΛ
Ο Ζαν δεν δουλεύει σήμερα;
ΠΙΕΡ
Πώς δεν δουλεύει! Αλλά η δουλειά του είναι νυχτερινή. Είναι ντίλερ.
ΠΩΛ
Ντίλερ… τι εννοείς; Τι πουλάει;
ΠΙΕΡ
Ντίλερ. Ντίλερ ναρκωτικών. Και σπρώχνει και πουλάει ναρκωτικά.
ΠΩΛ
(ερωτηματικά, σαν να μη θέλει να το πιστέψει)
Ντίλερ ναρκωτικών!;
ΠΙΕΡ
Ναι, δεν άκουσες; Α ! Κατάλαβα. Εσύ έχεις μείνει στα δικά μας, στα της δικής μας εποχής φαίνεται. Γι αυτό παραξενεύεσαι.
ΠΩΛ
Ομολογώ πως δεν το περίμενα. Δεν ξέρω… δεν με κοροϊδεύεις, έτσι;
ΠΙΕΡ
Μα τόσο παράξενο σου μοιάζει; Εσύ έχεις μείνει στην εποχή που οι γονείς διάλεγαν το επάγγελμα των παιδιών τους. Πάνε αυτά Πωλ! Πού ζεις; Τώρα τα παιδιά διαλέγουν μόνα τους τι θέλουν να κάνουν με τη ζωή τους.
(μπαίνει ο Ζαν)
ΖΑΝ
…μέρα! Ρε γέρο χτες άφησα στο ντουλάπι ένα δεματάκι με κασέρι και ένα με μπουμπάρι. Δεν το βρίσκω.
ΠΙΕΡ
(σκύβει κάτω από τον καναπέ και βγάζει ένα κουτάκι που το δίνει στον Ζαν)
Νάτο παιδί μου.
(του δίνει το κουτί)
Το έβαλα εδώ μην το μπερδέψει η μητέρα σου με τα δικά της πράγματα.
(στον Ζαν, δείχνοντάς του τον Πωλ)
Ο κύριος είναι παλιός μου συνάδελφος.
ΖΑΝ
(στον Πωλ)
Χάρηκα. Γεια.
(βγαίνει)
ΠΩΛ
Ώστε αλήθεια είναι ντίλερ! Καλά, εσύ… δεν προσπάθησες να τον αποτρέψεις;
ΠΙΕΡ
Να τον αποτρέψω; Τι λες τώρα Πωλ; Πού ζεις; Δεν βλέπεις τηλεόραση; Ραδιόφωνο δεν ακούς; Δεν διαβάζεις εφημερίδες; Δεν έχεις κομπιούτερ; Όλα αυτά υμνούν την μεγάλη επανάσταση: Αφήστε ελεύθερα τα παιδιά! λένε κάθε στιγμή με χίλιες φωνές. Μη μου πεις ότι δεν έχεις κομπιούτερ ή τηλεόραση. Μα και να μην έχεις δεν βλέπεις γύρω σου την μεγάλη αλλαγή που έχει γίνει στη ζωή των ανθρώπων σήμερα; Τόπο στη νέα γενιά, βροντοφωνάζουν όλοι οι αρχηγοί όλων των κρατών του πλανήτη μας. Ψυχολόγοι, κοινωνικοί λειτουργοί, παιδαγωγοί, και κάθε κρατικός φορέας δεν διατυμπανίζουν κάθε μέρα σε όλους τους τόνους το καινούργιο σύνθημα «ΤΟΠΟ ΣΤΑ ΝΙΑΤΑ»; Δεν ακούς τι λένε όλοι αυτοί;
ΠΩΛ
Τι λένε;
ΠΙΕΡ
«Τι λένε»! Μα ότι το παιδί αποφασίζει πια μόνο του για τον εαυτό του.
ΠΩΛ
Δεν λέω, μα…
ΠΙΕΡ
Και όχι για τα μεγάλα παιδιά μόνον. Μιλάνε και για τα μικρά ακόμα παιδάκια. Από εκεί αρχίζει η ελευθερία του ανθρώπου. Πρόσεξε όταν πηγαίνεις να παραγγείλεις κάτι σε ένα ταχυφαγείο ας πούμε. Πρόσεξε τι λέει η μαμά στο παιδάκι της που έχει φέρει μαζί της όταν έρθει η σειρά του να παραγγείλει κι αυτό. Το ρωτάει πώς θέλει τις πατατούλες του, τι δεν θέλει να έχει μέσα η σάλτσα που θα του σερβίρουν, από τι μέρος του κοτόπουλου, του μοσχαριού ή του χοίρου θέλει να είναι ο κιμάς του, τι χρώμα θέλει να έχει το ποτήρι του, αν θέλει να είναι πλαστικό ή γυάλινο, τι ζωγραφίτσα θέλει να έχει επάνω-του Γκούφη; του Υπεράνθρωπου;
Και κανένας από όσους περιμένουν στην ουρά δεν δυσανασχετεί. Γιατί ξέρει ο καθένας ότι δεν πρέπει να δημιουργηθούν τραύματα στην ψυχούλα του παιδιού. Και για τον ίδιο λόγο κανένας δεν μαλώνει τα παιδιά του. Τραύματα ψυχικά θα δημιουργούνταν στο παιδάκι και μόνον αν το μαλώσει κάποιος έντονα. Θα έχεις υπ’ όψιν σου για τον τετραψήφιο αριθμό τηλεφώνου τον οποίο μπορούν να καλούν τα παιδάκια αν κάποιος τους κακομιλήσει ή –θεός φυλάξοι- τα χτυπήσει… Και αφού αυτά γίνονται για το μάλωμα ενός μικρού νήπιου, σκέψου, θα μπορούσε να επιτρέπεται να επέμβει κάποιος στην επιλογή επαγγέλματος του παιδιού όταν έρθει η ώρα αυτό να εργαστεί; Κάτι δηλαδή που αφορά την ίδια του τη ζωή;
Πωλ, δεν έχει έρθει φίλε μου αυτή η αλλαγή στην κωμόπολη όπου ζεις; Αποκλείεται. Τα δικά σου παιδιά εσύ τα συμβούλεψες τι επάγγελμα να διαλέξουν;
ΠΩΛ
Τους είπα τη γνώμη μου, τους εξήγησα…
ΠΙΕΡ
(διακόπτοντάς τον)
Κακώς. Φίλε μου, τα παιδιά πρέπει όπως κάνουν για όλα τα άλλα, να αποφασίζουν τα ίδια και για το ποια απόφαση θα πάρουν σε σχέση με το επάγγελμά τους.
ΠΩΛ
Μα Πιέρ, τα παιδιά δεν ζουν μέσα σε μια γυάλα. Ζουν μέσα στην κοινωνία, έρχονται σε επαφή με άλλα παιδιά και με άλλους ανθρώπους γενικότερα. Ποτέ λοιπόν δεν αποφασίζουν μόνα τους όπως λες για οτιδήποτε. Πάντοτε οι αποφάσεις τους εξαρτώνται από τον περίγυρό τους: τις νεανικές παρέες, τους μεγαλύτερους που συναντούν σε κάθε βήμα της πολυάνθρωπης κοινωνίας μας, των μελών των διαφόρου σύστασης Συλλόγων, καλλιτεχνικών η αθλητικών Ομάδων… Αλλά και από τις συζητήσεις που κάνουν με γείτονες, φίλους, συνεργάτες, δασκάλους… Μέσα σε όλους αυτούς δεν υπάρχει θέση και για τον πατέρα ή τη μητέρα για να πει τη γνώμη του κι αυτός;
ΠΙΕΡ
(συγκαταβατικά)
Πωλ Πωλ… μια κουβέντα από τον πατέρα ή την μητέρα θα μπορούσε να εκληφθεί σαν διαταγή από τα παιδιά. Γι αυτό και δεν επιτρέπεται. Πωλ, αφουγκράσου φίλε μου τον παλμό της ανθρωπότητας ως προς την στροφή της όσον αφορά στην διαπαιδαγώγηση. Η ολότητα είναι που μετράει. Όχι ένας ένας άνθρωπος χωριστά. Η ανθρωπότητα συλλογικά προχωράει ή μένει πίσω, ανάλογα με την ικανότητα που έχει να πείσει τον κάθε άνθρωπο για τις καινούργιες κάθε φορά απόψεις της. Και έχει φτάσει πια η ώρα του παιδιού Πωλ.
ΠΩΛ
Μπορεί να μπει φυλακή γι αυτό που κάνει ο Ζαν, Πιερ.
ΠΙΕΡ
Έχει μπει δύο φορές. Και τι μ’ αυτό; Μπήκε, βγήκε. Μα είναι ευτυχισμένος Πωλ, γιατί είναι ο νέος άνθρωπος. Κι εγώ μαζί του γιατί συμβάλλω στην εδραίωση της καινούργιας Τάξης πάνω στον πλανήτη μας. Της Τάξης που τα δίνει όλα για την διαφύλαξη υγιούς της νεολαίας μας-του μέλλοντός μας. Δεν θα βρεις μέσα στην ψυχή τού Ζαν κανένα κόμπλεξ, κανένα ψυχικό τραύμα. Είναι η βάση για το μέλλον η γενιά του. Μια ελεύθερη κοινωνία επιτέλους δημιουργείται Πωλ!
Αλλά δεν είναι ώρα να πιούμε ένα καφεδάκι; Τι λες; Η συζήτηση που ανοίξαμε με έκανε να ξεχάσω να σου το προτείνω. Μετά το φαγητό το συνηθίζω. Εσύ;
ΠΩΛ
Δε θάλεγα όχι. Ένα καφεδάκι πάντα είναι ευπρόσδεκτο.
ΠΙΕΡ
(δυνατά)
Λιζ αγάπη μου!
ΛΙΖ
Έρχομαι!
(μπαίνει η Λιζ)
ΠΙΕΡ
Αγάπη μου κάνε μας ένα καφεδάκι σε παρακαλώ και έλα κάτσε κοντά μας να πιεις και συ μαζί μας. Δεν σε είδα σήμερα σχεδόν καθόλου. Άσε την κουζίνα για λίγο. Οι δουλειές δεν τελειώνουν όσο τις κυνηγάς.
ΛΙΖ
Έχω τελειώσει τις δουλειές αγάπη μου. Και το καφεδάκι σας είναι έτοιμο σχεδόν.
(γελώντας)
Δεν περίμενα να μου το ζητήσεις…
(βγαίνει)
ΠΙΕΡ
Έχω μια καλή γυναίκα όπως βλέπεις Πωλ. Αλλά κι εγώ την αγαπώ και την φροντίζω.
ΠΩΛ
Πράγματι, το βλέπω.
(σιωπή)
Έχεις δει καθόλου από τότε τον Ανρί;
ΠΙΕΡ
Τον Ανρί… τον τρακαδόρο λες;
ΠΩΛ
Α! Μπράβο! Αυτόν.
ΠΙΕΡ
Συναντηθήκμε τυχαία σε μια θεατρική παράσταση. Πάνε δυο χρόνια περίπου. Καλά είναι. Ασχολείται με εμπόριο ζωοτροφών.
ΠΩΛ
Έκοψε τη συνήθεια της τράκας άραγε;
ΠΙΕΡ
Δεν μου δόθηκε η ευκαιρία να το διαπιστώσω, χωρατατζής όμως δεν έπαψε να είναι.
(μπαίνει η Λιζ με τα καφεδάκια)
ΛΙΖ
Θέλω κι εγώ ένα διάλειμμα. Αλλά δεν θα κάτσω πολύ, θα έχετε να θυμηθείτε τόσα δικά σας…
(σερβίρει τους καφέδες)
Σας θυμάται συχνά ο Πιέρ κύριε Πωλ. Μου λέει πόσο φίλοι ήσαστε και πόσο ωραία περνούσατε.
ΠΩΛ
Πράγματι. Και αν και πέρασαν τόσα χρόνια ούτε εγώ έπαψα να θυμάμαι τον καλό μου φίλο Πιερ Κορντονέ, τον σύζυγό σας…
ΛΙΖ
Από πού είναι η σύζυγός σας κύριε Πωλ;
ΠΩΛ
Από το Μπορντό.
ΛΙΖ
Ωραίο μέρος!
(χτυπάει το τηλέφωνο. Το σηκώνει ο Πιερ. Όσο αυτός μιλάει στο τηλέφωνο η Λιζ θορυβημένη από όσα ακούει έχει σηκωθεί και έχει πλησιάσει τον Πιερ προσπαθώντας να ακούσει κι αυτή όσα λέγονται)
ΠΙΕΡ
(στο τηλέφωνο)
Παρακαλώ… Ναι, εγώ είμαι… Τι; Ναι… γιος μου είναι… Πού;… (ανήσυχος και τρομαγμένος) Χτύπησε σκυλί είπατε;…Ο γιος μου;… Ναι… στο πόδι; Το σκυλί πώς είναι;.. Και το μάτι του…Θεέ μου! Και το δεξί του πόδι;.. Το εμπρός ή το πίσω; Πού το έχετε τώρα;;.. Σε ποιο νοσοκομείο;.. Ναι… Ευχαριστώ. Μου δίνετε το τηλέφωνο του νοσοκομείου παρακαλώ;
(νόημα στην Λιζ να του φέρει μολύβι και χαρτί. Η Λίζ του τα φέρνει)
Ναι, πέστε μου παρακαλώ… Ναι, Σεντ Αντρέ είκοσι τρία πέντε πέντε είκοσι οχτώ. Ευχαριστώ. Για ότι χρειαστείτε μπορείτε να με πάρετε πάλι.
(κλείνει το τηλέφωνο)
ΛΙΖ
(ανήσυχη)
Τι έγινε; Τι έγινε;
ΠΩΛ
Τι συμβαίνει Πιερ;
ΠΙΕΡ
(συντετριμμένος)
Ο Αντόλφ χτύπησε ένα σκυλί!..
ΛΙΖ
(με αγωνία)
Θεέ μου! Πού; Πολύ; Είναι καλά τώρα; Κινδυνεύει η ζωή του;..
ΠΙΕΡ
Ευτυχώς όχι. Το δεξί του μάτι έχει μαυρίσει και κουτσαίνει από το δεξί του πίσω ποδαράκι.
ΛΙΖ
Γιατί; Τι έγινε; Πώς έγινε;
ΠΙΕΡ
Του επιτέθηκε λέει το σκυλί και τον δάγκωσε στα πόδια. Το πήρανε λέει και το πήγανε στην κλινική να το εξετάσουν. Περπατούσε κουτσαίνοντας από το δεξί του πίσω ποδαράκι, αλλά φαίνεται να μην έχει πάθει μεγάλη ζημιά μου είπε ο αστυνομικός. Ελπίζω να μην είναι κάτι σοβαρό. Θα δούμε. Θα πάρω σε λίγο να ρωτήσω.
ΛΙΖ
Ο θεός να το βοηθήσει το καημένο…
ΠΩΛ
Αν θέλετε να πάτε να δείτε τον Αντόλφ… μην δεσμεύεστε από μένα. Αν είναι έρχομαι και εγώ μαζί σας…
ΠΙΕΡ
(παραξενεμένος)
Να δούμε τον Άντολφ; Μα τι λες τώρα; ..
(στην Λιζ)
Το πήγαν αμέσως στην Κλινική μου είπε ο αστυνομικός. Θα το περιποιηθούν, θα το περιποιηθούνε. Με ανησυχεί που το χτύπησε και στο μάτι. Ο θεός να βοηθήσει να μην έπαθε τίποτα το ματάκι του...
ΛΙΖ
(απελπισμένη)
Ο Άντολφ χτύπησε σκυλί!... Θεέ μου…
ΠΙΕΡ
(μουδιασμένα)
Ναι… το κλότσησε λέει…καταλαβαίνεις…μάλλον χωρίς να το θέλει αγάπη μου…Ησύχασε… Ας δούμε πρώτα… Θα τον ανακρίνουν μου είπε ο αστυνομικός και θα μάθουν τι ακριβώς έγινε. Ας ελπίσουμε ότι δεν έφτασε σε τέτοια κατάντια ο γιος μας… δεν τον έχουμε αναθρέψει έτσι…
ΛΙΖ
(σχεδόν κλαίγοντας)
Φοβάμαι μήπως κάτι έκανε στο σκυλί και το θύμωσε…
(πέφτει κλαίγοντας στην αγκαλιά του Πιερ)
Μπορεί και να το κλώτσησε…
ΠΙΕΡ
(στην Λιζ)
Μην βάζεις το χειρότερο με το νου σου αγάπη μου.
ΛΙΖ
Είναι απότομος καμιά φορά…
ΠΩΛ
(κοιτάζοντας και τους δύο.)
Σας ενδιαφέρει δηλαδή περισσότερο το σκυλί και όχι ο γιος σας!;
ΠΙΕΡ
(έντονα)
Δεν σε καταλαβαίνω Πωλ. Να μην με ενδιαφέρει το σκυλί; Ο πιστός φίλος του ανθρώπου; Και γιατί; Επειδή υπακούει στο ένστικτό του; Σκυλί είναι, δεν έχει τη λογική του ανθρώπου για να εκτιμήσει καταστάσεις και να φερθεί αναλόγως.
(στον εαυτό του)
Καλά λέει η Λιζ… Κάτι θα του έκανε αυτός για να το αναγκάσει να του επιτεθεί…
(στον Πωλ)
Πάει ο καιρός που βασάνιζαν τα σκυλιά οι άνθρωποι Πωλ. Ούτε αυτό δεν έχεις παρακολουθήσει πώς εξελίχτηκε; Νόμοι και διατάγματα έχουν βγει για την προστασία των σκυλιών. Τα καημένα μου τα σκυλάκια! Μέχρι πριν λίγο ήμασταν αγριάνθρωποι. Το θυμάμαι με φρίκη. Δεν τα υπολογίζαμε. Επιτέλους όμως, μπήκαμε και εμείς τον σωστό δρόμο. Μάλιστα. Θα γίνουμε άνθρωποι κάποια μέρα, να είσαι σίγουρος φίλε μου.
(στην Λιζ)
Έλα, ηρέμησε αγάπη μου.
ΛΙΖ
Πάρε τηλέφωνο και ρώτα στην κλινική-είναι καλά;
ΠΙΕΡ
Θα πάρω αγάπη μου, θα πάρω. Όμως ας τους δώσουμε λίγο χρόνο να το εξετάσουν πρώτα… Ακτινογραφίες, εξετάσεις αίματος, ψυχολογική κατάσταση… θέλουν κάποιον χρόνο αυτά!
ΛΙΖ
Το καημένο…
(χτύποι στην πόρτα. Ο Πιερ ανοίγει. Στο άνοιγμα εμφανίζεται ο Μπερνάρ. Έχει το δεξί του πόδι στον γύψο, το κεφάλι του και το δεξί του μάτι καλυμμένο με επίδεσμο. Περπατάει με δεκανίκια. Η Λιζ και ο Πιερ βοηθάνε τον Μπερνάρ να καθίσει)
ΛΙΖ
Πάλι παιδί μου;
ΜΠΕΡΝΑΡ
Πάλι μητέρα.
ΠΙΕΡ
Δεν πιστεύω να άπλωσες το χέρι σου και συ!
ΜΠΕΡΝΑΡ
(επιτιμητικά, προσβλημένος)
Πατέρα!.. Για ποιον με πέρασες;
ΛΙΖ
Δόξα σοι ο θεός.
ΠΙΕΡ
Συγνώμη παιδί μου. Είπα μήπως επάνω στη φασαρία…Με συγχωρείς. Και γιατί αυτή τη φορά παιδί μου;
ΜΠΕΡΝΑΡ
Της είπα ότι το φαγητό είχε πολύ αλάτι.
ΛΙΖ
(στον Μπερνάρ)
Κι εσύ! Γυρεύοντας πήγαινες. Ήταν ανάγκη να το πεις παιδί μου;
ΠΙΕΡ
(στον Πωλ που κοιτάζει αμίλητος και αμήχανος ως τώρα, δείχνοντάς του τον Μπερνάρ)
Ξεχάστηκα Πωλ..Ο άλλος μου γιος-ο Μπερνάρ. Ο παντρεμένος που σου είπα.
ΠΩΛ
Χαίρω πολύ.
(στον Μπερνάρ)
Ο φίλος μου ο κύριος Πωλ.
ΜΠΕΡΝΑΡ
(στον Πωλ)
Χάρηκα.
ΠΙΕΡ
(στον Μπερνάρ χαριτολογώντας και χαϊδεύοντάς του το πηγούνι)
Μα κι αυτό το παιδάκι δεν κάθεται ήσυχο.
ΜΠΕΡΝΑΡ
Ωχ! Μη πατέρα. Πονάει.
ΠΙΕΡ
Συγνώμη.
ΜΠΕΡΝΑΡ
Μου ξέφυγε πατέρα και της το είπα. Όμως ήτανε πράγματι πολύ αλμυρό.
ΛΙΖ
Και λοιπόν; Έπρεπε να την προσβάλεις; Έλα τώρα, μην στενοχωριέσαι. Σε ένα μήνα θα περπατάς πάλι καλά. Και μετά από αυτή τη φορά θα βάλεις μυαλό ελπίζω.
ΠΩΛ
(που μέχρι τώρα παρακολουθεί απορημένος, στον Πιερ)
Η γυναίκα του τού τα έκανε αυτά;
ΠΙΕΡ
Ναι.
ΠΩΛ
Επειδή της είπε ότι το φαγητό είχε πολύ αλάτι;
ΠΙΕΡ
Ναι. Δεν άκουσες;
ΠΩΛ
Και ο Μπερνάρ έκατσε να τον δείρει η γυναίκα του;
ΠΙΕΡ
(στον Πωλ)
Τι εννοείς; Τι να έκανε;
(χαμογελαστός, στον Μπερνάρ)
Και να τα αποτελέσματα!
ΠΩΛ
Με συγχωρείτε, όμως δεν αντιστάθηκε; Δεν την εμπόδισε;
ΜΠΕΡΝΑΡ
(ενοχλημένος)
Τι εννοείτε κύριε;
ΠΩΛ
Αυτό που είπα. Να την εμπόδιζες. Να της έπιανες τα χέρια. Να αμυνόσουν... Στην ανάγκη να την χτυπουσες κι εσύ…
ΜΠΕΡΝΑΡ
(στον Πωλ, σαν άνθρωπος που δεν πιστεύει ό,τι ακούει)
Τι λέτε κύριε; Να χτυπήσω γυναίκα;
(στον Πιερ, δείχνοντας με τα μάτια του τον Πωλ, περιφρονητικά)
Τέτοιους φίλους έχεις πατέρα; Να τους χαίρεσαι.
ΠΙΕΡ
(στον Πωλ)
Να χτυπήσει γυναίκα; Το σκέφτηκες αυτό που είπες Πωλ;
(τονίζοντας τα λόγια του)
Να χτυ-πή-σει γυ-ναί-κα;
(στον Μπερνάρ, λοξοκοιτάζοντας τον Πωλ)
Ο φίλος μου έχει μείνει στα παλιά παιδί μου. Και μάλιστα για πολλά πράγματα.
(σιγά)
Θα σου πω αργότερα…
(ξαφνικά αλλάζοντας θέμα)
Αλήθεια δεν σου είπα. Τον Άντολφ τον δάγκωσε ένα σκυλί...
ΜΠΕΡΝΑΡ
(ανήσυχος ξαφνικά)
Δεν πιστεύω να το χτύπησε ο Αντόλφ…
(Πιερ και Λιζ σκύβουν το κεφάλι)
Όχι!.. Το χτύπησε κι αυτός;
ΠΙΕΡ
Δυστυχώς παιδί μου το χτύπησε…Το έχουν πάει όμως ήδη στην κλινική.
ΜΠΕΡΝΑΡ
Είναι σοβαρά;..
ΠΙΕΡ
Ο αστυνομικός μου είπε ότι κουτσαίνει από το πίσω δεξί του ποδαράκι…
ΜΠΕΡΝΑΡ
(εξουθενωμένος)
Ω! Θεέ μου!
ΠΙΕΡ
Και κάτι έχει πάθει το ματάκι του… δεν ξέρουμε ακόμα…
ΜΠΕΡΝΑΡ
Δεν μπορώ να το πιστέψω-ο Αντόλφ…
ΠΩΛ
(σηκώνεται)
Πιερ μόλις θυμήθηκα ότι έχω κλείσει ένα σοβαρό ραντεβού και πρέπει να φύγω.
ΠΙΕΡ
Α! Κρίμα! Με αυτά και μ’ αυτά που μας βρήκανε δεν προλάβαμε να τα πούμε… Στο καλό φίλε μου. Και να μη χαθούμε.
ΠΩΛ
Όχι βέβαια.
(υποκλίνεται στην Λιζ)
Κυρία Λιζ...
(στον Μπερνάρ)
Γεια σου Μπερνάρ, χάρηκα για τη γνωριμία.
(στον Πιερ)
Γεια σου φίλε μου.
ΠΙΕΡ
Γεια σου Πωλ.
ΛΙΖ
Στο καλό κύριε Πωλ.
(Ο Πωλ βγαίνει)
ΠΙΕΡ
(κλείνει την πόρτα)
Αγροίκος ήτανε, αγροίκος έμεινε αυτός ο άνθρωπος!
ΑΥΛΑΙΑ
Δευτέρα 24 Νοεμβρίου 2025
ΣΤΟΥΣ ΜΑΚΡΙΝΟΥΣ ΜΟΥ ΦΙΛΟΥΣ
Φίλοι μου του Χονκ Κονγκ, της Σιγκαπούρης,
Της Ιαπωνίας, της Κίνας και του Μεξικού,
Άνθρωποι αφού όπως εσείς με ακούν,
Θα πει ότι δεν είμαι άχθος αρούρης.
Γιατί αφού αυτά που γράφω σας αρέσουν-
Κι αφού εγώ τα γράφω, πια δεν μένει
Λόγος, να μην τα δυο αυτά να πουν μπορέσουν
Πως με δεσμά είμαστε εμείς ψυχής δεμένοι.
Κι ως αποστάσεις το λαπτόπ εκμηδενίζει,
Κι εσάς φέρνει εδώ κι εμένα εκεί,
Ο ένας του άλλου κάθε άσχημο εξορκίζει
Και κάλλος μόνο στην ψυχή μας κατοικεί.
-----
Κυριακή 23 Νοεμβρίου 2025
ΤΟ ΜΙΚΡΟ ΘΕΑΤΡΟ
ΓΙΑ ΜΙΑ ΥΠΟΛΗΨΗ ΖΟΥΜΕ!
ΤΟΠΟΣ: Ελλάδα.
ΧΡΟΝΟΣ: Σημερινος
ΠΡΟΣΩΠΑ:
Κυρία Αγαθίδου.
Κύριος Αγαθίδης, σύζυγός της.
Τζούλια, κόρη τους.
Λίβινγκ-ρουμ του σπιτιού του κυρίου Αγαθίδη. Νύχτα. Η κυρία Αγαθίδου μόνη. Πλέκει ρίχνοντας ανήσυχες ματιές στην πόρτα. Η πόρτα ανοίγει και μπαίνει με φούρια ο κύριος Αγαθίδης. Αφήνει μιαν εφημερίδα που κρατεί πάνω στο κομοδίνο. Κοιτάζει προς την πόρτα του δωματίου όπου υπάρχει φως, ύστερα αγριεμένος βλέπει την κυρία Αγαθίδου.
Κυρία Αγαθίδου (Κα Α)
(μουδιασμένα)
Γεια σου.
Κύριος Αγαθίδης (Κος Α)
(συγκρατώντας την οργή του)
Πάλι μέσα είναι;
Κα Α
……….
Κος Α
Πάλι μέσα είναι, ε;.. Δε βγήκε...
Κα Α
(ίδια)
Ναι... μέσα είναι...
Κος Α
Ορίστε! Μία η ώρα το πρωί κι εκείνη εδώ, στο σπίτι... Τι θα γίνω εγώ μ' αυτήν Θεέ μου... Δε μου φτάνει η φτώχεια μου, δε μου φτάνει που σκοτώνομαι γία πενταροδεκάρες, έχω κι αυτήν... Σου είπα να της μιλήσεις. Μάνα είσαι, μπορεί να σε ακούσει. Αλλά εσύ με γράφεις στα παλιά σου τα παπούτσια. Μα και τι να της έλεγες; Τα ίδια στραβά μυαλά έχετε-και συ όλο πλέξιμο, σιδέρωμα, συγύρισμα... Τι να της έλεγες; Όσο για μένα τι να της πω άλλο που όλα της τα 'χω πει...Την πήρα με το καλό, την πήρα με το άγριο, τη μάλωσα, την τιμώρησα, τίποτα! Tl θα γίνω Θεέ μου... (κάθεται απελπισμένος σε μια καρέκλα)
Κα Α
Της μίλησα Μίλτο...
Κος Α
Της είπες πως δεν αντέχω πια; Πως είμαι αποφασισμένος για όλα;
Κα Α
Όλα όσα μου 'πες της τα είπα.
Κος Α
Τι είπε;
Κα Α
Τι να πει... ξέρεις... τα ίδια... είναι μικρή Μίλτο
ακόμα-δεν ξέρει...
Κος Α
Μικρή ακόμα;.. Αυτή πάτησε τα δεκάξι. Είναι γυναίκα πια. Θεέ μου, τι ξέφυγε από το στόμα μου... μολόγησα την ίδια μου την ντροπή... Γυναίκα! Και τι δε θα 'δινα για να 'τανε Θεέ μου...
Κα Α
Δεν ξέρει ακόμα Μίλτο μου-θα μάθει με τον καιρό...
Κος A
Δεν ξέρει; Γιατί; Δεν έχει μυαλό μήπως; Ξέρει όμως να μου φέρνει άριστα από το σχολείο, ξέρει να διαβάζει φιλοσοφικά βιβλία, ξέρει να κάνει παρέα με τις παλιόγριες. To μόνο που δεν ξέρει είναι να μη με ντροπιάζει. Θα μάθει λες, θα μάθει. Όπως έμαθε ως τώρα. Δυο χρόνια παλεύω να τήνε βάλω στο σωστό δρόμο. Δυο χρόνια μάλλιασε η γλώσσα μου να της μιλάω, να τη συμβουλεύω, να προσπαθώ να την κάνω άνθρωπο. Και θα μάθει τώρα; Αμ φάνηκε τι κουμάσι είναι από όταν ήτανε μικρή, από τότε που άρχισε να μεστώνει. Φάνηκε από δώδεκα χρονών. Τότε που την έριξε στο κρεβάτι ο Τάκης. Σα λυσσασμένο σκυλί έκανε να του ξεφύγει. Τους έβλεπα από την κλειδαρότρυπα. Κάτι είχα υποψιαστεί από τότε βλέπεις. Κι όταν κανένα αγόρι πήγαινε να τη φιλήσει ή να της βάλει χέρι, του ξέφευγε! Ποιος να το περίμενε πως ένας Αγαθίδης θα πέρναγε τέτοιο ντρόπιασμα στη ζωή του. Δεν μπορώ πια ν' αντικρύσω τους φίλους μου. Και με τι μούτρα θα το 'κανα; Ο Κώστας μου είπε προχτές πως η κόρη του τους έδιωξε από το σπίτι αυτόν και τη μάνα της για να φέρει το φίλο της στο σπίτι. Και είναι ο τέταρτος που πιάνει παρακαλώ! Δηλαδή ο τέταρτος από όσο ξέρει ο Κώστας. Και δεν είναι παραπάνω απ' τη δική μας. Τι λέω-είναι ένα χρόνο μικρότερη. Προχτές πάλι, στο μαγαζί του Πέτρου, ενώ πίναμε τον καφέ μας μπαίνει ξαφνικά η κόρη του με τον φίλο της. Νομίζεις πως γύρισε να μας κοιτάξει; Ήτανε κιόλας ξαναμμένοι κι οι δυο τους. Πέρασαν από μπροστά μας με τα χείλια κολλημένα ενώ αυτός της ξεκούμπωνε τη μπλούζα. Πήγανε τα παιδιά στο ιδιαίτερο και ταχτοποιήθηκαν. Ο Πέτρος έλαμπε από χαρά. Με κοίταξε με περηφάνια σαν να μου 'λεγε: "είδες κόρη που έχω εγώ;" Έριξα τα μάτια κάτω. Τι να 'λεγα; Πώς η κόρη μου δεν αφήνει τ' αγόρια να την αγγίσουν; Και σε λίγο, τάχα αδιάφορα, με ρώτησε: "αλήθεια πώς πάει η κόρη σου με το σχολείο;" Μουρμούρισα κάτι σαν "καλά", βρήκα μια πρόφαση κι έφυγα. Τι να 'λεγα; Έλα στη θέση μου-τι να 'λεγα; Δε μιλάς! Τι να πεις; Θεέ μου Θεέ μου, δεν αντέχεται αυτή η ντροπή... τι να κάνω;.. τι να κάνω;.. (κρύβει το κεφάλι ανάμεσα στα χέρια του. Μένει έτσι για λίγο. Ύστερα ήρεμα και σοβαρά)
Θα τη σκοτώσω!
(Σηκώνεται)
Κα Α
(Σηκώνεται και θορυβημένη γονατίζει μπροστά
στον άντρα της και του πιάνει το χέρι)
Όχι Μίλτο μου! Όχι! Μην το ξαναπείς. Σε παρακαλώ! Είναι κόρη σου... είναι σπλάχνο από τα σπλάχνα σου.,. είναι αίμα από το αίμα σου-είναι η ελπίδα σου σ' αυτό τον κόσμο...
Κος Α
Η απελπισία μου θες να πεις.
Κα Α
Όχι Μίλτο μου. Βγάλτο αυτό από το μυαλό σου. Μη φτάσεις ως εκεί. Κι αν πήρε τον κακό δρόμο ούτε η πρώτη ούτε η τελευταία είναι. Και μένα ακόμα θυμάσαι πώς με πήρες. Όμως με τον καιρό έμαθα. Δος της καιρό Μίλτο μου. Θα συνέλθει... θ' αλλάξει… θα καταλάβει... Όχι Μίλτο μου-είναι η κόρη σου, είναι η κόρη μας!.
.
Κος Α
Είναι η ντροπή μου. Η ατιμία μου. To μαύρο σημάδι στη ζωή μου.
Κα Α
(Ακουμπάει το μάγουλό της στο χέρι του)
Όχι Μίλτο μου...
Κος Α
(Την απωθεί ήπια)
Ξέρεις από πού έρχομαι.; Αν ήξερες δε θα τολμούσες να μου την υπερασπίζεις. Αν είχες νιώσει κι εσύ αυτό που ένιωσα απόψε εγώ, θα την είχες σκοτώσει εσύ η ίδια. Τι φοβερό Θεέ μου! Πόσα μάτια με κοίταζαν και λυπόνταν για μένα και για την τύχη μου... Όλοι με κόρες ξεβγαλμένες πια, άλλες σε φυλακή, άλλες σε αναμορφωτήρια, άλλες σε κέντρα αποτοξίνωσης. κλέφτρες. λέσβιες... Τι ήτανε αυτό απόψε... Να κάθομαι εκεί μέσα και να προσπαθώ να σταθώ ανάμεσά τους... σα να μη ξέρουν κι αυτοί πως η κόρη μου είναι μια... Ξέρεις πού ήμουνα; Ε; ξέρεις από πού έρχομαι;
Κα Α
Πώς να ξέρω Μίλτο μου...
Κος Α
Ήμουνα σ’ ένα πάρτι που έδωσε ο Αλέκος. Ήτανε ένα πάρτι έκπληξη. Κανείς μας δεν ήξερε τίποτα ώσπου μας τηλεφώνησε ο Αλέκος στο καφέ. Εκεί όταν πήγαμε όλα ήταν έτοιμα για το πάρτι. Και μας είπε πως ήθελε να μας κάνει έκπληξη όπως και η κόρη του έκανε αυτό το ίδιο πρωί σε κείνον όταν του είπε ότι ήτανε έγκυος.
Κα Α
Ποια απ' τις δυο; Η ανύπαντρη;
Κος Α
(Μιμούμενος τη φωνή της)
«Ναι, η ανύπαντρη!» Ικανοποιήθηκες; Μήπως θα μου πεις πως αφού είναι ανύπαντρη δεν πρέπει να κάνει παιδί; Αυτό θα 'λεγες αν δεν φοβόσουν. Απολίτιστο ον! Τι θα 'θελες να δεις και ν' ακούσεις ακόμα, πόσο θα 'πρεπε να ζήσεις ακόμα σ' αυτή τη χώρα για να μάθεις να ζεις όπως πρέπει; Μέχρι τα πέρατα του κόσμου όλοι έτσι φέρονται. Και συ, εδώ και τριάντα χρόνια ακόμα δεν έχεις γίνει τελείως σωστή. Γιατί δε φεύγεις να πας στην Αραβία, στο Ιράν, στο Αφγανιστάν; Εκεί οι γυναίκες είναι όπως εσύ-δυστυχισμένα όντα. Τράβα να ζήσεις εκεί που σου πρέπει. Εσύ είσαι
που κατάστρεψες την κόρη σου. Εσύ φταις για ότι έγινε-εσύ!
(Μιμείται τη φωνή της)
"Ποια απ' τις δυο-η ανύπαντρη;" Αλλά το παραδέχτηκες μόνη σου-και συ ίδια θα ήσουνα αν δε σ' έσπρωχνα εγώ να συμμορφωθείς. Θα
πέθαινες έχοντας γνωρίσει μόνον εμένα. Και μήπως μου το αναγνωρίζεις;
( Σιωπή. Ψεύτικα ήρεμος)
Καλά! Εντάξει! Ας μην παίρνει ακόμα ναρκωτικά! Καλά, ας μην έχει πάει φυλακή. Αλλά να είναι ακόμα… να μην έχει γίνει ακόμα πόρνη, ε όχι, αυτό
πάει πολύ. Πότε θα γίνει τάχα; Όταν γεράσει;
Μάλιστα λοιπόν, η ανύπαντρη!
Όταν το 'μαθα μαχαίρι να με χτύπαγε θα πόναγα λιγότερο. Έγκυος η κόρη του Αλέκου! Κι εγώ; Εγώ; Εγώ να έρχομαι στο σπίτι στις μια η ώρα το πρωί και να βρίσκω μέσα την κόρη μου! Και συ μου λες να ησυχάσω, Να μη φωνάζω, να μη στενοχωριέμαι. Και πας να μου την καλύψεις κι από πάνω.
(αποφασιστικά)
Φώναξέ τη μου! Φώναξέ τη μου! Θα της μιλήσω για τελευταία φορά. Δεν αντέχεται πια αυτή η κατάσταση. Πλούτη δεν έχω, σπίτια και βίλλες δεν έχω, αυτοκίνητα γυαλιστερά δεν έχω. Όμως αυτό δε θα πει πως είμαι και άνθρωπος που δε ζει μέσα στον κόσμο... Κι αν δεν έχω τίποτ' άλλο, όμως έχω μιαν υπόληψη στην κοινωνία. Δε θ' αφήσω αυτή τη… να μην πω, να λερώνει την τιμή μου. Οι Αγαθίδηδες το 'χανε πάντοτε καθαρό το μέτωπό τους. Δε θ' αφήσω να μου το λερώσει η Τζούλια! (δυνατά) Φώναξέ την!
(Βγαίνει η κυρία Αγαθίδου. Ο κύριος Αγαθίδης προσπαθεί να πάρει ύφος που να μη δείχνει την αναστάτωσή του. Μπαίνει η κυρία Αγαθίδου ακολουθούμενη από τη Τζούλια. Η Τζούλια είναι μια κοπέλα σεμνή και σοβαρή)
Τζούλια (ΤΖ)
Γεια σου πατέρα.
Κος Α
Γεια σου και σένα. Κάτσε.
( Η Τζούλια κάθεται και ο κύριος Αγαθίδης κάθεται απέναντί της)
Τι ώρα είναι, ξέρεις;
ΤΖ
(κοιτάζει το ρολόι της)
Μία και τέταρτο.
Κος Α
(προσπαθώντας να κάνει ήρεμη τη φωνή του)
Πόσες φορές σου έχω πει ότι ένα κορίτσι της ηλικίας σου δεν πρέπει να βρίσκεται στο σπίτι τέτοιαν ώρα;
ΤΖ
Πολλές φορές πατέρα.
Κος Α
Και πού σού έχω πει ότι πρέπει να βρίσκεται;
ΤΖ
Σ' ένα μπαρ ή στο σπίτι ενός αγοριού...
Κος Α
Και τι ώρα πρέπει ένα κορίτσι καθώς πρέπει να γυρίζει στο σπίτι του;
ΤΖ
Μετά τις τέσσερες το πρωί.
Κος Α
Και τι απαραιτήτως πρέπει να έχει κάνει μια φορά τουλάχιστον πριν γυρίσει στο σπίτι του;
ΤΖ
Να έχει συνευρεθεί με κάποιον.
Κος Α
(στρεφόμενος στην κυρία Αγαθίδου. Ειρωνικά)
Τι ωραία! Τι καλά! To κορίτσι μας τα ξέρει όλα! Καιμάλιστα πολύ καλά!
( Στη Τζούλια, δυνατά)
Και αφού τα ξέρεις τότε γιατί στο διάβολο δεν τα κάνεις;
ΤΖ
Πατέρα τα ’χουμε πει πολλές φορές. Δεν αλλάζει τίποτε αν τα πούμε μια φορά ακόμα.
Κος Α
Τo ξέρω. Όμως έχω πάντα μια ελπίδα πως μπορεί κάτι να γίνει. Δεν μπορώ να χωνέψω πως η κόρη μου έχει κατρακυλήσει τόσο χαμηλά, δεν μπορώ να χωνέψω πως η κόρη μου στα δεκάξι της χρόνια είναι μια… ας με λυπηθεί ο Θεός... Και όλο λέω-ας προσπαθήσω πάλι. Ίσως να πετύχω. Ίσως όλα να διορθωθούν και να μπορέσω πια να βγω έξω στις παρέες μου με το κεφάλι ψηλά. Ίσως. Εσύ τι λες; Δεν πρέπει να ελπίζω;
ΤΖ
Όχι πατέρα. Σ' αγαπώ, σ' εκτιμώ, σε σέβομαι, όμως δεν μπορώ να κάνω αυτό που μου ζητάς. Εμένα μου αρέσει η μουσική, μου αρέσει η μελέτη. Μ' αυτά θέλω να ασχολούμαι.
Κος Α
Κόρη μου. αφού το θέλεις διάβαζε και μάθαινε μουσική. Αυτό μπορώ να το ανεχτώ. Τόσες ώρες όμως σου μένουν. Βγες με αγόρια. Δώσε και σε μένα την ικανοποίηση πως έχω μια κόρη άξια. Τόσα αγόρια σε θέλουνε. Όταν σε βλέπουν τρέμει η ψυχή τους μέσα στο παντελόνι τους. Πήγαινε μαζί τους. Θα νιώσεις αλλιώς. Άκου κι εμένα. Δε θα θέλεις να ξεκολλάς από πάνω τους, αρκεί ένα τους να γνωρίσεις. Η ζωή σου τότε θ' αλλάξει. Θα δεις το φως του κόσμου. Και θ' αλλάξει και η δική μας ζωή μαζί με τη δική σου. Δεν θα ντρεπόμαστε πια να βγαίνουμε έξω και να κοιτάμε κατάματα τους άλλους. Δεν θα τρέμουμε μήπως έρθει η συζήτηση σε σένα. Άνοιξε τα πόδια σου κόρη μου κι άφησε να μπει μέσα η χαρά. Αλλιώς το μαράζι θα φάει και μένα και τη μάνα σου. Μην κοιτάς που δε σου μιλάει αυτή-σε λυπάται-αλλιώτικα θα σου 'λεγε κι αυτή τα ίδια.
(από το διπλανό διαμέρισμα ακούγονται ερωτικά βογγητά και επιφωνήματα)
ΤΖ
Όχι πατέρα. Δεν είναι για μένα η ζωή αυτή.
Κος Α
Όχι, όχι, όχι…τι άλλο να κάνω πια…σου είπα να σε πάω σ' ένα ψυχολόγο-όχι. Βρε κόρη μου, καλά, δεν σκέφτεσαι τον εαυτό σου-θέλεις να καταστραφείς. Στο κάτω κάτω αυτό είναι δικαίωμά σου. Εμάς τους δυο όμως δεν μας σκέφτεσαι; Που σε αναστήσαμε με την ελπίδα πως μεγαλώναμε μια φυσιολογική κοπέλα… που δε θα την παρασύρουν οι βρωμιές του ενός και του άλλου... που θα σιχαινόταν το σχολείο, θα σιχαινόταν τα βιβλία και που όπως όλες οι κοπελίτσες του Θεού θα 'πιανε μια δουλίτσα και τις ελεύθερες ώρες της θα γύριζε από το ένα στο άλλο σερνικό χωρίς χαλινό, χωρίς ψευτοηθικές, χωρίς αρνήσεις... Όχι, δε μας σκέφτεσαι! Δε σε νιάζει που σκότωσες όλες τις ελπίδες μας! Πού να ξέραμε οι δόλιοι ότι γεννήσαμε, αναθρέψαμε, πονέσαμε και κουραστήκαμε για μια… θα το πω γιατί αυτό είσαι-(δυνατά) για μια παρθένα! Ναι! Σ' αρέσει δε σ' αρέσει αυτό είσαι-μια παρθένα! (στον εαυτό του)
Μια τέτοια στην οικογένεια!.. Τι αμαρτίες πληρώνω άραγε;...
Κα Α
Μίλτο...
Κος Α
Πάψε και συ!
(στην κόρη του)
Κόρη μου δες μια ματιά τριγύρω σου. Και άνοιξε τ' αυτιά σου ν' ακούσεις. Άκου δίπλα την κυρία Πόλα. Κάνε μια βόλτα στη γειτονιά. Θ' ακούσεις βόγγους και ξεφωνητά να 'ρχονται από παντού. Κοίτα στους δρόμους καθώς περπατάς. Ζευγάρια αγκαλιάζονται και φιλιούνται σε κάθε βήμα μπροστά σου. Άνοιξε την τηλεόραση (ανοίγει την τηλεόραση κσι στην οθόνη εμφανίζεται ένα ζευγάρι που κάνει έρωτα).Ορίστε! (κλείνει την τηλεόραση) Η κοινωνία μας δόξα το Θεό είναι γεμάτη παραδείγματα. Να πω ότι φοβάσαι τις αρρώστιες και γι αυτό...ή δεν θέλεις να μείνεις έγκυος… μα αυτός είναι ο προορισμός του ανθρώπου-να φκιάχνει νέους ανθρώπους. Δεν το θέλεις αυτό;-προφυλακτικά γεμάτος ο τόπος. Ζούμε στον χρυσό αιώνα κόρη μου, όλα τα μπορεί ο άνθρωπος. Πήγαινε λοιπόν έξω κόρη μου. Άνοιξε τα πόδια σου στον κόσμο. Δε σκέφτεσαι; Αν ο Θεός δεν ήθελε να χρησιμοποιείς το πράμα σου δε θα στο 'δινε. Αχ! Άγια θα 'τανε η μέρα που θα 'βλεπα την κόρη μου να λιποθυμάει κάτω από ένα αγόρι...
ΤΖ
Ναι, είναι μέσα στα καθήκοντα της γυναίκας να γεννάει άλλους ανθρώπους. Δεν είναι όμως να γυρνάει με τον ένα και με τον άλλο. Τότε δε θα 'τανε άνθρωπος αλλά ζώο.
Κος Α
Ένα ζώο δεν είναι και ο άνθρωπος;
ΤΖ
Αν έχεις αυτή την ιδέα σε λυπάμαι και σένα και όποιον άλλον την έχει.
Κος Α
(έξαλλος)
Να λυπάσαι τον εαυτό σου βρωμιάρα! Να λυπάσαι τον εαυτό σου παλιοθήλυκο! Που ζεις έξω από την κοινωνία... Παρθένα! Που γέμισες το σπίτι βιβλία!...Ποιος τα ανακάλυψε να πάω να φτύσω στον τάφο του;.. Και λυπάσαι συ εμένα... Αντί να φωνάζει ο γάιδαρος φωνάζει το σαμάρι... (οι βόγγοι και οι φωνές από δίπλα σταματάνε.)
ΤΖ
Είσαι ένας χαμένος άνθρωπος αν σκέφτεσαι έτσι.
Κα Α
Κόρη μου... (την αγκαλιάζει και της κλείνει το στόμα με το χέρι της)
Κος Α
Άστηνε, άστηνε... χαμένος άνθρωπος... εγώ!.. παραλογίζεται, δεν ξέρει τι λέει πια. Χαμένοι όλοι οι άλλοι εκτός απ' αυτήν! Εκατομμύρια λαού έχουν άδικο κι αυτή δίκιο. Χαμένοι όλοι κι αυτή μόνο είναι η σωστή. Άστηνε, άστηνε να δούμε τι άλλο θα πει. Άστηνε και θα 'ναι τα τελευταία της λόγια αν δεν αλλάξει τροπάρι.
ΤΖ
Αν έκανα κάτι κακό θα έκλεινα το στόμα μου. Μα δεν κάνω τίποτα κακό. Εσύ νομίζεις έτσι. Είσαι τυφλός και δεν βλέπεις. Εγώ ανοίγω τα μάτια μου και βλέπω. Ανοίγω τ' αυτιά μου κι ακούω. Εγώ βάζω το νου μου να σκέφτεται. Και ότι βλέπω και ακούω και νιώσω, το περνάω απ' της ψυχής το εργαστήρι. Και αυτή μου λέει τι να πω και τι να κάνω.
Κος Α
Έτσι λοιπόν. Στην ψυχή σου βέβαια είναι η βλάβη. Αμφιβολία δε χωράει καμιά. Που δεν τη χρησιμοποιείς για να ζήσεις αλλά για να πεθαίνεις κάθε μέρα. Και τι σου λέει η ψυχή σου; Να μας πεθάνεις και μένα και τη μάνα σου;
ΤΖ
Θέλεις αλήθεια ν' ακούσεις τι μου λέει η ψυχή μου;
Κος Α
Πέστα. Ναι. Θα περιμένω ώσπου να τελειώσεις. Και
ύστερα θα μιλήσω εγώ.
Κα Α
(αγκαλιάζει την κόρη της)
Όχι κορούλα μου… όχι ψυχή μου…
Κος Α
(τις χωρίζει)
Όχι, άστηνε να μιλήσει. Άστηνε να δούμε πώς θα δικαιολογηθεί…
ΤΖ
(απωθεί απαλά τη μητέρα της, η οποία μένει όρθια ενώ η Τζούλια μιλάει)
Να λοιπόν. Λες πως ο άνθρωπος είναι ένα ζώο. Είναι και ζώο, αλλά όχι μόνο. Εκτός από κορμί έχουμε και την ψυχή. Και η ψυχή φωλιάζει μέσα στο σώμα. To κορμί μας είναι ένα τρομερό, ένα μυστηριώδες φανέρωμα της Δημιουργίας. Δεν είναι μονάχα το σκάφος που χρησιμοποιεί η ψυχή για να 'ρθει στον κόσμο και για να φύγει απ' αυτόν, αλλά είναι η βάση της ύπαρξής μας. Χωρίς αυτό όλα χάνονται: και η παρουσία μας μέσα στον χώρο, και η ελευθερία και η ευθύνη μας. Υπάρχουμε στον κόσμο αυτόν γιατί υπάρχουμε σωματικά. Γιατί δεν είμαστε μόνο πνεύμα αλλά και ύλη.
Και η ερωτική λειτουργία είναι η πιο κεφαλαιώδης λειτουργία του σώματος του ανθρώπου. Αυτό τo κλειστό όλον, το σώμα του ανθρώπου, ανοίγει μέσα σ’ έκσταση, ταραχή και φρενήρες πάθος και δίνεται, κι ενώνεται μ' ένα άλλο σώμα. Ξαφνικά σχίζεται το μυστήριο της Δημιουργίας και ο άνθρωπος, με την εξουσία που του δόθηκε, μετέχει πρωταγωνιστώντας στην ανανέωση του ανθρώπινου γένους, στη συνέχιση της ροής του κόσμου. Μυστήριο φρικτό και αλάλητο, που πρέπει με άκρα διστακτικότητα να το προσεγγίζεις, και να το μελετάς με τρόμο. Ν' αναφέρεσαι σ' αυτό με σέβας απέραντο και με συστολή. Να το κατέχεις αλλά να μην ανασύρεις την καλύπτρα του, που είναι καλύπτρα άρρητης δόξας και τιμής του ανθρώπου. Αυτό το περήφανο αντίκρισμα του σώματος και της ερωτικής του λειτουργίας έχει χαθεί μέσα στον βρώμιο πολιτισμό σας. Κάθε βέβαια εποχή έχει τη χυδαιότητά της χυμένη γύρω από την ερωτική πράξη. Τo ξέρουμε από βιβλία, σχεδιάσματα, από ζωγραφιές, γλυπτά, μαρτυρίες ιστορικές. Αλλά επειδή ο άνθρωπος δεν είχε φθαρεί τόσο σε βάθος, η πλειοψηφία εξακολουθούσε να ζει μέσα στο νέφος του ερωτικού μυστηρίου κι αρνιότανε να συσσωματωθεί στη χυδαιότητα που τον πολιορκούσε, παλεύοντας να εξευτελίσει την ερωτική πράξη.
Η αιδώς βιωνόταν όχι υποκριτικά αλλά αληθινά, με συνείδηση της ηθικής της σπουδαιότητας για τη ζωή καί τη μοίρα του ανθρώπου. Ήταν αυτή που έριχνε σκοτεινό μαγνάδι στο πρόσωπο του έρωτα του σαρκικού, αφήνοντας δικαιωματικά την πρωτοκαθεδρία στην ψυχή και στον δικό της έρωτα. Η ψυχή έπρεπε νά γνωρίσει, η ψυχή έπρεπε να συγκατατεθεί, η ψυχή να πρωταγωνιστήσει στον μέγα και σπουδαίον υπαρξιακό άθλο του. Από τις κορυφές αυτές που ανεβήκαμε αντικρίζοντας τον έρωτα σαν κάτι ιερό, αν ρίξουμε ένα βλέμμα στον έρωτα όπως τον κατάντησε η εποχή μας, θα ζαλιστούμε. Θα πνιγούμε μέσα σε μιαν ερωτική εκβαρβάρωση. Θα κοπεί η ανάσα μας βλέποντας τον έρωτα να έχει ξεπέσει στη φιληδονία και μάλιστα σε μια φιληδονία ξένη προς το μυστήριο της ηδονής το σπαραχτικό, που η ερωτική πράξη κρύβει μέσα της.
Σήμερα, μετά το σμίξιμό τους, οι άνθρωποι δε γνωρίζονται, δεν χαιρετιούνται, δεν ξαναβλέπονται, δεν νιώθουν καμιά ευθύνη ο ένας για τον άλλο κι ας μπήκε, κι ας γνώρισε το άδυτο των αδύτων του. Τo ερωτικό πάθος που αισθάνεσαι πως δόθηκε για την αγάπη των ανθρώπων και για τον αλληλοσεβασμό, ντύνεται μια προπέτεια ανατριχιαστική, μιαν αδιαντροπιά αγοραία, μια ελευθεριότητα που τσακίζει την ψυχή και σου κόβει την όρεξη της ζωής. Μας πολιορκεί πια απ' όλες τις πλευρές η χυδαιότητα. Και δε μας πολιορκεί μονάχα με τον λόγο, με σιχαμερές εξιστορήσεις και με γαργαλιστικά ανέκδοτα, που ρημάζουν κυριολεκτικά την ιερότητα του έρωτα. αλλά μας πολιορκεί και με την εικόνα της φωτογραφίας, του κινηματογράφου, της τηλεόρασης, των περιοδικών και άλλων, εικόνα που βιάζεται να σου γνωρίσει λεπτομερώς τα πάντα και να μην σου επιτρέψει ν' ανακαλύψεις μόνος σου τίποτε. Τα παιδιά, μόνο που έχουν τα βλέφαρα ανοιχτά, μολύνονται αμέσως, δηλητηριάζονται, γνωρίζουν τον έρωτα όσο πιο γρήγορα μπορούν κι αργότερα, χωρίς να το λογαριάσουν, τους περιμένει μια ανία ερωτική, μια αδιαφορία και μια ερημιά. Εσύ πατέρα αυτό το θεωρείς πρόοδο. Όπως τρως και χωνεύεις, έτσι και κάνεις έρωτα, λες. Τι πιο απλό, τι πιο σταθερό. Αυτή όμως δεν είναι πρόοδος. Είναι μια απογύμνωση, είναι μια χρεωκοπία και της φιλοσοφίας των καιρών μας αλλά και του πολιτισμού μας γενικότερα. Γιατί μην μπορώντας να ερμηνεύσει τον έρωτα ηθικά, πνευματικά, τον γκρεμίζει στη χυδαία βαρβαρότητα. Και ζούμε σήμερα αυτόν τον εξευτελισμό, και συμμετέχουμε σ' αυτόν ταπεινωμένοι κι ας κάνουμε πως ανασαίνουμε από την πολλή ελευθερία που τάχα αποκτήσαμε, γκρεμίζοντας ότι ιερό μας εξουσίαζε.
Και όλα αυτά με τις ευλογίες του πονηρού αυτού καιρού. Και καταντήσαμε να μην σεβόμαστε πια ούτε το ίδιο μας το κορμί. Τo αγγίζουμε, το παρακολουθούμε και το μελετάμε μονάχα βιολογικά, ποτέ ηθικά. Κι όμως, αυτό το κορμί βαραίνει τρομερά πάνω στη μοίρα της ψυχής μας. Παίζει κρισιμότατο ρόλο για την αιωνιότητά μας. Μα όσο κι αν οι καιροί μας αγωνίζονται να θανατώσουν την κρυμμένη ψυχή εξευτελίζοντας το θεατό κορμί που μέσα του την φέρει, αυτή, η ψυχή, δύσκολα πεθαίνει. Όλα πατέρα έχουν ένα όριο. Και η ερωτική πράξη έχει το όριό της στην υπερβατική ερμηνεία του μυστηρίου της. Όλα τ' άλλα που γίνονται σήμερα και που από την αχαλίνωτη ελευθερία έχουν κάνει τους ανθρώπους νευρωτικούς και χυδαίους, είναι υπέρβαση των ορίων, ανταρσία εναντίον των ίδιων μας των εαυτών και αυτοκτονία συνεχής του κόσμου όπου ζούμε. Εγώ δεν θ' αυτοκτονήσω πατέρα. Δεν θα υποκύψω σ' ένα τέτοιον ερωτικό εκβιασμό. Ο έρωτας σε μένα θα γίνει όπως ταιριάζει σε άνθρωπο. Και με κάποιον που νιώθει ίδια καθώς εγώ. Κι ως τότε θα είμαι, όπως πριν λίγο είπες με φρίκη, μια παρθένα. Μάθε όμως, ό,τι φέρνει φρίκη σε σένα, για μένα είναι τιμή και καθήκον ιερό. Ναι πατέρα, αφού άνθρωπος γεννήθηκα, θα ζήσω ανθρωπινά. Δεν μπορώ να κάνω αλλιώς, είναι έξω από τη φύση μου όσο κι αν εσύ φωνάζεις, όσο κι αν, χωρίς να το θέλω, σε στενοχωρώ.
Κος Α
Τελείωσες;
ΤΖ
Τελείωσα πατέρα.
Κος Α
Απ' ότι είπες κατάλαβα τα τελευταία σου λόγια μόνο-θα εξακολουθείς να με ντροπιάζεις ζώντας τη ζωή που εσύ έχεις διαλέξει και μόνον όποτε εσύ θελήσεις θα ζήσεις σα σωστή κοπέλα. Σωστά;
ΤΖ
Ναι πατέρα. Ακριβώς έτσι.
Κος A
(πετιέται πάνω αλλόφρων)
To μπιστόλι… πού είναι το μπιστόλι;
(βγαίνει στο άλλο δωμάτιο)
Κα A
Κόρη μου κρύψου… Φύγε..
ΤΖ
Όχι μητέρα, δεν ωφελεί.
Κα Α
Φύγε σου λέω-φύγε!...
ΤΖ
Όχι μητέρα, δεν πρέπει.
Κα Α
Θεέ μου!
(Στέκει μπροστά στην κόρη της καλύπτοντάς την με το σώμα της.
Μπαίνει ο κύριος Αγαθίδης με ένα πιστόλι στο χέρι)
Κος Α
(Εκτός εαυτού, στη μητέρα)
Φύγε από κει!
Κα Α
Όχι!
Κος Α
Φύγε από κει σου λέω!
Κα Α
Δε φεύγω! Δε θα τολμήσεις...
(Ο κύριος Αγαθίδης σπρώχνει με δύναμη την γυναίκα του. Αυτή πέφτει κάτω. Αμέσως μετά πυροβολεί τη Τζούλια στο στήθος. Η Τζούλια πέφτει καάτω νεκρή. Η κυρία Αγαθίδου βγάζοντας σπαραχτικές κραυγές αγκαλιάζει την νεκρή κόρη της)
Κος Α
(Πετάει μακριά το μπιστόλι και ορθώνει το κεφάλι του)
Καλλίτερα στη φυλακή με το κεφάλι ψηλά, παρά ένας άτιμος στην κοινωνία. Για μια υπόληψη ζούμε!
ΑΥΛΑΙΑ
ΤΟ ΜΙΚΡΟ ΘΕΑΤΡΟ
ΖΑΝΕΤ
ΤΟΠΟΣ: Ερημόνησο
ΠΡΟΣΩΠΑ: Άνταμ, Ζανέτ, Βεθύ.
(Η Ζανέτ καθιστή σε μια καρέκλα στην αυλή ενός όσο γίνεται ευπρεπούς παραπήγματος
Ένα μικρό αυτοσχέδιο τραπεζάκι δίπλα της με πάνω του βιβλία. Ο Άνταμ όρθιος μπροστά της. Συνεχίζουν συζήτηση)
ΑΝΤΑΜ
Μα τι θέλεις άλλο αγάπη μου να κάνω για να σ’ ευχαριστήσω; Σπίτι σου έφτιαξα να μένουμε κι εσύ κι εγώ. Νερό τρεχάμενο έφερα. Και ξέρεις με πόσους κόπους. Εργαλεία τράβηξα από το ναυάγιο και όσα λείπανε τα έφτιαξα από ξύλο. Σκεύη κουζίνας, καλλωπιστικά είδη, τα κουβάλησα από το ναυάγιο για να έχεις και να μην σου λείπει τίποτα από εκείνα που χρειάζεται μια γυναίκα. Κάθε πρωί ανάβω φωτιά και σου φτιάχνω το πρόγευμά σου με χορταρικά, φρούτα και με ψάρι που με κόπους ψαρεύω. Από το διπλανό νησάκι σου έφερα μπανάνες με τη βαρκούλα που έφτιαξα να λάμνουμε οι δυο μας. Όλα όσα μπορώ σου τα έχω δώσει κι ακόμα σε ρωτώ τι άλλο θέλεις να σου φέρω-τι άλλο θέλεις να κάνω για σένα. Πες μου αγάπη μου.
ΖΑΝΕΤ
Δεν θέλω τίποτε άλλο Άνταμ. Κι αυτά πολλά είναι που έχεις κάνει για μένα.
ΑΝΤΑΜ
Τότε γιατί είσαι θλιμμένη; Τι σου λείπει;
ΖΑΝΕΤ
Τίποτα. Δεν ξέρω… Τίποτα…
ΑΝΤΑΜ
Μήπως έχεις όρεξη για κάτι και διστάζεις να μου το πεις μήπως και είναι δύσκολο για μένα; Μην διστάζεις. Πες το. Ότι πεις θα το κάνω για να δω το πρόσωπάκι σου χαρούμενο και λαμπερό. Τελευταία, το νιώθω, το γέλιο δεν βγαίνει από την καρδιά σου αλλά γεννιέται στο στόμα σου. Η μιλιά σου είναι ευγενική μα δεν έχει τις ρίζες της στην ψυχή σου. Ζανέτ μου, ζήσε και κάνε και μένα να ζήσω. Ξέρω, η ζωή δεν είναι ευχάριστη σ’ ένα ερημονήσι. Μα τι μπορώ να κάνω; Έχω έτοιμα τα ξύλα-φορτώματα από δαύτα- και τα πολύχρωμα πανιά. Κι όταν-αν φανεί κανένα πλοίο μακριά, θ’ ανάψω τη φωτιά και θ’ ανεμίσω τα πανιά για να μας ιδούν. Μα ως τότε τι να κάμω;
ΖΑΝΕΤ
Τίποτα Άνταμ. Τίποτα. Έχεις κάνει τόσα πολλά αγάπη μου! Είσαι τόσο καλός μαζί μου! Ύστερα το ξέρεις ότι πάντα μου άρεσε η μοναχική ζωή. Ξέρεις πόσο με είχε κουράσει η κοινωνικότητα εκεί πέρα. Ρωτώντας τον εαυτό μου βρίσκω πολλές φορές να μη θέλω να φύγω από εδώ.
ΑΝΤΑΜ
Δείξε την αγάπη σου λοιπόν γι αυτό το μέρος. Δείξε την αγάπη σου-που λες πως νιώθεις για μένα.
ΖΑΝΕΤ
Ω! Άνταμ! Δεν πρέπει να είσαι παραπονεμένος αγάπη μου. Γιατί και πόσο σ’ αγαπώ και το ξέρεις, και στο δείχνω… τις στιγμές εκείνες…
ΑΝΤΑΜ
Μήπως… μήπως δεν σου αρέσω εγώ… τις στιγμές εκείνες όπως τις λες; Μήπως, Ζανέτ, δεν είμαι καλός … τότε;..
ΖΑΝΕΤ
Όχι! Όχι! Αν έλεγα κάτι τέτοιο θα έλεγα ψέματα στον εαυτό μου. Μην το ξαναπείς αυτό αγάπη μου.
ΑΝΤΑΜ
Η φλόγα που μου ανάβεις αγάπη μου κάθε φορά, είναι η πιο μεγάλη που μπορεί να γίνει στο καμίνι του έρωτα. Και μόνο το δικό σου νερό μπορεί να μου τη σβήσει.
ΖΑΝΕΤ
Ναι, ναι. Μην συνεχίζεις άλλο πάνω σ’ αυτό καλέ μου και με κάνεις και ντρέπομαι…
ΑΝΤΑΜ
Τι σου λείπει λοιπόν αγάπη μου; Πες το μου και θα το ’χεις.
ΖΑΝΕΤ
Τίποτα δεν μου λείπει Άνταμ αγάπη μου. Όλα τα ’χω. Και τα ’χω χάρη σε σένα και τις γλυκές κι αντρίκιες σου φροντίδες.
ΑΝΤΑΜ
Τότε τι…
ΖΑΝΕΤ
Δεν ξέρω… δεν ξέρω. Τίποτα. Έλα τώρα, μην βασανίζεσαι άδικα. Μην σκέφτεσαι τέτοια. Όλα είναι καλά. Και προ παντός μη βάζεις την ιδέα στο μυαλό σου ότι εσύ πρέπει να κάνεις κάτι και δεν το κάνεις. Έλα… είπες θα πήγαινες κατά την πηγή. Δεν πήγες ούτε χτες ούτε προχτές. Θα σου έχει λείψει. Πήγαινε. Μην κάθεσαι να φυλάς εμένα. Εγώ θα διαβάσω κάτι. Μόνο φέρε μου κάποια από κείνα τα λουλουδάκια, αν υπάρχουν ακόμα. Θα σε περιμένω να φάμε μαζί.
ΑΝΤΑΜ
Μου υπόσχεσαι ότι δεν θα πλήξεις μόνη;
ΖΑΝΕΤ
Ναι αγάπη μου. Στο υπόσχομαι. Πήγαινε.
ΑΝΤΑΜ
Πάω λοιπόν. Σε χαιρετώ. Γεια σου αγάπη μου
(φιλιούνται)
ΖΑΝΕΤ
Γεια σου μοναδική μου αγάπη.
(Ο Άνταμ βγαίνει. Στον εαυτό της)
Η ακεφιά μου είναι βαριά. Δεν του ξεφεύγει. Κι όπως κι εγώ, έτσι κι αυτός δεν ξέρει τι τήνε γεννάει. Όλα τα έχω αλήθεια όσα μια γυναίκα ποθεί. Αγάπη, έρωτα, άνεση, ασφάλεια. Μα κάτι άλλο θα ’ναι που δεν το μετρώ καθώς τις γυναικείες χρείες αριθμώ. Κι είναι καλός ο Άνταμ ο καημένος. Σκλαβωμένος στα μαύρα μου τα μάτια. Και δεν θέλει πολλά ο καημενούλης μου. Ένα μου χαμόγελο του φτάνει. Μία ματιά γλυκιά μου του είναι αρκετή.
Άντρας εύκολος που δεν χρειάζεται να του θυμίζεις το καθήκον του. Η Φύση του ’χει δώσει να το ξέρει από γεννησιμιού του: αφοσίωση στη γυναίκα. Μα κι εγώ δεν κάνω το καθήκον μου; Καλός αφέντης του δεν είμαι; Κι όμως κάτι μου λείπει Θε μου. Κάτι που ούτε κι εγώ ξέρω τι είναι. Μου λείπει κάτι που θα μου έφερνε την πραγματική ευτυχία… (ακούγεται θόρυβος στα ξερόχορτα)
Μπα! Ο Άνταμ-κάτι θα ξέχασε.
(μπαίνει ο Βεθύ. Η Ζανέτ τον βλέπει έκπληκτη και τρομαγμένη)
ΒΕΘΥ
Μην τρομάζεις γυναίκα. Είμαι άνθρωπος κι εγώ. Μη φεύγεις. Να! Βλέπεις; Δεν κρατώ κανένα όπλο. Άνθρωπος είμαι γυναίκα! Καημένη! Τόσο έχεις ξεχάσει τους ανθρώπους μέσα σε εφτά μήνες; Μην τρομάζεις. Σώθηκα κι εγώ από το ναυάγιο. Το κύμα μ’ έριξε σε κείνο το νησάκι.
(Κοιτάζοντας ψηλά)
Θεέ μου! Μπορώ και μιλώ Θεέ μου! Είδα πάλι ανθρώπου πρόσωπο. Τυχερός μέσα στην ατυχία μου...
(προς την Ζανέτ)
Άνθρωπος είμαι… ναυαγός κι εγώ κυρά μου. Μην τρομάζεις.
ΖΑΝΕΤ
(ακόμα ξαφνιασμένη)
Δεν τρομάζω. Ξαφνικά όμως βλέποντάς σε μπροστά μου… καταλαβαίνεις. Ύστερα δεν σε είχα δει στο πλοίο τόσες μέρες.
ΒΕΘΥ
Ίσως ταξίδευες σε άλλη θέση. Στην πρώτη;
ΖΑΝΕΤ
Ναι.
ΒΕΘΥ
Εγώ στην τρίτη. Γι αυτό. Εσύ τα έφτιαξες όλα τούτα ή είναι κι άλλος μαζί σου;
ΖΑΝΕΤ
(Κοιτάζει γύρω σαν θέλοντας να κερδίσει χρόνο. Ύστερα με σιγουριά)
Ναι. Μόνη μου. Εγώ.
ΒΕΘΥ
Είναι αυτό το τελευταίο νησάκι που έρχομαι. Δεν περίμενα να βρω ούτε εδώ κανέναν. Αλλά λάθεψα. Βρήκα μια όμορφη γυναίκα. Να έρθεις να μείνουμε στο νησί μου. Είναι πιο όμορφα εκεί.
ΖΑΝΕΤ
Παραπαίρνεις φόρα. Μου μιλάς σαν να με ξέρεις χρόνια.
ΒΕΘΥ
Είδα έναν άλλο άνθρωπο μετά από μήνες. Πώς θα έπρεπε να σου μιλούσα; Αλλά και τι πιο φυσικό ένας άντρας και μία γυναίκα να μένουν μαζί; Εμένα μου έχει λείψει πολύ μια ανθρώπινη συντροφιά τους μήνες ετούτους. Δεν μπορεί παρά να συμβαίνει το ίδιο και με σένα. Και σένα θα σου έχει λείψει μια παρέα.
ΖΑΝΕΤ
Πώς το ξέρεις;
ΒΕΘΥ
Μα είναι φυσικό.
(την πλησιάζει)
ΖΑΝΕΤ
Πώς σε λένε;
ΒΕΘΥ
Βεθύ. Και σένα;
ΖΑΝΕΤ
Ζανέτ.
ΒΕΘΥ
Εδώ θα ταίριαζε καλλίτερα να λεγόμασταν Εύα και Αδάμ.
(σιωπή)
ΖΑΝΕΤ
(σιγά)
Μόνοι μας είμαστε, μπορούμε να αλλάξουμε τα ονόματά μας.
ΒΕΘΥ
(Παίρνει απαλά το χέρι της Ζανέτ και το φιλάει)
Το μήλο μόνον μας λείπει.
ΖΑΝΕΤ
Δεν μας λείπει. Εδώ είναι. Και ώριμο μετά τόσον καιρό.
(φιλιούνται. Τα φώτα χαμηλώνουν, σβήνουν για λίγο και ξανανάβουν. Ο Βεθύ είναι καθισμένος στην καρέκλα και η Ζανέτ στα γόνατά του έχοντας τα χέρια της γύρω από τον λαιμό του)
Με έκανες ευτυχισμένη Βεθύ.
ΒΕΘΥ
Είσαι γυναίκα με όλα σου. Και πανέμορφη. Και πόσο θερμή… Θεέ μου!
(Την φιλάει. Κινώντας τον δείκτη του χεριού του προς αυτήν δήθεν επιτιμητικά)
Και ψεύτρα μέσα σ’ όλα.
ΖΑΝΕΤ
Μια φορά που είπα αλήθεια αυτή είναι.
ΒΕΘΥ
Δεν λέω γι αυτό. Αλλά για το πώς είσαι μόνη σου στο νησί. Μια γυναίκα με τα δικά σου χέρια, ντυμένη έτσι και να διαβάζει βιβλία, δεν μπορεί να έχει φτιάξει μόνη της όλα αυτά που βλέπω εδώ γύρω φτιαγμένα από χέρι ανθρώπου.
ΖΑΝΕΤ
Έχεις δίκιο. Καλά κατάλαβες. Ζω με τον άντρα μου. Έχει πάει σε μια πηγή στο πίσω μέρος του νησιού. Και όπου να ’ναι θα γυρίσει. Γι αυτό πρέπει να φύγεις τώρα. Μπορείς να έρχεσαι συχνά; Είναι κάποιο από τα κοντινά νησάκια το νησί σου;
ΒΕΘΥ
Για να βρίσκομαι κοντά σου η θάλασσα δεν μετράει. Πότε θα είσαι πάλι μόνη;
ΖΑΝΕΤ
Όποτε μου πεις ότι θα είσαι πάλι εδώ. Πότε;
ΒΕΘΥ
Μεθαύριο την ίδια ώρα.
ΖΑΝΕΤ
Εντάξει. Πήγαινε τώρα.
ΒΕΘΥ
Κανόνισε να έχουμε περισσότερη ώρα στη διάθεσή μας.
ΖΑΝΕΤ
Όση θέλεις Βεθύ.
(φιλιούνται)
ΒΕΘΥ
Γεια σου γυναίκα.
ΖΑΝΕΤ
Γεια σου. Μεθαύριο την ίδια ώρα.
(Ο Βεθύ βγαίνει)
Από την πρώτη στιγμή που τον είδα, κατάλαβα τι μου είχε λείψει όλον αυτό τον καιρό. Τι ωραία που είναι τώρα όλα! Και πρώτα η ζωή. Αγαπιέμαι διπλά! Και επιτέλους έχω ένα μυστικό από τον Άνταμ. Κάτι εντελώς δικό μου. Κάτι που με κάνει… πώς να το πω… ελεύθερη, ανεξάρτητη. Ναι, ανεξάρτητη! Δεν έχω πια υποχρέωση να μένω με κανέναν. Από εδώ και πέρα χάρη θα κάνω όχι μόνον στην ανεξαρτησία μου αλλά και σε όποιον χαρίσω τον έρωτά μου! Ω! Ελευθερία! Πόσο πιο αξιαπόλαυστα τα κάνεις όλα! Είναι σαν να απόκτησα ξαφνικά δυό ζωές! Και τις αξίζω. Κι ας το σκεφτώ και αλλιώς: έτσι που είμαι δοσμένη τόσο στον Άνταμ, δεν μου επιτρέπεται να έχω κάποιαν ανταμοιβή γι αυτό; Για τόσα χρόνια που είμαι πιστή στον άντρα μου, δεν μου πρέπει κάποια ανταπόδοση; Κι έχω αγάπη αρκετή και για τους δυο. Αγάπη! Αγάπη! Ας κυκλοφορούσε σαν νόμιμο νόμισμα ανάμεσα σε όλους! Κι αν παίρνω αγάπη και από αλλού, αυτό δεν σημαίνει ότι θα έχω να δώσω περισσότερη αγάπη στον Άνταμ; Ω! Άνταμ! Πόσο θα κερδίσεις και συ από την καινούργια μου γνωριμία! Αυτό μου έλειπε λοιπόν και δεν το ήξερα ή δεν τολμούσα να το ομολογήσω στον εαυτό μου: κι ένας άλλος άντρας! Ω! Τώρα είμαι αληθινά ευτυχισμένη. Έλα Άνταμ! Έλα να με βρεις όπως με ήθελες πάντα! Πολύ αλήθεια σε έχω παιδέψει με την θλίψη μου άθελά μου… Έλα. Θα βρεις μια γυναίκα εδώ όπως την θέλεις και όπως πραγματικά σου αξίζει –μια γυναίκα ευτυχισμένη! Ναι. Τώρα νιώθω ότι είμαι πραγματική γυναίκα. Μια γυναίκα που έχει όλα όσα ποθεί κάθε γυναίκα: Απατώ! Έλα Άνταμ να φάμε και να περάσουμε ένα όμορφο απόγευμα. Τώρα θα βλέπεις στο πρόσωπό μου ένα πρόσωπο πραγματικά χαρούμενο και λαμπερό. Και όταν χαμογελώ το χαμόγελο θα βγαίνει τώρα αληθινά από την ψυχή μου. Και πάντα έτσι. Τώρα δεν θα έχω ώρες μελαγχολικές. Ποτέ πάλι. Ούτε αύριο ούτε μεθαύριο. Είπα μεθαύριο-μεθαύριο μου είπε ότι θα έρθει πάλι ο Βεθύ. Και γιατί τάχα μεθαύριο; Αύριο έπρεπε να τόνε φέρω πάλι. Ω! Τώρα θα δώσω στον Άνταμ μια γυναίκα όπως την θέλει. Του αξίζει εξάλλου του καημένου, είναι τόσο καλός μαζί μου….
Πέμπτη 20 Νοεμβρίου 2025
ΤΟ ΜΙΚΡΟ ΘΕΑΤΡΟ
ΔΙΑΦΟΡΑ ΩΡΑΣ
ΤΟΠΟΣ: Χώρος εργοστασίου.
ΧΡΟΝΟΣ: Σημερινός
ΣΚΗΝΗ ΠΡΩΤΗ
Η Σενά τελειώνει τη δουλειά της, κλείνει τον υπολογιστή της, μαζεύει τα πράγματά της και πηγαίνει προς την πόρτα. Πριν φτάσει σ’ αυτήν, μπαίνει ο Ρονίς, αναστατωμένος.
ΜΟΡΙΣ
Και σεις εδώ;
ΣΕΝΑ
(απορημένη)
Τι εννοείτε; Πού να ήμουν; Τώρα τελείωσα και φεύγω…
ΜΟΡΙΣ
Μάλιστα. Το ίδιο έπαθα κι εγώ…
ΣΕΝΑ
Τι θέλετε να πείτε;.. τι πάθατε;
ΡΟΝΊΣ
Τώρα τελειώσατε είπατε. Τι ώρα τελειώσατε;
ΣΕΝΆ
Τι εννοείτε κύριε Μορίς; Στις οχτώ η ώρα. Όπως κάθε μέρα.
ΡΟΝΊΣ
Κυρία Σενά, γυρίσατε το ρολόι σας χτες τη νύχτα στην χειμερινή ώρα;
ΣΕΝΑ
(Στέκει για λίγο σκεπτική. Αμέσως κατόπιν, απελπισμένη)
Ω! Όχι! Τι έπαθα… και σεις το ίδιο;.. Και τώρα-οι άλλοι έφυγαν;..
ΜΟΡΙΣ
Ακριβώς κυρία Σενά. Δυστυχώς. Το ίδιο έπαθα κι εγώ!...
(Σιωπή)
ΣΕΝΑ
Και τώρα; Να πάρουμε τηλέφωνο κάποιον… τον θυρωρό… έχετε τηλέφωνο;
ΜΟΡΙΣ
Τηλέφωνο έχω, όμως μπαταρία δεν έχει-εσείς;
ΣΕΝΑ
(απελπισμένα)
Όχι! Δεν έχω καν τηλέφωνο. Τι μπορούμε να κάνουμε κύριε Ρονίς;
ΡΟΝΙΣ
Αυτό που μπορούσα το έκανα. Δοκίμασα τα δικά μου κλειδιά του σπιτιού, μήπως τύχαινε να ταιριάζει κανένα, όμως τίποτε, όπως άλλωστε ήταν φυσικό.
ΣΕΝΑ
Να φωνάζαμε μήπως μας ακούσει κάποιος…
ΡΟΝΙΣ
Το εργοστάσιο είναι έρημο τριγύρω και την ημέρα ακόμα. Πόσο μάλλον τη νύχτα…
(Σιωπή)
Νομίζω ότι θα μείνουμε κλεισμένοι εδώ όλη τη νύχτα. Τι νομίζω… Θα μείνουμε εδώ όλη τη νύχτα!
ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΠΡΩΤΗΣ ΣΚΗΝΗΣ
ΣΚΗΝΗ ΔΕΥΤΕΡΗ
(Μία ώρα μετά. Η Σένα και ο Ρονίς κάθονται σε δυο καρέκλες μακριά η μια από την άλλη, στο δωμάτιο-γραφείο του Ρονίς.)
ΡΟΝΙΣ
Πρώτη φορά μου συμβαίνει κάτι τέτοιο. Και εύχομαι και ελπίζω η τελευταία. Πόσο παράξενο είναι όλο αυτό!
(σιωπή)
ΣΕΝΑ
Και τι δεν είναι παράξενο κύριε Ρονίς;
ΡΟΝΙΣ
Θέλω να πω δυο άνθρωποι που τίποτα δεν έχουν κοινό, να βρίσκονται στο ίδιο δωμάτιο, νύχτα, ενώ θα έπρεπε καθένας να ήτανε στο σπίτι του και να κάνει τις συνηθισμένες ασχολίες του πριν τον ύπνο…
ΣΕΝΑ
Παράξενο λέτε μόνον αυτό κύριε Ρονίς; Και τι δεν είναι παράξενο στη ζωή των ανθρώπων;
ΡΟΝΙΣ
Σας το είπα ήδη. Δεν θα ήταν παράξενο αν βρισκόταν καθένας μας στο σπίτι του προετοιμαζόμενος για την νυχτερινή κατάκλισή του.
ΣΕΝΑ
Αυτό θα το έλεγα συνηθισμένο κύριε Ρονίς, όμως δεν θα έπαυε να είναι και παράξενο, αλλόκοτο.
ΡΟΝΙΣ
Μα… πώς αυτό;
ΣΕΝΑ
Βρίσκετε να έχουν κάποια λογική εξήγηση οι πράξεις, οι συνήθειες και η ύπαρξη του ανθρώπου, ώστε κάτι από ό,τι κάνει αυτός να μην είναι παράδοξο, αλλόκοτο;
ΡΟΝΙΣ
(έντονα)
«Η ύπαρξη του ανθρώπου»! Μα είναι γνωστά γεγονότα αυτά. Η γη, η εμφάνιση πάνω της των φυτών και των ζώων, και τέλος ο άνθρωπος.
Όσο για τις καθημερινές ασχολίες του ανθρώπου δεν νομίζω να χρειάζεται κάποια ιδιαίτερη γνώμη πέρα από το γεγονός ότι υπάρχουν για χιλιετίες τώρα, και ότι αυτές είναι κανονικές, φυσιολογικές, ενώ αντίθετα, το να κάθεται κάποιος ξάγρυπνος ολονυχτίς σε ένα μέρος όπου συνηθίζεται να πηγαίνει σε αυτό μόνον με το φως της ημέρας και μόνον για να εργαστεί εκεί-ότι αυτό όλο, σαν παράδειγμα, μπορεί να χαρακτηριστεί αδιανόητο, παράδοξο, τραγικό θα έλεγα….
ΣΕΝΑ
Κύριε Ρονίς, ηρεμήστε. Δεν είναι ώρα αυτή για να έρθουμε σε ρήξη για το τι είναι φυσιολογικό ή όχι. Στο τέλος αν δεν έχετε όρεξη για συζήτηση δεν έχουμε υποχρέωση να συζητάμε. Η ώρα θα περάσει είτε αν κουβεντιάζουμε είτε όχι.
ΡΟΝΙΣ
Όχι κυρία Σενά, ας συζητήσουμε-ας λέμε κάτι… δεν είναι ότι δεν έχω όρεξη για συζήτηση αλλά αυτό που μας συνέβη με έχει ταράξει… Όμως αλήθεια δεν βλέπω τι άλλο μπορούμε να κάνουμε παρά να συζητήσουμε. Με συγχωρείτε για τον τόνο της φωνής μου. Όμως τι θέλατε να πείτε-ότι δεν είναι ασυνήθιστο αυτό που μας συνέβη;
ΣΕΝΑ
Είπα ότι είναι συνηθισμένο να βρίσκεται κανείς στο σπίτι του τέτοιαν ώρα, ότι όμως αυτό είναι και παράξενο, αλλόκοτο.
ΡΟΝΙΣ
Γιατί το λέτε αυτό κυρία Σενά; Πώς το αιτιολογείτε;
ΣΕΝΑ
Κύριε Ρονίς τέτοιαν ώρα θα ήταν φυσιολογικό να είχαμε σώμα τριχωτό, μουσούδα και σώμα πιθήκου, και να είμαστε πάνω σε ένα δέντρο στο δάσος, έχοντας φτιάξει με φύλλα μια γωνιά, και να κοιμόμαστε. Αυτό λέω ότι δεν θα ήταν παράξενο τέτοια ώρα για μας.
ΡΟΝΙΣ
Θέλετε να πείτε ότι έπρεπε να ζούμε στην ζωώδη κατάσταση ακόμα;
ΣΕΝΑ
Όχι ακόμα κύριε Ρονίς. Πάντα. Για πάντα.
ΡΟΝΙΣ
Εσείς γυρίζετε τον κόσμο πίσω χιλιάδες, εκατομμύρια ίσως χρόνια…
ΣΕΝΑ
Δεν τον γυρίζω , μακάρι να μπορούσα να τον γυρίσω. Μα να τον νοσταλγώ δεν θα πάψω.
ΡΟΝΙΣ
Θα προτιμούσατε τώρα να ήσασταν έξω στο κρύο αντί σε ένα ζεστό κρεβάτι;
ΣΕΝΑ
Ακριβώς κύριε Ρονίς. Έτσι θα έπρεπε να είχε μείνει το πράγμα-αυτής της γνώμης είμαι.
ΡΟΝΙΣ
Για να πω την αλήθεια, δεν περίμενα να ακούσω να λέγεται αυτό από κάποιον. Και την ίδια γνώμη έχετε και για τις άλλες διαφορές που ο άνθρωπος έχει από τα ζώα; Εννοώ για όλες τις προόδους που έχει κάνει ο άνθρωπος-για τον πολιτισμό μας γενικότερα;
ΣΑΝΑ
Μάλιστα κύριε Ρονίς. ΄Ετσι το βλέπω το πράγμα.
Το ζεστό κρεβάτι κύριε Ρονίς το χρυσοπληρώνουμε με τρεχάματα για την απόκτηση χρήματος, με άγχος για χίλια δυο πράγματα, με την έλλειψη της απόλαυσης της ζωής μας. Δέστε ένα ζώο πόσο πλήρως απολαμβάνει τη ζωή του, τη φύση γύρω, τον έρωτα, την συντροφιά με άλλα ζώα… Ενώ εμείς… εμείς θεωρούμε ότι είμαστε τυχεροί αν μπορέσουμε να πάμε ένα Σαββατοκύριακο στην εξοχή, αν δεν πονοκεφαλιάζουμε για τι φαγητό να φτιάξουμε, τι ρούχο να φορέσουμε, πόση ζάχαρη να ρίξουμε στον καφέ μας…
ΡΟΝΙΣ
Μα είμαστε λογικά όντα. Με το μυαλό μας αντιμετωπίζουμε όλα αυτά τα μικροπροβλήματα σχεδόν χωρίς καθυστέρηση και χωρίς μεγάλη δυσκολία.
Αμφισβητείτε την ανωτερότητα του ανθρώπου απέναντι στα ζώα που μόνον το ένστικτο τα οδηγεί;
ΣΕΝΑ
Ναι. Αμφισβητώ την ανωτερότητα όπως την λέτε του ανθρώπου απέναντι στα ζώα.
Ακόμα περισσότερο εναντιώνομαι σ’ αυτήν.
ΡΟΝΙΣ
Καταργείτε έτσι την τέχνη, τις επιστήμες, την φιλοσοφία…
ΣΕΝΑ
Την τέχνη; Γιατί να μιμούμαστε την φύση κύριε Ρονίς, τη στιγμή που θα την είχαμε ζωντανή μπροστά μας-που θα ήμασταν ένα από τα συστατικά της-που εμείς θα ήμασταν η φύση τότε;
Και οι επιστήμες και η φιλοσοφία τι αληθινό μας έχουν δώσει, ώστε αν δεν τις είχαμε θα χάναμε τι; Την γελοιότητα να μαλώνουμε αν η γη γυρίζει ή όχι; Και τι κερδίσατε εσείς και όλοι οι άνθρωποι μαζί από την γνώση αυτήν; Πονάτε ίσως λιγότερο όταν πέφτετε και χτυπάτε; Και το να φτιάχνει κάθε φιλόσοφός σας μια θεωρία για το τι είναι Δίκαιο έπαψαν να γίνονται αδικίες; Και αν με τα μαθηματικά λύνετε προβλήματα, τι ωφεληθήκατε από όλα αυτά;
Και πηγαίνοντας ενάντια στην φύση με τις διάφορες ανακαλύψεις και τις εφαρμογές τους τι καταφέρατε;
Υποφέρετε κάθε μέρα για να εξασφαλίσετε το φαγητό σας, τρέμετε την αστυνομία σας, κρύβεστε στο σπίτι σας για τον φόβο των κλεφτών, τρέχετε να ντυθείτε στρατιώτης για να σκοτωθείτε από έναν άλλον άνθρωπο, που και κείνος θα σκοτώσει κάποιον δικό σας στρατιώτη, και όταν αρρωστήσετε τρέχετε στους γιατρούς για να ζήσετε έναν χρόνο πιο πάνω.
Στο θέατρο της ζωής, στη γη κύριε Ρονίς, προσπαθείτε να αποκτήσετε κάτι που τα ζώα το έχουν χωρίς κόπο και τόσο φυσικά όσο φυσικό είναι για μας η αναπνοή.
Φυσιολογικό κύριε Ρονίς θα ήταν να ζούμε όπως ζουν τα ζώα. Όλα τα άλλα είναι αφύσικα.
ΡΟΝΙΣ
Κυρία Σενά, δεν συμφωνώ μαζί σας.
Όλες οι επιτεύξεις του ανθρώπου τόσο ασήμαντες σας μοιάζουν;
Έχουμε νόμους, έχουμε κράτη, έχουμε κατακτήσει τους αιθέρες, άνθρωπος πήγε στο φεγγάρι, έχομε μηχανήματα που με αυτά μαθαίνουμε τον γύρω μας κόσμο ή δημιουργούμε έργα που θα μείνουν στους αιώνες. Έχουμε διεισδύσει στα άδυτα των αδύτων της Φύσεως, του νου μας, της ύπαρξής μας. Ξέρουμε πότε γεννήθηκε η γη και ο ήλιος, ξέρομε την ιστορία των λαών, ετοιμαζόμαστε να κατακτήσουμε κάποιους πλανήτες.
Όλα αυτά δεν σας κάνουν περήφανη για το γένος στο οποίο ανήκετε-το γένος των ανθρώπων;
ΣΕΝΑ
Κύριε Ρονίς, έχετε γνωρίσει ένα απειροελάχιστο μέρος για τα πράγματα που μπορείτε να δείτε και που ξέρετε ότι υπάρχουν, και πιστεύετε ότι σας αξίζει έπαινος γι αυτό.
Θα συμφωνούσα μαζί σας αν, αυτή η έστω λίγη γνώση ήταν η αρχή για κάτι μεγαλύτερο, αν ήταν η αρχή για κάτι που είναι θεμιτό και ωραίο.
Μα ούτε εγώ, ούτε εσείς, ούτε και όλοι εκείνοι που συμβάλλουν σ’ αυτό, ξέρετε γιατί κάνετε ό,τι κάνετε.
Γιατί ο άνθρωπος τα κάνει όλα αυτά κύριε Ρονίς;
ΡΟΝΙΣ
Μα, κυρία Σενά, βρεθήκαμε στη γη. Τι να κάνουμε; Να υποταχτούμε στη μοίρα μας, αφού μπορούμε να φτιάξουμε κάτι καλύτερο;
ΣΕΝΑ
Καλλίτερο είπατε; Είναι καλλίτερο αντί να τρώει κάποιο ζώο καρπούς και φύλλα από τα δέντρα, να τρώει ένα φαγητό που τόσοι άλλοι δούλεψαν, ίδρωσαν, πέθαναν για να του ετοιμάσουν;
Είναι καλλίτερο να τρέχουμε με αυτοκίνητα; Για να προλάβουμε τι;
Είναι καλλίτερο να αγωνιζόμαστε να μάθουμε τι γίνεται στο σύμπαν, ενώ δεν ξέρουμε τι γίνεται δίπλα μας;
Είναι ο άνθρωπος λογικό όν κύριε Ρονίς;
Ή μήπως ευτυχισμένο;
Τι έχει κερδίσει με όλα αυτά που μηχανεύεται κύριε Ρονίς, πέρα από ένα φέρετρο;
Ή μήπως οι φιλόσοφοί σας έγιναν σοφοί και σας έδειξαν κάποιον δρόμο άλλον από εκείνον που για εκατομμύρια εκατομμυρίων χρόνια ακολουθεί κάθε ον πάνω στη γη αυτή;
Ακριβώς κύριε Ρονίς. Να υποταχτούμε στη μοίρα μας-για να το πω όπως εσείς το θέσατε.
Ακριβώς κύριε Ρονίς. Να ζήσουμε σαν ζώα αφού ζώα είμαστε. Δηλαδή να ζήσουμε τη ζωή μέσα στη φύση, όπως κάνουν και όλα τα άλλα ζώα. Αν είχαμε κάνει έτσι, δεν θα βρισκόμασταν τώρα φυλακισμένοι μέσα σ’ αυτό το κατόρθωμα της κατασκευαστικής δεινότητας των ανθρώπων-μέσα σ’ αυτό το κτίριο, εμείς! οι παντοδύναμοι, εμείς! οι πανέξυπνοι, εμείς! οι πολιτισμένοι!, εμείς που ένα μικρό κομματάκι σίδερο, που εμείς οι ίδιοι με την τόση εξυπνάδα μας κατασκευάσαμε, μας στερεί τώρα τον ύπνο μας, το φαγητό μας, την ελευθερία μας, την αξιοπρέπειά μας.
ΡΟΝΙΣ
Ο κόσμος όμως προχωρεί κυρία Σενά. Και προχωρεί στον δρόμο του πολιτισμού που ο ίδιος έχει αναπτύξει, κάνοντας πραγματικότητα σιγά σιγά τα όνειρά του.
ΣΕΝΑ
Έχω κι εγώ ένα όνειρο κύριε Ρονίς.
Να φτιάξω μία συσκευή που να εκπέμπει ακτίνες, θανατηφόρες για τους ανθρώπους μόνον.
Και να ξεπαστρέψω όλους τους ανθρώπους, αφήνοντας τη γη να ξαναγίνει όπως ήταν πριν ο άνθρωπος υπάρξει: αγνή, αμόλυντη, θεία.
ΡΟΝΙΣ
Κυρία Σενά είναι τόσο απλησίαστες οι θέσεις μας για το θέμα, ώστε νομίζω ότι θα ήταν καλλίτερο να μην μιλάμε γι αυτό.
ΣΕΝΑ
Έχετε εν μέρει δίκιο κύριε Ρονίς. Γιατί και σ’ αυτό έχουμε διαφορετική άποψη. Και η δική μου επ’ αυτού είναι ότι θα ήταν καλλίτερο να μην μιλάμε καθόλου και για τίποτα.
(μεγάλη σιωπή)
ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΔΕΥΤΕΡΗΣ ΣΚΗΝΗΣ
ΣΚΗΝΗ ΤΡΙΤΗ
(Δώδεκα ώρες μετά. Ο επιστάτης μπαίνει στο γραφείο του κυρίου Ρονίς. Ο Ρονίς και η Σενά σηκώνονται.)
ΕΠΙΣΤΑΤΗΣ
(έκπληκτος)
Κύριε Ρονίς… κυρία Σενά… είναι αυτό που φαντάζομαι; Η αλλαγή της ώρας;…
ΣΕΝΑ
Καλημέρα Αντρέ. Ναι, καλά κατάλαβες.
(βγαίνοντας, στον κύριο Ρονίς)
Καλή σας μέρα κύριε Ρονίς.
ΡΟΝΙΣ
Καλημέρα σας κυρία Σενά.
(τοποθετεί την καρέκλα του στη θέση της στο γραφείο του και κάθεται.)
Αντρέα, φέρε μου ένα καφεδάκι σε παρακαλώ. Διπλό!
ΕΠΙΣΤΑΤΗΣ
Έγινε κύριε Ρονίς!
(βγαίνει)
ΑΥΛΑΙΑ