Τετάρτη 3 Δεκεμβρίου 2025

 ΙΘΑΚΗ
ή
ΤΟ ΤΖΑΚΙ

Σα βγεις στην πιάτσα για να χτίσεις Τζάκι
να εύχεσαι να ‘ναι μακρύς ο δρόμος,
γεμάτος πράξεις άνομες και ατιμίες.

Τους Δημοκράτες και τους Κόκκινους
Την άγια την ελευθερία μη φοβάσαι.
Τέτοια στον δρόμο σου ποτέ δε θα ’βρεις
αν η βρωμιά σου ειν’ υψηλή, αν διαφθορά
κι αναλγησία το πνεύμα και το σώμα σου αγγίζει.
Τους Δημοκράτες και τους Κόκκινους
Την άγια την ελευθερία μη φοβάσαι,
αν δεν τους θάλπεις μέσα στην ψυχή σου,
αν η ψυχή σου δεν τους στήνει εμπρός σου.

Να εύχεσαι να ναι μακρύς ο δρόμος.
Της αρχηγίας σου πολλά τα χρόνια να είναι,
που με τι ασχετοσύνη, με τι κουφότητα,
καλοστημένες αγυρτείες θα σκαρώνεις.

Να σταματήσεις σε μικρά νοικοκυριά
και τη φτωχή τους τη βολή να λεηλατήσεις:
μιστούς και κουμπαράδες και χρυσά φυλάγματα,
κι αιματοστάλαχτα μυρωδικά κάθε λογής,
όσο μπορείς πιο άφθονα αιμοχαρή μυρωδικά.

Σε πόλεις ευρωπαϊκές πολλές να πας
να μάθεις και να μάθεις από τους φτασμένους.

Πάντα στο νου σου να κρατάς το Τζάκι.
Το χτίσιμό του μόνο να ‘ν’ ο προορισμός σου.
Και να μη βιάζεις το ταξίδι διόλου.
Καλλίτερα χρόνια πολλά να διαρκέσει,
κι ας πας αργά στη βίλλα τη χρυσή,
πια πλούσιος μ' όσα έκλεψες στον δρόμο.

Και μην προσμένεις κέρδη άλλα από το Τζάκι.
Το Τζάκι σου ’δωσε το αισχρό ταξίδι.
Χωρίς αυτό δεν θα ’βγαινες στον δρόμο.
Άλλα δεν έχει να σου δώσει πια.

Κι αν άπιστο το πεις, το Τζάκι-όχι- δεν σε γέλασε.
Κι οικτρός έτσι που έγινες και μισημένος
ήδη θα το κατάλαβες τα Τζάκια τι σημαίνουν.

  ΤΟ ΘΑΥΜΑ

"Κύριε πιστεύω. Βοήθησε την απιστία μου",
Του είπα.

Το βλέμμα Του συνάντησε το βλέμμα μου.

Για μια στιγμή τυφλώθηκα, καθώς
Η ματιά μου, απωθημένη απ’ τη δική Του
Έφτασε στου ματιού μου το επίπεδο,
Το διαπέρασε
Κι από εκεί ξεχύθηκε
Και φώτισε ότι' ήτανε ως τότε πίσω μου
κρυμμένο.

Έκτοτε βλέπω με το φως Του.
Τ' αστέρια φαίνονται μόνο όταν σκύψω προς τη γη.
Από τις αστραπές φτάνει ο ήχος πρώτα.

Το παιδί μου το άλαλο τώρα μιλάει. Κι όλοι θαυμάζουν.
Δεν θα προσπαθήσω να τους δείξω πως έχουν λάθος.
Δεν θα είμαι εγώ που θα τους σβήσω τις ελπίδες-
πώς να τους ειπώ
πως θαύμα θάτανε αν δεν γιατρεύονταν ο γιός μου;

Ύστερα έφυγε μαζί με τους μαθητές Του.
Ο γιός μου μου είπε συνωμοτικά:
"Αποφεύγουνε τη Γαλιλαία".
Μου τόπε σαν να έπρεπε να ξέρω το γιατί.

Στάθηκα μόνος εκεί πέρα.
Οι άλλοι φύγανε δοξάζοντας τον Θεραπευτή.
Ο γιός μου δοξάζοντας τη νέα του ζωή.

Στάθηκα μόνος εκεί πέρα.κι έβλεπα.
Σε λίγο οι μαθητές Του άνοιξαν βήμα.
Τον προσπέρασαν.
Αυτός κάθησε αποσταμένος.
Στο βάθος
Μέσα στον καταγάλανο ουρανό
Σαν πουλιά που στέγνωναν στον ήλιο τις φτερούγες τους
Φανήκανε οι δώδεκα Σταυροί.



ΝΤΑΡΑΒΕΡΙ

Θεούλη μου οι όπου πλανή-
τη γης ξενιτεμένοι
Καθένας από Σένανε
Βοήθεια περιμένει.

Δε Σου ζητάνε και πολλά.
Να τους βοηθήσεις μόνο
Έτσι που να νικήσουνε
Στην πάλη με τον πόνο.

Για Σε δεν είναι δύσκολο.
Μια σκέψη Σου μονάχα
Κι αμέσως όλα γίνονται.
Δύσκολο είναι τάχα;

…Στο κάτω κάτω της γραφής
σκέψου πως άμα γίνει
Κάνεις το θαύμα Σου και Συ,  
Βολεύονται κι εκείνοι.

Δευτέρα 1 Δεκεμβρίου 2025

 Ο ΜΕΤΕΩΡΙΤΗΣ

« To ερώτημα δεν είναι αν θα πέσει στη γη ο μετεωρίτης που θα την καταστρέψει, αλλά πότε θα πέσει.»
Οι επιστήμονες

Σκοτάδι, Εκείνος κι Εκείνη κάθονται διπλα σ’ ένα παράθυρο. Ένα λυχνάρι του λαδιού τρεμοφέγγει.

Εκείνη
Σκοτάδι κι εκεί. Όπως παντού. Δεν ξεχώριζα τίποτα. Μερικά αυτοκίνητα περνούσαν. Οι άνθρωποι κλεισμένοι στα σπίτια τους. Η τηλεόραση νεκρή. Μερικοί σταθμοί ραδιοφωνικοί παίζανε ξεψυχώντας,
Κάποιος ερχόταν προς τα δω με το αυτοκίνητο του. Με πήρε. Με άφησε εδώ πιο κάτω. Τον πλήρωσα χρυσάφι κάθε μίλι για να με φέρει. Τι τα θέλει τα λεφτά;

Εκείνος
Κι εδώ όλα νεκρά. Μόνον μερικοί αστυνομικοί τριγυρίζουν χωρίς εξουσία για τίποτα. Γιατί τριγυρνούν;..  Για ποιον;..
(σιωπή)
 
Εκείνη
Τι θα κάνουμε;

Εκείνος
Θα ζήσουμε όσο έχουμε φαγητό.

Εκείνη
To ίδιο όλοι;

Εκείνος
To ίδιο όλοι, άλλος λιγότερο άλλος περισσότερο.

Εκείνη
Φαγητό! Πόσο παράξενα ακούγεται! Λαχανικά! Κρέας! Ρύζι! Αυγά!.. Πάνε πια όλα αυτά τα αγαπημένα. Πάνε... Ζώα, Φυτά... και η Άνοιξη… η Άνοιξη… η Άνοιξη… δε θα ξανάρθει...

Εκείνος
Ούτε ο χειμώνας. Ούτε το καλοκαίρι με τα φρούτα τα γλυκά... Ο χρόνος τελείωσε. Μόνο η γη-όση νιώθουμε- μας μένει...

Εκείνη
Αυτό ήταν λοιπόν...

Εκείνος
Αυτό ήταν...


Εκείνη
Τοσος πόνος... τόση αγωνία... η ζωή... η ζωή έτσι λοιπόν τελειώνει...

Εκείνος
Οι δίσταγμοί, οί τύψεις, τα δάκρυα, όλα άσκοπα.

Εκείνη
Κείνα τ' απογέματα στο μονοπάτι… με τον ήλιο ν' αργογέρνει πίσω από τα βουνά χρυσίζοντας τη θλίψη μας...

Εκείνος
Η Τίνα που μας ενοχλούσε με τις φωνές της… το αφεντικό που νευρίαζε όταν αργούσαμε… η κυβέρνησή μας… η πόλη μας...

Εκείνη
Η ζωή μας...

(σιωπή)

Εκείνος
Ο ουρανός μας έστειλε το θάνατο αντί τη ζωή.

Εκείνη
Ο ουρανός; Ποιος ουρανός; Όλα ένα μαύρο σύννεφο.
Ούτε "σύννεφο"... όλα ένα μαύρο.

(σιωπή)
Εκείνη
Κάποτε βλέπαμε τον ήλιο... μετρούσαμε τις ημέρες… τις ώρες... κάποτε λέγαμε "αύριο"...

Εκείνος
Επειδή είχαμε μάτια. Οι τυφλοί δεν έλεγαν τίποτα.

Εκείνη
Δεν είχαμε μάτια. Αφού τώρα δεν έχουμε, ποτέ δεν είχαμε.

Εκείνος
Και ο θεός...

Εκείνη
θα πεθάνει μαζί με μας.

Εκείνος
Και το παιδί μας… Αν μπορούσαμε να ζήσουμε ώσπου να γεννηθεί...

Εκείνη
Πώς θα ήτανε δυνατό; Και αν ήτανε δυνατό... τι... τι να τo κάναμε; Τι να του λέγαμε; Πως κάποτε ήταν ένας ήλιος; Πως κάποτε υπήρχαν αστέρια;

Εκείνος
Ποια αστέρια; Ποιος ήλιος; Τίποτε απ' αυτά δεν υπήρξε. Ποτέ δε ζήσαμε. Οι επιστήμες μας, η Τέχνη, η Ποίηση, η Φιλοσοφία μας... τίποτα... Τίποτα. Όλα ένα μηδέν. Όλα ένας χαμός μες στο χαμό.

Εκείνη
Ούτε για να κλάψει τα τόσα χαμένα δε θα μείνει κανείς.

Εκείνος
Τίποτα δε θα χαθεί. Τίποτα δεν υπήρξε.

Εκείνη
Κι εσύ; Κι εγώ; Δεν υπήρξαμε;

Εκείνος
Τι θα πει "υπήρξαμε";

Εκείνη
Δεν ξέρω.

Εκείνος
Πες μου, τι θα πει "υπήρξαμε";

Εκείνη
Δεν υπήρξαμε. Είμασταν εμείς και τίποτ' άλλο. Τώρα θα πάμε κι εμείς και τίποτε δε θα μείνει.

Εκείνος
Το μυαλό μας μόνο ήτανε που ακόμα είναι. Και μέσα του όλα τ’ άλλα.

Εκείνη
Ναι. To μυαλό μας μόνο. Και μέσα του η γέννα μας κι όλη μας η ζωή. Κι όλα τ' άλλα. Και μέσα μου εσύ.

Εκείνος
Και μέσα μου εσύ.

Εκείνη
Ο ένας μέσα στον άλλο.

Εκείνος
Εγώ ήμουν εσύ κι εσύ ήμουν εγώ.

Εκείνη
Ούτε εσύ ούτε εγώ. Η σκέψη μας μόνο.

Εκείνος
Ούτε η σκέψη μας.  Η μνήμη. Αυτή έφτιαξε
ρούχα, σπίτια, εργαλεία, δαίμονες, θεούς, αγάπες, μίση.

Εκείνη
Αυτή έφτιαξε βάραθρα, πόνους, ενοχές, μοναξιά. Αυτή έφτιαξε και τον μετεωρίτη που τώρα τη σκοτώνει.

Εκείνος
Τη σκοτώνει; Όχι. Τη λεφτερώνει.

Εκείνη
Τη λευτερώνει από τι;

Εκείνος
Από τον εαυτό της. Από τι άλλο θα μπορούσε;

Εκείνη
Λευτεριά λοιπόν είναι ο θάνατος;

Εκείνος
Λευτεριά είναι η Λευτεριά. Θάνατος δεν υπάρχει.
Λεφτεριά είναι αυτό, να ξέρεις πως δεν υπάρχει θάνατος.
Λεφτεριά είναι η λεφτεριά.

Εκείνη
Λεφτεριά είναι η λευτεριά...
Λοιπόν γιατί να υποφέρουμε σκλαβωμένοι;

Εκείνος
Δεν υποφέρουμε.
(σηκώνεται γρήγορα, παίρνει από το συρτάρι ένα περίστροφο, πυροβολεί στο κεφάλι Εκείνης, ύστερα πυροβολεί το δικό του. Την ίδια στιγμή σβήνει και το λυχνάρι. Σκοτάδι)

Κυριακή 30 Νοεμβρίου 2025

 ΤΟ ΜΙΚΡΟ ΘΕΑΤΡΟ

«ΚΥΡΙΑ ΝΤΟΜΙΕ»

ΠΡΟΣΩΠΑ:
ΑΝΤΡΕ ένας εραστής του ωραίου
ΜΑΡΙ μια όμορφη γυναίκα
ΓΚΑΡΣΟΝ

ΤΟΠΟΣ:
Παρισινό καφέ.

Ώρα απογευματινή μιας ημέρας ανοιξιάτικης.
Ο Αντρέ πίνει το βερμούτ του σε ένα τραπεζάκι, ενώ στο παραδίπλα τραπεζάκι η Μαρί πίνει το αναψυκτικό της.
Ο Αντρέ σηκώνεται και πλησιάζει το τραπεζάκι όπου κάθεται η Μαρί.
Στέκει σε μια διακριτική απόσταση από την Μαρί και απευθύνεται προς αυτήν με ευφρόσυνη διάθεση.
ΑΝΤΡΕ
Κυρία Ντομιέ, παρακαλώ επιτρέψτε μου να σας εκφράσω την ευχαρίστησή μου που τυχαίνει να σας ξαναβλέπω ύστερα από τόσον καιρό.
(Η Μαρί κοιτάζει για μια στιγμή γύρω της, και μη βλέποντας καμία άλλη κυρία κοντά εκεί, βεβαιώνεται ότι ο Αντρέ μιλάει σ’ αυτήν.)
ΜΑΡΊ
Σ’ εμένα μιλάτε κύριε….
ΑΝΤΡΕ
Μάλιστα. Ίσως δεν με θυμάστε… Είχαμε βρεθεί και οι δύο στην δεξίωση της κυρίας και του κυρίου Γκιγιώμ…  στην Λιόν… που γιόρταζαν την πέμπτη επέτειο του γάμου τους…
ΜΑΡΊ
Κάποιο λάθος κάνετε κύριε…
ΑΝΤΡΕ
Βενσάν! Κύριος Βενσάν!
ΜΑΡΊ
Κάποιο λάθος κάνετε κύριε Βενσάν…
ΑΝΤΡΕ
…Που ένας σερβιτόρος σας σκούντησε κατά λάθος και χύθηκε το ποτό σας πάνω στον σύνοδό σας…  με συγχωρείτε που σας θυμίζω κάτι τέτοιο, όμως αντιδράσατε τόσο υπέροχα όσο η φήμη και …συγχωρήστε μου την αναφορά σ’ αυτό… όσο η φήμη και η ομορφιά σας απαιτούσε…
ΜΑΡΙ
Κύριε Βενσάν, θα σας επαναλάβω ότι κάνετε λάθος. Δεν παρευρέθηκα σε αυτή την δεξίωση που αναφέρατε. Και ούτε λέγομαι Ντομιέ.
ΑΝΤΡΕ
(θορυβημένος)
Τόση ομοιότης!... Κυρία μου, σας ζητώ χίλιες φορές συγνώμη… όμως αν ξέρατε την κυρία Ντομιέ θα δυσκολευόσασταν και σεις να παραδεχτείτε ότι κάποια άλλη κυρία σας μοιάζει τόσο πολύ. Αισθάνομαι τόσο γελοίος…  Όμως θα είχαμε να πούμε τόσα πολλά… αν ήσασταν αυτή… γιατί ξέρετε… όχι πως έχει πια σημασία, αλλά κι εγώ όπως εκείνη, είχαμε κάτι κοινό: την αγάπη μας για την όπερα!
ΜΑΡΙ
Κύριε Βενσάν, τόσην ώρα είστε ορθός μπροστά μου ενώ εγώ είμαι καθιστή ωραία ωραία στην καρέκλα μου. Βλέπω την αναστάτωσή σας και δεν θα ήθελα να είμαι στην θέση σας. Τυχαίνει να ενδιαφέρομαι κι εγώ για την όπερα. Καθίστε για λίγο σας παρακαλώ… τα λάθη αυτά συμβαίνουν… Δεν θέλω να φύγετε με τύψεις ή με ενοχές για το λάθος σας. Ηρεμήστε…
(ο Αντρέ μένει όρθιος)
Παρακαλώ, καθίστε.
(Ο Αντρέ κάθεται)
ΑΝΤΡΕ
Σας ευχαριστώ για την κατανόηση.
ΜΑΡΙ
Μείνετε ώστε να μου πείτε για την αντίδραση της κυρίας Ντομιέ όταν χύθηκε το ποτό της. Θα είναι ενδιαφέρουσα, από μία κυρία όπως την περιγράψατε.
ΑΝΤΡΕ
 (Χαρούμενος για την έκβαση της κατάστασης και με θάρρος)
Ω! Σηκώθηκε και είπε στον σερβιτόρο, «δεν φταις εσύ αγαπητέ μου, εγώ έκανα μιαν απότομη στροφή για να δω καλύτερα την ορχήστρα»
Και στην ερώτηση του σερβιτόρου για το τι θα ήθελαν από εκείνον ώστε να επανορθώσει όσο ήταν δυνατόν, η κυρία Ντομιέ τον καθησύχασε λέγοντάς του: «Μην το παίρνετε τόσο σοβαρά, δεν θα πάθει τίποτε ο σύζυγός μου από μια γουλιά μπύρας που χύθηκε στο σμόκιν του. Εξάλλου ορίστε!» και με μια πετσετούλα σκούπισε το σημείο του σμόκιν του συζύγου της.
Και εκεί τελείωσε το θέμα.
ΜΑΡΙ
Νομίζω ότι κάθε κυρία έτσι περίπου θα φερόταν.
ΑΝΤΡΕ
Κάθε πραγματική κυρία όπως αυτή και σεις ναι. Όχι μία κατ’ όνομα μόνον κυρία…
ΜΑΡΙ
(αλλάζοντας θέμα)
Ώστε λοιπόν και σεις είστε… λάτρης θα έλεγα, της όπερας:!
ΑΝΤΡΕ
Πράγματι. Η Όπερα είναι ένα από τα σημαντικότερα μουσικά επιτεύγματα του Δυτικού πολιτισμού μας και ταυτόχρονα ένα από τα πιο δημοφιλή μουσικά είδη.
ΜΑΡΙ
Αλήθεια. Και θεωρείτε ότι το λιμπρέτο ή η μουσική είναι το σημαντικότερο στοιχείο μια όπερας;
ΑΝΤΡΕ
Όταν το λιμπρέτο είναι σοβαρό, και όχι κωμικό, είναι εκείνο το στοιχείο το οποίο θα έλεγα μονοπωλεί σχεδόν το ενδιαφέρον μου.
ΜΑΡΙ
Η μουσική όμως είναι τις περισσότερες φορές συνεχής και έχει ως απώτερο στόχο τη δραματοποίηση των δρώμενων στη σκηνή. Και όταν την πετυχαίνει τότε είναι συναρπαστική.
ΑΝΤΡΕ
Σε τέτοιες περιπτώσεις βέβαια, εξυπακούεται ότι ενδιαφέρον  έχει εξίσου και η μουσική.
(παίρνοντας μια συγκαταβατική έκφραση και με απολογητικό τόνο στη φωνή του)
Κυρία μου, θα ήθελα να διακόψω την συζήτησή μας αυτή, την τόσο ευχάριστη και τόσο αγαπητή, μιας και συζητούμε για κάτι υψηλό όπως είναι η μουσική και δη η όπερα. Πρέπει λοιπόν να μάθετε ότι χαίρομαι που δεν είστε η κυρία Ντομιέ, γιατί… γιατί θα σας είχα κοροϊδέψει αν ήσασταν. Και εξηγούμαι. Δεν βρέθηκα σε εκείνη την δεξίωση καθόλου. Ένας φίλος που είχε πάει, μου μίλησε για το περιστατικό που σας είπα-αυτό με το ποτό που έβρεξε το φράκο του συζύγου της κυρίας Ντομιέ, επίσης μου είπε ότι αυτή η κυρία Ντομιέ ήταν πολύ πολύ όμορφη. Και όταν σας είδα, συνδύασα την ομορφιά της κυρίας Ντομιέ, που μου είχε περιγράψει και εξυμνήσει ο φίλος μου, με την δική σας ομορφιά. Γιατί πράγματι μου την περιέγραψε λες και είχε υπ’ όψιν του εσάς! Και είπα να σας πλησιάσω σαν θαυμαστής αυτής της κυρίας Ντομιέ, που ποτέ δεν είχα συναντήσει. Έτσι, μόνον για να λέω ότι μίλησα με μια εξαιρετικά όμορφη κυρία. Και είπα μέσα μου «τι χάνω;» Όμως είδα ότι έχω χάσει ήδη. Τι έχασα; Την αυτοεκτίμησή μου, διότι χρησιμοποίησα την ομορφιά, το θεόσταλτο και ακριβό αυτό δώρο του θεού στον άνθρωπο, για να προσπαθήσω να ικανοποιήσω την επιθυμία μου, να γνωρίσω δηλαδή κι εγώ ο άσημος, μια όμορφη γυναίκα, και, τουλάχιστον να συζητήσω μαζί της.
ΜΑΡΙ
Το γεγονός κύριε Βενσάν ότι νιώσατε την ανάγκη να απολογηθείτε για αυτή την μικρή σας τόλμη, σας καθιστά άξιον μιας ανταμοιβής. Λίγοι είναι οι άνθρωποι που μετανιώνουν για κάτι ανάρμοστο που έκαναν, πριν αφήσουν να καρπωθούν πρώτα από την τόλμη τους αυτή.
Και θα είμαι εγώ εκείνη που θα σας δικαιολογήσω γι αυτή σας την πράξη, αντί να σας μαλώσω γι αυτήν ακριβώς την τόλμη σας.
Εξάλλου αυτό δεν είναι  κάτι αθέμιτο. Ήταν κι αυτός ένας τρόπος για να με πλησιάσετε  χωρίς να χρησιμοποιήσετε εκείνα τα ανόητα φερσίματα των κακομαθημένων και αναιδών, που πλησιάζουν μια γυναίκα και της προτείνουν να πάρουν ένα ποτό μαζί ή να την βοηθήσουν με κάτι που αυτή μεταφέρει.
Και μιλώ έτσι γιατί-μάθετε κύριε Βενσάν, ότι- είμαι πράγματι η κυρία Ντομιέ. Σας είπα ότι δεν είμαι αυτή, επειδή κατάλαβα ότι μου λέτε ψέματα, και έτσι θα μπορούσα να φυλαχτώ από έναν ψεύτη, αν εκεί κατέληγε το πράγμα, ενώ δεν θα είχα να χάσω τίποτε παίζοντας το παιχνίδι που σεις είχατε αρχίσει. Γιατί  αν ήσασταν στην δεξίωση εκείνη θα σας είχα προσέξει. Ένας κύριος με την δική σας αρρενωπή όσο και φροντισμένη εμφάνιση δεν θα περνούσε απαρατήρητος από μένα. Και οι δυό λοιπόν κοροϊδέψαμε ο ένας τον άλλο.
ΑΝΤΡΕ
Ώστε είστε πράγματι η κυρία Ντομιέ!.. Διπλή κοροϊδία από σας, μονή από μένα. Γιατί δεν υπήρξε καμία δεξίωση και κανένας φίλος δεν μου είπε τίποτε για την ομορφιά κάποιας κυρίας και για ένα περιστατικό με την απροσεξία της.
ΜΑΡΊ
(σαν λίγο βαριεστημένη από όλα αυτά και έτοιμη να σηκωθεί)
Τι λέτε, πηγαίνουμε;..
(πριν αφήσει τον Αντρέ να απαντήσει)
Ήταν τόσο ωραία όλα αυτά…
ΑΝΤΡΕ
Μα ναι. Πηγαίνουμε.
(σηκώνεται και υποκλίνεται μπροστά στην Μαρί τείνοντάς της το χέρι του)
ΜΑΡΙ
(σηκώνεται)
Κύριε Βενσάν ποιο είναι το όνομά σας;
ΑΝΤΡΕ
Αντρέ.
ΜΑΡΙ
Μαρί.
ΑΝΤΡΕ
Μαξίμ;
ΜΑΡΙ
Όχι. Εξέλσιορ. Έχει πιο καθαρά δωμάτια. Να πληρώσουμε τα ποτά μόνον…
ΑΝΤΡΕ
Γκαρσόν!
(έρχεται το γκαρσόν βαριεστημένο)
Τι χρωστάμε;
ΓΚΑΡΣΟΝ
Δυόμισι φράγκα.
ΑΝΤΡΕ
(αφήνει τρία φράγκα)
Τα ρέστα δικά σου αγαπητέ μου.
ΓΚΑΡΣΟΝ
Ευχαριστώ.
(στην Μαρί, σιγά, φιλικά)
Τη βόλεψες κι απόψε Μαράκι!
ΜΑΡΙ
(Ρίχνει ένα υποτιμητικό βλέμμα στο γκαρσόν. Στον Αντρέ, συνωμοτικά)
Paysan…
(Φεύγουν αγκαζέ)

ΑΥΛΑΙΑ

Πέμπτη 27 Νοεμβρίου 2025

 ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΑΓΑΠΗ
Τόπος: Αθήνα Χρόνος: 2025 Πρόσωπα: Εκείνος, Εκείνη , Άλλη.
Δωμάτιο ακατάστατο.
Στο δεξιό μέρος η εξώπορτα και δεξιά της δρόμος.
Εκείνος καθισμένος και Εκείνη στα γόνατά του.)

ΕΚΕΙΝΟΣ
Και πότε αγάπη μου χρυσή να μ' αγαπάς θα πάψεις;
EKEΙNH
Στο έχω πει αγαπούλα μου-θες να τ' ακούσεις πάλι;
ΕΚΕΙΝΟΣ
Ναι! Πες το μου αγάπη μου. το λες ωραία τόσο...
ΕΚΕIΝΗ
…Όταν θα πάψει ο ουρανός γεμάτος με ρουκέτες
πύραυλους, αερόπλανα και διαστημόπλοια να 'ναι.
ΕΚΕΙΝΟΣ
Ω! Τι γλυκά τα λόγια σου που είναι αγαπούλα!
Κι τι όμορφα που αντηχούν! Σαν από ηχείο μέσα
της πιο ψηλής πιστότητας να βγαίνουν!
ΕΚΕΙΝΗ
Ω! Καλέ μου!
Δεν το 'λεγα ν' αξιωθώ κάποιος να εγκωμιάσει
τόσο πολύ τα λόγια μου. Και πες μου άγγελέ μου
πόσο υψηλής συχνότητας;
ΕΚΕΙΝΟΣ
Αχ! Όσο δέκα τζι έι.
ΕΚΕΙΝΗ
(παθιασμένη)
Με λιώνεις γλύκα μου χρυσή! Μα ας μη ρωτήσω πάλι
και τέτοια πάλι μου ειπείς γιατί με παραλύεις.
Τουλάχιστον πάλι ποτέ όταν η ώρα φτάνει
να πάμε να ψωνίσουμε. Καλή 'ναι η αγάπη,
αλλά, λατρεία μου καλή, πρέπει να τρώμε κιόλας,
Αλλιώς αντίο κι η ζωή κι ο έρωτας μαζί της.
ΕΚΕΙΝΟΣ
Λίγο ακόμη ας κάτσουμε αγάπη μου και πάμε.
Θέλω απ' τα χειλάκια σου ν' ακούω τα λογάκια
που όπως οι βόμβες αντηχούν στο σπίτι του Καντάφι.
ΕΚΕΙΝΗ
Ορκίσου μου πως ολ’ αυτά που λες αλήθεια είναι.
Πες μου πως δεν ειν' ολ' αυτά συνήθεια και ρουτίνα.
Πες μου πως θα κρατήσουνε για πάντα, όπως κρατάει
τη ραδιενέργεια μακριά ένα μας καταφύγιο.
ΕΚΕΙΝΟΣ
Στ' ορκίζομαι πως ολ' αυτά που βγαίνουν μου απ' το
στόμα
τόσο ειν' αλήθεια όσο πως σε δυο μονάχα χρόνια




ασύρματα τηλέφωνα δω πέρα θα 'χουν όλοι.
ΕΚΕΙΝΗ
Αν είναι τέτοια να μου λες, ας κάτσουμε ακόμα.
Και όχι λίγο μοναχά, μα όσο εσύ θελήσεις.
Μίλα μου όμως. Μίλα μου με τις ωραίες λέξεις
που τόσο ηχούν ωραία στ' αυτιά, που λέω πως εισ' ο
μόνος
που ξέρει όμορφα πολύ κι ωραία να μιλάει.
Λέγε λοιπόν. Λέγε και συ κι αν κι από με να μάθεις
θες κατιτί, μη μια στιγμή διστάσεις-ρώτησέ με.
Αφού αυτό η αγάπη μας ζητάει, αυτό ας γίνει.
ΕΚΕΙΝΟΣ
Τι να σου πω αγάπη μου που ό,τι να πω θελήσω
μ' έχει προλάβει η τεχνική και πάντα μένω πίσω.
Καμιά φορά τον έρωτα που 'χω τονε συγκρίνω
με της μεγάλης χώρας μας τις μέγιστες προόδους'
όμως ευθύς τις βλάστημες τις σκέψεις αποδιώχνω-
όχι, δε γίνεται αυτές καλλίτερές του να 'ναι.
ΕΚΕΙΝΗ
Κι ίδια μ' αυτές να μ' έλεγες πάλι δε θα με γνοιάξει-
μπροστά στο μεγαλείο τους ποιος νους δε θα
θαμάξει;
ΕΚΕΙΝΟΣ
Τα μάτια σου μοιάζουν λαμπρές εικόνες των
κομπιούτερς
έτσι όπως εμφανίζονται σε μια τιβής οθόνη.
ΕΚΕΙΝΗ
Τα δάχτυλά σου μοιάζουνε μέγγενη ατσαλένια
όπως αυτή που άδραξε του φεγγαριού τα βράχια
και ως τη γη μας τα 'φερε.
ΕΚΕΙΝΟΣ
Σα λέιζερ ακτίνα
με καίει η ματιά σου. Με μεθάς σα να 'χω πιει χασίσι.
Τα χείλη σου τα ρόδινα έχουνε ώρες ώρες
εν' άσπρο χρώμα, πελιδνό, σαν των παιδιών το δέρμα
που να πεθαίνουν βλέπουμε από πείνα στις Ινδίες.
Στους ροζ τους γύρους χάνομαι, καθώς χαμένοι νιώθουν
οι εμιγκρέδες που 'ρχονται να ζήσουν εδώ πέρα.
Κι ως για το στόμα σου καλή-ω! τι να πω για κείνο-
σα σκοτεινή γεώτρηση μοιάζει που πλούτη δίνει'
και τόσο είναι πολύτιμο το σάλιο του σαν όϊλ!
ΕΚΕΙΝΗ
Όταν μ' αγγίζεις ελαφρά τρέμω σαν Ναγκασάκι
κι όταν με σφίγγεις πάνω σου χάνομαι από τον
κόσμο.
Η αγκαλιά σου αγάπη μου σαν εφορία με κλείνει.
ΕΚΕΙΝΟΣ
Μωράκι μου θα είμαστε μαζί ώσπου ένα κόμμα
που να μην κλέβει να φανεί.
ΕΚΕΙΝΗ
Λατρεία μου με λυώνεις!
ΕΚΕΙΝΟΣ
Θα χτίσουμε αντιατομικό, υπόγειο καταφύγιο
και μέσα του η αγάπη μας θ' ανθεί σαν μανιτάρι.
ΕΚΕΙΝΗ
Και θα 'χουμ' ένα εξοχικό στη γη επάνω σπίτι
και όταν σίγουροι είμαστε πως πόλεμος δε φτάνει,
θα βγαίνουμε απ' την τρύπα μας ώστε το καυσαέριο
λιγάκι να γευόμαστε που θα μας έχει λείψει.
ΕΚΕΙΝΗ
Όταν μαζί μου είσαι συ δε θέλω καυσαέρια.
ΕΚΕΙΝΗ
Αγάπη μου, τόσο λοιπόν μεγάλη αγάπη μου 'χεις;
ΕΚΕΙΝΟΣ
Κι ακόμα μεγαλύτερη. Κοντά σου θα μπορούσα
να ζήσω έστω ακόμα κι αν μου λείπαν οι ληστείες,
διαφθορά και. η τιβί. Ακόμα και οι φόροι.
ΕΚΕΙΝΗ
Ω! Με σκοτώνεις! Με μεθάς! Τι θα μπορούσα τάχα
να πω κι εγώ ισάξιο με όσα τώρα ακούω...
ΕΚΕΙΝΟΣ
Φτάνει χαρά μου πou ακώ τους χτύπους της καρδιάς
σου
Σαν βόμβα τρομοκρατική καθένας τους μου μοιάζει.
ΕΚΕΙΝΗ
Τόσο λοιπόν ξεπέρασε της ασφαλείας τα όρια
και τόσο είναι παράνομη η αγάπη σου για μένα;
ΕΚΕΙΝΟΣ
Ε! Όχι δα λατρεία μου! Γιατί μη σου ξεφεύγει
πως παντρεμένοι είμαστε για τρεις ημέρες τώρα.
Και πως αφότου μέρες δυο πιο πριν σ' έχω γνωρίσει
δεν έλειψε ο έρωτας καθόλου από τους δυο μας.
ΕΚΕΙΝΗ
Ω! Πώς να περιγράψω εγώ το κάθε αγκάλιασμά μας...
Σα δύο να συγκρούονταν του Έκτου Στόλου πλοία.
Ή δύο αερόπλανα να πέφτουν το 'να στ' άλλο.
Ή σαν να πέφτει στον γκρεμό αμάξι πou o σωφέρ
του
ήπιε πολύ και μέθυσε κι ακόμα τ' οδηγάει.
ΕΚΕΙΝΟΣ
Είσαι σαν γκόβερνο για με που όλα μου τα ξέρει.
Και σαν κομπιούτερ που όλα μου κατέχει τα
στοιχεία.
Και δεν μπορώ να σου κρυφτώ-και μια πετρούλα
ακόμα
πα' στο φεγγάρι να 'μουνα, μ' εκατοστού ακρίβεια
στον πύραυλό σου εύκολο θα 'ταν να με χτυπήσει.
ΕΚΕΙΝΗ
Ω! Πόσο διάφορο εγώ το πράγμα αυτό το βλέπω!
Αλλά και πόσο δείχνει αυτό το πόσο σ' αγαπάω
και πόσο συ με αγαπάς, αφού τόσο καθένας
κοντά στον άλλο βρίσκεται χωρίς να το γνωρίζει!
Γιατί εγώ αιστάνομαι σα διαστημόπλοιο να 'μαι
που μέρες τρεις κίνησε πριν και που όλο ταξιδεύει
μες στ' αχανές το άπειρο. Και το άπειρο εσύ 'σαι.
Και κάθε τόσο συναντώ και σου γνωρίζω κάτι-
και δε μου φτάνει μια ζωή καλέ να σε γνωρίσω.
ΕΚΕΙΝΟΣ
Ω Πόθοι μου που βράζετε σαν άζωτο υγρό
και που θα βράζατε έστω κι αν ,κορμί θα 'χα σκεβρό!
Σιγήστε λίγο. Κάνετε πως λίγο δεν ακούτε
το τι το στοματάκι αυτό το ίδιο με κρατήρα
που υδρογόνου βόμβα ανοι', τόσα για μένα λέει.
ΕΚΕΙΝΗ
Ηλεκτροφόρα αγάπη μου καλώδια τα μαλλιά σου
όπως αυτά που κουβαλούν του ηλεκτρισμού το
δώρο
για τις βιομηχανίες μας. Κι ειν' το δικό μου χέρι
το υπουργείο Ενέργειας που όλα συντονίζει.
ΕΚΕΙΝΟΣ
Δε θα ξεχάσω αγάπη μου ποτέ αυτό που είπες.
EKEΙNH
Δε στο είπα εγώ καλέ μου.
Τόσο έχουμ' ένα γίνει
που εσύ 'σαι που μιλάει
με το στόμα το δικό μου.
Αν μου φύγεις κάποια μέρα
τη στιγμή την ίδια εκείνη
θα πεθάνώ δίχως άλλο.
ΕΚΕΙΝΟΣ
Μη για χωρισμό καλή μου
αναφέρεις για τους δυο μας'
δε χωρίζουμε ποτέ μας-
Όπως η ντροπή για πάντα
έχει από τον κόσμο λείψει,
όπως η Ελλάδα αιώνια
θα 'ναι πάτος στην Ευρώπη,
όπως αιωνίως θα παίζουν
οι τιβί γελοία έργα,
όπως πάντοτε οι κυρίες
ντροπαλές και φοβισμένες
θα κρυβόνται απ τον εαυτό τους
κι όχι στους κυρίους θα λένε
και θα τρέμουν μη τις δούνε
να μιλούνε μ' έναν άντρα
και στο σπίτι τους θα κλειούνται
σαν 'κατόχρονες γριούλες,
όπως οι έλληνες για πάντα
κλέφτες θα 'ναι και αγύρτες,
όπως θα 'ναι η Γαλλία
σωβινίστρια και κούφη,
κι όπως άφραγκοι για πάντα
οι ποιητές στη γη μας θα 'ναι,
έτσι πάντα και για μένα
μια γυναίκα θα υπάρχει:
Συ καλή μου! Και αιώνια
θα 'μαι δίπλα σου-κοντά σου.
ΕΚΕΙΝΗ
'Οπως πάντοτε οι πλούσιοι τους φτωχούς θα βασανίζουν,
όπως πάντοτε το αίμα αδικοχυμένο θα 'ναι,
όπως πάντα η καλοσύνη για βλακεία θα μετράει,
όπως πάντα,άσχετοι κάποιοι, ποιητές θα λεν πως είναι
και μαζί τους θα γελάνε παρδαλά και μη κατσίκια'
όπως πάντοτε οι κυρίες
θ' αγνοούνε πως η ζήση
μια φορά μονάχα είναι
και ποτέ δε θα ξανάρθει
και από σεμνοτυφία
κι από φόβο των τριγύρω
των κυρίων θ' αγνοούνε
την ασίγαστη λαχτάρα
και στον Άδη θα τους στέλνουν
πριν ακόμα αυτοί πεθάνουν,
κι ως αυτές τάχα αγνοούνε
τη φωτιά που ’χουν ανάψει
που και κείνους και τις ίδιες
μες στις φλόγες της θα κάψει'
όπως πάντα οι αηδίες
θα ποζάρουν για σοφίες'
όπως πάντα το γαϊδούρι
Θα ’χει υπομονή και πείσμα
κι όπως το Βορρά για πάντα
η βελόνα θα μας δείχνει,
έτσι πάντοτε καλέ μου
θα 'μαι δίπλα σου-κοντά σου.
ΚΑΙ_ΟΙ ΔΥΌ
Ω! Τι σπάνια ευτυχία μας τους δύο που ενώνει!
Ω! Πώς θα 'μαστε οι δυο μας αιωνίως ερωτευμένοι!
ΕΚΕΙΝΟΣ
Μ’ αγάπη μου ας συνέλθουμε για λίγο απ’ την αγάπη
κι ας πάμε να ψωνίσουμε. Όσο πεζό κι αν είναι
ειν' όμως απαραίτητο. Ετούτο το στομάχι
για να μας κάνει το κορμί γερό σαν το δικό μου
κι όπως εσένα όμορφο, να ταϊστεί γυρεύει.

EKEΙNH
Ω! Ναι! Ας πάμε αγάπη μου! Kι όταν θα ξαναρθούμε
μ' άλλα φιλιά και αγκαλιές-με νιες χαρές μεθούμε.
(Σηκώνονται και πηγαίνουν προς την πόρτα. Στέκουν μπροστά της και φιλιούναί)
ΕΚΕΙΝΟΣ
Πήρες αγάπη μου λεφτά;
ΕΚΕΙΝΗ
Δεν πήρα-όχι, καλέ μου,
σήμερα ειν' η μέρα σου-ξέχασες;-να πληρώσεις.
ΕΚΕΙΝΟΣ
Πλήρωσα χτες αγάπη μου-αυτό δεν το θυμάσαι;
ΕΚΕΙΝΗ
Ναι, το θυμάμαι αγάπη μου, αλλά θυμάμαι ακόμα
ότι εγώ επλήρωσα δύο φορές συνέχεια-
μία προχτές, κι αντιπροχτές η δεύτερη-θυμάσαι;
τo πορτοφόλι σου εδώ το είχες ξεχασμένο.
(τα χέρια τους χωρίζονται)
ΕΚΕΙΝΟΣ
Μα τα λεφτά που έδωσες αμέσως στα 'χα δώσει
στο σπίτι όταν γυρίσαμε.
EKEΙNH
Όχι αγάπη μου, όχι.
Ήταν η τράπεζα κλειστή και δεν είχες παρμένα.
ΕΚΕΙΝΟΣ
Θυμάμαι πως στα έδωσα. Είχα στο σπίτι λίγα.
ΕΚΕΙΝΗ
Δεν τα ’δωσες!
ΕΚΕΙΝΟΣ
Στα έδωσα!
EKEΙNH
Δεν τα 'δωσες σου λέω!
ΕΚΕΙΝΟΣ
Θυμάμαι ακόμα το ποσό- εξήμισυ ευρώ ήταν.
ΕΚΕΙΝΗ
Ναι, αλλά δε μου τα 'δωσες.
ΕΚΕΙΝΟΣ
Στα 'δωσα και το ξέρεις.
EKEINH
Ώστε λοιπόν λέω ψέματα;
ΕΚΕΙΝΟΣ
Έτσι μου μοιάζει εμένα.
ΕΚΕΙΝΗ
Ψεύτη να πεις τα μούτρα σου.
ΕΚΕΙΝΟΣ
Εγώ δεν είμαι ψεύτης.
EKEINH
Δεν είσαι ψεύτης μοναχά, παρά και κλέφτης είσαι,
ΕΚΕΙΝΟΣ
Ώστε έτσι;
EKEΙNH
Και χειρότερα. Δώσε μου τα λεφτά μου!
ΕΚΕΙΝΟΣ
Σου τα 'δωσα, Παράτα με.
ΕΚΕίΝΗ
(Τον πιάνει από το γιακά και τον τραντάζει)
Αλήτη τα λεφτά μου!
ΕΚΕΊΝΟΣ
Άσε με βρώμικο τσουλί γιατί θα το πληρώσεις.
ΕΚΕΙΝΗ
Δος τα λεφτά μου.
ΕΚΕΙΝΟΣ
Άσε με.
ΕΚΕΙΝΗ
Δος τα λεφτά μου λέω.
ΕΚΕΙΝΟΣ (τη χτυπάει)
Παλιοβρωμιάρα!
ΕΚΕΙΝΗ
Τι έκανες; Συ χτύπησες εμένα;
(ορμάει πάνω του. Αλληλοχτυπιούνται. Τέλος χωρίζουν)
ΕΚΕΙΝΟΣ
Πουτάνα φύγε από δω γιατί θα σε σκοτώσω...
ΕΚΕΙΝΗ
Δε φεύγω από το σπίτι μου. Να φύγεις συ αλήτη.
ΕΚΕΙΝΟΣ
(παίρνει δυο τρία πράγματα και πηγαίνει προς την πόρτα)
Φεύγω. Και αύριο πρωί πάω στο δικηγόρο.
EKEINH
Χίλιες φορές κι ακόμα μια. Χάσου από δω βρωμιάρη.
ΕΚΕΙΝΟΣ
Είσαι το ασχημότερο του κόσμου όλου πλάσμα.
ΕΚΕΙΝΗ
(Τoυ πετάει ένα βάζο)
Θα σου τα πάρω τα λεφτά που μου χρωστάς.
ΕΚΕΙΝΟΣ
Γαμήσου.
ΕΚΕΙΝΗ
(ορμάει επάνω του) Θα σε σκοτώσω. Σε μισώ.
ΕΚΕΙΝΟΣ
Περσότερο από μένα;
(βγαίνει και κλείνει την πόρτα δυνατά πίσω του)
ΕΚΕΙΝΗ
Να πας στο διάολο κάθαρμα.
(εκείνος στέκεται απέξω από την πόρτα για ν' ανάψει ένα τσιγάρο, ενώ εκείνη παίρνει έναν αριθμό στο τηλέφωνο)
Εμπρός!..Γεια σου μωρό μου... Δεν ξέρεις πόσο μου 'λειψες…
Ελεύθερος απόψε;
(έξω περνάει η ΆΛΛΗ στο δρόμο.)
ΕΚΕΙΝΟΣ
Ωραία μέρα σήμερα!
ΑΛΛΗ
Ωραίες οι μέρες όλες.
ΕΚΕΙΝΟΣ
Για μένα κάτι αλλιώτικο. Έρχομαι από τα βόρεια.
(προχωρούν μαζί βγαίνοντας από τη σκηνή)
ΑΛΛΗ Δουλειές;
ΕΚΕΙΝΟΣ
Δε θα 'λεγα δουλειές. Μα έχω εδώ ένα θείο
ττου μου 'γραψε πως...

(Τα λόγια δεν ακούγονται πια)

ΑΥΛΑΙΑ

Τετάρτη 26 Νοεμβρίου 2025

" Ο ΠΡΩΗΝ ΜΟΥ"
(μονόπρακτο)

ΠΡΟΣΩΠΑ:
ΑΝΕΣΤΗΣ
ΘΑΝΑΣΗΣ (φίλος του)
ΜΑΡΙΝΑ (κοριτσάκι εννέα χρονών)
ΑΝΘΗ (σύντροφος του Θανάση)
ΒΙΒΗ (σύζυγος του Ανέστη)
ΦΩΝΕΣ γυναικών και αντρών

ΣΚΗΝΗ ΠΡΩΤΗ
Το σπίτι του Ανέστη.
Δωμάτιο με πόρτα που οδηγεί στο χολ και άλλη που οδηγεί στο υπόλοιπο σπίτι.
Ο Ανέστης τρώει στο τραπέζι. Χτύποι στην πόρτα.
Σηκώνεται και ανοίγει. Μπαίνει ο Θανάσης.
ΑΝΕΣΤΗΣ
Καλώς τον. Έλα να φάμε. Κολατσίζω.
ΘΑΝΑΣΗΣ
Έχω φάει. Καλή σου όρεξη.
(κάθεται σε μια καρέκλα)
ΑΝΕΣΤΗΣ
Σχεδόν τελείωσα κι εγώ.  Τι να φάω… Φαί κι αυτό… και άμα τρως μόνος σου δεν έχεις και μεγάλη όρεξη…
(Βάζει την καρέκλα του απέναντι από του Θανάση)
ΘΑΝΑΣΗΣ
Δεν γύρισε ακόμα η Βιβή;
ΑΝΕΣΤΗΣ
Μπα! Όταν πηγαίνει στη μητέρα της ξεχνιέται…
(Με ενδιαφέρον)
Τι έγινε;
ΘΑΝΑΣΗΣ
Τι να γίνει…
ΑΝΕΣΤΗΣ
Της μίλησες;
ΘΑΝΑΣΗΣ
Ναι.
ΑΝΕΣΤΗΣ
Λοιπόν;
ΘΑΝΑΣΗΣ
Τα ίδια.
ΑΝΕΣΤΗΣ
Δηλαδή;..
ΘΑΝΑΣΗΣ
Τι δηλαδή; Τίποτα. Δεν είναι ευχαριστημένη από τη ζωή της λέει.
(Σιωπή)
ΑΝΕΣΤΗΣ
Τη ρώτησες γιατί; Τι είπε;
ΘΑΝΑΣΗΣ
Δε με θέλει άλλο λέει. Δεν έχω λεφτά λέει, δεν της αγοράζω μηχανάκι που θέλει λέει, τελειώσαμε λέει.
ΑΝΕΣΤΗΣ
Και έτσι πετάει ενός χρόνου σχέση-«τελειώσαμε»;
ΘΑΝΑΣΗΣ
Δεν μου το είπε, αλλά έμαθα ότι γνώρισε κάποιον άλλον, που έχει ένα μαγαζί που πουλάει ρούχα.
ΑΝΕΣΤΗΣ
Ώστε ζήτημα χρημάτων;…
ΘΑΝΑΣΗΣ
Δεν ξέρω ρε Ανέστη. Δεν ξέρω τι να πω. Έχει και μια καινούργια φιλενάδα που ήρθε εδώ κι ένα μήνα στην πολυκατοικία. Μήπως κι αυτή της βάζει  ιδέες… Της είπα μήπως θέλει να ζήσει κοντά στη μητέρα της να μετακομίσουμε, ούτε αυτό δεν της άρεσε. Τη μια μου λέει ότι δεν την ενδιαφέρει το χρήμα, την άλλη ότι θέλει να ζήσει τη ζωή της. Και μαζί μου δεν ζεις; της λέω. Δεν πηγαίνουμε σε ταβερνάκια; Δεν σε έχω πάει στην Θεσσαλονίκη; Δεν σου αγοράζω όποιο άρωμα μου ζητάς; Τι άλλο θέλεις, πες το μου και θα το κάνω. Θα δουλέψω διπλή βάρδια και θα το κάνω-ότι  και να μου ζητήσεις.
ΑΝΕΣΤΗΣ
Και τι λέει;
ΘΑΝΑΣΗΣ
Ώσπου να γίνουν όλα αυτά η ζωή της θα έχει φύγει, τέτοια. Άλλα λέγαμε όμως ρε Ανέστη τότε, όταν γνωριστήκαμε. Η αγάπη μας ήτανε μεγάλη και σταθερή για δέκα ολόκληρους μήνες.
Ξέρεις πόσο ταιριαστοί ήμασταν. Μαζί σας βρεθήκαμε πολλές φορές και έβλεπες και συ ότι όλα ήτανε καλά ανάμεσά μας. Και όταν βγαίναμε οι τέσσεροί μας, έδειξε ποτέ να μην της αρέσει κάτι;
Σου λέω Ανέστη, δεν χωρίζαμε παρά μόνον όταν πήγαινα στη δουλειά.
ΑΝΕΣΤΗΣ
Θυμάμαι πόσο αλήθεια ήσασταν ταιριαστοί. Όταν της αγόρασες εκείνο το δαχτυλίδι ήταν πραγματικά ευτυχισμένη…
ΘΑΝΑΣΗΣ
Και την αγαπώ ρε Ανέστη. Όταν κάναμε όρκους αγάπης εγώ τους εννοούσα ρε Ανέστη. Αυτή ήταν και είναι η ζωή μου και η ευτυχία μου. Κι ήταν κι αυτή ευτυχισμένη. Το έδειχνε με όλους τους τρόπους. Και τώρα…
ΑΝΕΣΤΗΣ
Κι εγώ έβλεπα ότι κι αυτή σε αγαπάει. Το έδειχνε ακόμα και όταν ήμασταν οι τρεις μας-εγώ με την Βιβή κι εκείνη. Μα πες μου, είναι τόσο ρηχή που να πετάει μια αγάπη για τι-για λίγα λεφτά πάρα πάνω όπως μου λες;
ΘΑΝΑΣΗΣ
Δεν ξέρω τι να πω κι εγώ ρε Ανέστη. Τι έχει μέσα στο μυαλό της πού να ξέρω…
ΑΝΕΣΤΗΣ
…Σου έχει κάνει λόγο για γάμο; Μήπως αυτό θέλει;
ΘΑΝΑΣΗΣ
Δεν έχει δείξει κάτι τέτοιο. Ούτε μου έχει πει κάτι σχετικά, που να δείχνει ότι το θέλει. Και όταν εγώ της μίλησα για γάμο μια φορά, δεν ενθουσιάστηκε. Αν θα το ήθελε, την άλλη Κυριακή θα πηγαίναμε στην εκκλησία … Μια τέτοια σχέση ποιος δεν θα ήθελε να κρατήσει μια ολόκληρη ζωή… Δεν μπορώ να ζήσω χωρίς αυτήν ρε Ανέστη…  Στο λέω.  Από τότε που την γνώρισα, μόνον κοντά της υπάρχω. Τις άλλες ώρες λες ότι δεν ζω…
ΑΝΕΣΤΗΣ
..Πού είναι τώρα; Στο σπίτι;
ΘΑΝΑΣΗΣ
Εκεί την άφησα. Δεν ξέρω τι να κάνω μαζί της. Κάποιες φορές μου έρχονται τρελές ιδέες στο μυαλό. Την αγαπώ ρε Ανέστη! Το καταλαβαίνεις;
ΑΝΕΣΤΗΣ
Το ξέρω-δεν το ξέρω;
(Χτύποι στην πόρτα)
ΘΑΝΑΣΗΣ
(Ανοίγει. Πίσω της στέκει η Μαρίνα)
ΜΑΡΙΝΑ
Γεια σας.
(στον Ανέστη)
Πάω στην αγορά κύριε Ανέστη-θέλετε τίποτα από κει;
ΑΝΕΣΤΗΣ
Όχι κοριτσάκι μου, σήμερα έχω απ’ όλα, ευχαριστώ.
ΜΑΡΙΝΑ
(κοιτάζοντας προς τον Θανάση)
Για τον κύριο Θανάση δε ρωτάω, η κυρία Ανθή δεν λείπει… Γεια σας…
(φεύγει τρέχοντας)
ΑΝΕΣΤΗΣ
Τρελοκόριτσο αλλά πάντα εξυπηρετικό το Μαρινάκι.. Καλλίτερη κι από ορντινάντσα στο στρατό…
ΘΑΝΑΣΗΣ
(επαναφέροντας τον Ανέστη στην προηγούμενη συζήτησή τους)
Μίλησέ της κι εσύ ρε Ανέστη. Καλά έχω καταλάβει ότι έχει βάλει στο μάτι άλλον, ή κάτι άλλο είναι που θέλει να τα χαλάσουμε; Εσύ τα ξέρεις όλα τα δικά μας.
ΑΝΕΣΤΗΣ
Θα της μιλήσω.
ΘΑΝΑΣΗΣ
Τώρα. Σήμερα. Πάρτην στο τηλέφωνο, στο σπίτι την άφησα. Πες της να έρθει, βρες μια πρόφαση, ότι θέλεις παρέα ξέρω γω, και ρε Ανέστη, να είμαι στο διπλανό δωμάτιο εγώ, να ακούσω τι θα σου πει;
ΑΝΕΣΤΗΣ
Δεν είναι σωστό...
ΘΑΝΑΣΗΣ
Γιατί; Να ακούσω τι θα πει κι αν θα πει τα ίδια και σε σένα. Εδώ παίζεται η ζωή μου Ανέστη…
ΑΝΕΣΤΗΣ
Εξάλλου αν το καταλάβει θα χαλάσει τελείως η δουλειά και δεν θα εμπιστεύεται πια ούτε εμένα.
ΘΑΝΑΣΗΣ
Πού θα το καταλάβει; Αν καταλάβω πως υποψιάστηκε τίποτα, θα βγω γρήγορα από την πίσω πόρτα και ούτε γάτα ούτε ζημιά.
ΑΝΕΣΤΗΣ
Καλά. Κάτσε να την πάρω.
(σχηματίζει έναν αριθμό στο τηλέφωνο)
Γεια σου Ανθή. Τι κάνεις;
ΑΝΘΗ
(φωνή της στο τηλέφωνο)
Γεια σου Ανέστη. Καλά είμαι, εσύ;
ΑΝΕΣΤΗΣ
Τα ίδια όπως τα ξέρεις.
ΑΝΘΗ
Η Βιβή εκεί είναι;
ΑΝΕΣΤΗΣ
Όχι, έχει πάει στη μάνα της και όταν πηγαίνει εκεί ξεχνάει να γυρίσει.
(βλέποντας συνωμοτικά τον Θανάση)
Ο Θανάσης εκεί είναι;
ΑΝΘΗ
Όχι. Βγήκε.
ΑΝΕΣΤΗΣ
Δεν έρχεσαι από δω να πιούμε ένα καφεδάκι; Έχω μοναξιές. Ή  έχεις να κάνεις κάτι;
ΑΝΘΗ
Να κατεβάσω το φαϊ από τη φωτιά και θα πεταχτώ. Έχω κάτι δουλίτσες σήμερα αλλά θα τις αφήσω για αργότερα ή για αύριο. Έρχομαι.
ΑΝΕΣΤΗΣ
Άσε ένα σημείωμα στον Θανάση πού είσαι, ώστε αν το δει να έρθει εδώ κι αυτός.
ΑΝΘΗ.
Εντάξει.
(Ο Ανέστης αφήνει το ακουστικό. Στον Θανάση)
Έρχεται λέει.
ΘΑΝΑΣΗΣ
Ωραία. Κι εγώ θα είμαι δίπλα. Να μάθω ρε Ανέστη, τι κεντρί την τσίμπησε....
ΑΝΕΣΤΗΣ
Μήπως όλα αυτά είναι της φαντασίας σου Θανάση; Μάλλον θα έλεγα, μήπως υπερβάλλεις κάπως; Στο κάτω κάτω είσαστε μαζί ένα χρόνο τώρα, αλλάζουν οι άνθρωποι με τον καιρό… Βέβαια κι εγώ έχω δει μιαν αλλαγή στη μεταξύ σας συμπεριφορά τελευταία…
ΘΑΝΑΣΗΣ
Τι φαντασίες Ανέστη…Ο καθένας θα έβλεπε τη διαφορά στα λόγια της και περισσότερο στην συμπεριφορά της.
ΑΝΕΣΤΗΣ
Καμιά φορά, οι άνθρωποι είναι  φυσιολογικό να αλλάζουν κάπως τρόπους αντίδρασης στις ίδιες καταστάσεις που αντιμετωπίζουν,..
ΘΑΝΑΣΗΣ
Δεν φτάνουν όμως στο σημείο να παύουν να ενδιαφέρονται για τον σύντροφό τους, να του συμπεριφέρονται άπρεπα, να κάνουν σαν να έχουν φορέσει μια μάσκα πάνω από το μέχρι τώρα πρόσωπό τους… Μακάρι να κάνω λάθος φίλε μου.  Μακάρι. Θα το ήθελα πολύ αυτό…
(Χτύποι στην πόρτα)
ΑΝΕΣΤΗΣ
Αυτή θα είναι…
(Ο Θανάσης βγαίνει στο διπλανό δωμάτιο. Ο Ανέστης ανοίγει την εξώπορτα και μπαίνει η Ανθή.)
ΑΝΘΗ
Γεια σου Ανέστη.
ΑΝΕΣΤΗΣ
Καλώς τηνε. .
(αστειευόμενος)
Το κατέβασες το φαγητό-εντάξει;
ΑΝΘΗ
Ναι, όλα καλά. Η Βιβή πάλι στη μαμά της;
ΑΝΕΣΤΗΣ
Πάλι και πάλι…
Κάθισε Ανθούλα.
(Η Ανθή και ο ΣΑνέστης κάθονται,)
…Την χάνω κάθε τόσο. Ας πηγαίνει. Μόνον να μην αργεί να γυρίσει. Γιατί καμιά φορά έρχεται αργά το βράδυ.
ΑΝΘΗ
Η Βιβή έχει τη μαμά της κοντά της.  Καλό είναι αυτό, σπάζει λίγο την καθημερινή ρουτίνα.
ΑΝΕΣΤΗΣ
(Δήθεν θιγμένος)
Ώστε ρουτίνα είναι η συντροφιά μου για την γυναίκα μου;..
ΑΝΘΗ
Έλα τώρα! Δεν ήθελα να πω αυτό. Κι εγώ αν είχα κοντά μου τη μητέρα μου θα πήγαινα κάθε μέρα να την βλέπω…Όλο τα ίδια και τα ίδια κάθε μέρα, χρειάζεται κανείς και μια αλλαγή. Και ο Θανάσης καλός είναι, όμως ρουτίνα θα έλεγα και την δική μας  παρέα με ίδια τη μια μέρα με την άλλη.
ΑΝΕΣΤΗΣ
Τώρα που το λες, τελευταία βλέπω ότι έχετε μια τάση να μαλώνετε για ασήμαντα πράγματα. Όπως ας πούμε προχτές που εσύ ήθελες να φύγετε από την ταβέρνα ενώ ο Θανάσης ήθελε να μείνετε λίγο ακόμη.
ΑΝΘΗ
Αυτό ήταν άλλο. Δεν ήταν για το αν θα μέναμε λίγο πάρα πάνω ή όχι, αλλά τίνος η γνώμη θα γινόταν. Γιατί δηλαδή έπρεπε εγώ να συμφωνήσω με τη γνώμη του Θανάση και όχι αυτός με την δική μου…
Μήπως επειδή αυτός δουλεύει; Κι εγώ μπορώ να δουλέψω. Και τις προάλλες δεν με άφησε να πάω στο Τυπογραφείο που είχα βρει θέση.
ΑΝΕΣΤΗΣ
Από ό,τι ξέρω δεν έχει αντίρρηση ο Θανάσης να δουλέψεις. Όμως για το Τυπογραφείο, έτυχε να ξέρει ότι το αφεντικό εκεί ρίχνεται σε κάθε θηλυκό που εργάζεται στην εταιρεία του. Γι αυτό είχε αντιρρήσεις.
ΑΝΘΗ
Όμως η δουλειά είναι και μια διέξοδος από τη ρουτίνα του σπιτιού. Στο κάτω κάτω ούτε παντρεμένοι είμαστε, ώστε να μην μου επιτρέπει να έχω κι εγώ τις δικές μου φιλίες. Και αυτός πριν γνωρίσει εμένα είχε δυο φιλενάδες αλλάξει. Και αν φοβάται ότι θέλω να γνωρίσω κάποιον άλλον άντρα, γιατί όχι; Την αποκλειστικότητα σ’ αυτό την έχουν οι άντρες; Ούτε παντρεμένοι είμαστε αλλά και ούτε σκοπεύουμε να παντρευτούμε. Όταν του τα λέω αυτά ούτε να τ’ ακούσει δεν θέλει. Δε λέω, καλά περνάμε, όμως η ζωή έχει τις δικές της ανάγκες και επιταγές; Η ζωή Ανέστη προχωρεί. Δεν είναι όπως στα χωριά μας παλιότερα, που τα ζευγάρια ζούσαν μια ζωή υποχρεωτικά κολλημένοι ο ένας στον άλλο. Η ζωή φεύγει Ανέστη!
ΑΝΕΣΤΗΣ
Οι γυναίκες έχουν πολλά χρόνια που  αγωνίζονται για να πετύχουν την ισότητά τους με τους άντρες. Δεν είναι αυτό τωρινή κατάσταση. Όμως πάντοτε βρίσκεται ένα κοινό σημείο αποδεκτό και από τους δύο-άντρα και γυναίκα- ώστε να προκύπτει μία ανεκτή συμβίωση μεταξύ τους.
ΑΝΘΗ
Δεν είμαι ειδική στο φεμινιστικό κίνημα, όμως ξέρω ότι σήμερα η γυναίκα έχει τα ίδια δικαιώματα με τον άντρα. Ούτε είμαστε ρομπότ να κάνουμε τα ίδια και τα ίδια για μια ολόκληρη ζωή, Και βέβαια ούτε με το ίδιο πρόσωπο. Το θέμα δηλαδή αφήνεται στον καθένα να αποφασίζει.
 ΑΝΕΣΤΗΣ
Και την αγάπη Ανθή πού την βάζεις;
ΑΝΘΗ
Αγάπη όσο υπάρχει-ναι. Διάβασα κάπου ότι μόνο οι άστατοι γνωρίζουν τις χαρές της αγάπης. Οι σταθεροί γεύονται την τραγωδία της. Αυτό λέει  ακριβώς εκείνο που υποστηρίζω κι εγώ. Κι εγώ θέλω να γευτώ τη χαρά της αγάπης. Ο κόσμος μας μεγάλωσε . Χωράει όλα τα ωραία νέα μέσα του. Χτες ήμουν με μια φίλη. Δυο βδομάδες είναι που την γνώρισα-δεν την ξέρεις. Και μιλάει συχνά για τον πρώην της. Πρώην! Μια μικρή παράξενη λεξούλα. Πρώην! Ωραίο δεν ακούγεται; «Ο πρώην μου»! Ωραίο δεν ηχεί; Πρώην! Που σημαίνει το όχι τώρα. Και που υπονοεί ότι υπάρχει κάτι καινούργιο- το νυν. Μέσα στις δύο αυτές λεξούλες πρώην και νυν  κρύβεται όλη η ευτυχία που μπορεί να νιώσει μια γυναίκα. Όταν ο νυν γίνεται πρώην-τι απόλαυση! Κάτι νέο! Κάτι άγνωρο, που ποιος ξέρει τι καινούργιο κουβαλάει μέσα του… Πρώην… Πόσα δεν κρύβουν αλλά και πόσα δεν υπόσχονται αυτά τα πέντε γραμματάκια…
ΑΝΕΣΤΗΣ
Μα εσείς-εσύ και ο Θανάσης, από ό,τι ξέρω είστε πολύ αγαπημένοι-τουλάχιστον έτσι δείχνετε σε όποιον σας γνωρίζει.
ΑΝΘΗ
Είμαστε αγαπημένοι, ναι. Όχι όμως δούλοι και υποτακτικοί ο ένας στον άλλο. Βρισκόμαστε στον εικοστό πρώτο αιώνα Ανέστη! Εξερευνούμε το σύμπαν και δεν επιτρέπεται να εξερευνήσουμε τα τριγύρω μας; Ξέρω, η Βιβή δεν έχει τέτοιες ιδέες. Ταιριάξατε. Είστε μαζί τέσσερα χρόνια και δεν αποκλείεται να ζήσετε μαζί και άλλα πενήντα ακόμα. Μα εμένα άλλα με καλούν. Αγαπώ τον Θανάση. Μα όχι όσο για να θυσιάσω την ευτυχία μου και όλη τη ζωή μου γι αυτόν. Και δεν σου το κρύβω, τον τελευταίο καιρό γνώρισα κάποιον…
ΑΝΕΣΤΗΣ
Προοδευμένες ιδέες πράγματι. Αν όμως Ανθή ο άλλος ή η άλλη του ζευγαριού έχει άλλην άποψη για την αγάπη και για τη ζωή-αν η λέξη «πρώην» κάποιους τους πληγώνει βαθιά;
ΑΝΘΗ
Ας λύσουν το πρόβλημά τους. Έχουν την ελευθερία να ψάξουν καθένας για καινούργιο ταίρι αν το επιθυμεί.
ΑΝΕΣΤΗΣ
Είναι σκληρό για μερικούς να γίνονται πρώην ξέρεις.
ΑΝΘΗ
Τότε τι; Να υπομένει λοιπόν ο άλλος ….
(χτυπάει το κουδούνι της εξώπορτας)
ΑΝΕΣΤΗΣ
Ποιος να είναι; Συγνώμη…
(σηκώνεται και βγαίνει στο χολ. Ακούγεται το άνοιγμα της πόρτας και αμέσως ύστερα η έκπληκτη φωνή του Ανέστη)
Εσύ αγάπη μου; Πώς έτσι νωρίς;
ΒΙΒΗ
(η φωνή της)
Εγώ! Θα σου τα πω… Εσύ όλα καλά;
ΑΝΕΣΤΗΣ
Καλά. Έλα. Είναι μέσα και η Ανθή.
(Μπαίνουν ο Ανέστης και η Βιβή)
ΒΙΒΗ
(Χαρούμενα έκπληκτη)
Ανθούλα!
ΑΝΘΗ
(σηκώνεται)
Βιβή μου!..
(αγκαλιές και φιλιά. Από το μέσα δωμάτιο ακούγεται δυνατά το κλείσιμο πόρτας)
ΒΙΒΗ
(τρομαγμένη, κοιτάζοντας τον Ανέστη)
Τι  έγινε;..
(Ο Ανέστης βγαίνει στο πίσω δωμάτιο και αμέσως ξαναγυρίζει)
ΑΝΕΣΤΗΣ
Ο αέρας ήτανε…
ΒΙΒΗ
Και σου το είπα πολλές φορές-θέλει φτιάξιμο ο σύρτης…
ΑΝΕΣΤΗΣ
Έχεις δίκιο αγάπη μου. Αύριο το πρωί κιόλας θα τον φτιάξω. Μα πες μου, γιατί  γύρισες τόσο γρήγορα;
ΒΙΒΗ
Θα σου τα πω, τα γνωστά της μάνας μου… όχι τώρα όμως…
(Στην Ανθή που έχει μείνει όρθια)
Πώς από δω Ανθούλα μου; Κάθισε. Συμβαίνει τίποτα με τον Θανάση;
ΑΝΕΣΤΗΣ
Εγώ της τηλεφώνησα να μου κάνει παρέα. Πού να ήξερα ότι θα ερχόσουν τόσο γρήγορα.
ΑΝΘΗ
Να μην καθίσω καλλίτερα Βιβή μου. Ήρθα γιατί ξέρω πως δεν μπορεί χωρίς παρέα ο άντρας σου ούτε για μισή ώρα. Καλά που ήρθες όμως για να φύγω.. Σήμερα πληρώνω τους λογαριασμούς του σπιτιού-να μην αλλάξω το πρόγραμμά μου αφού πια δεν υπάρχει λόγος. Θα τα πούμε εμείς οι δύο το απογευματάκι, όταν ο Ανέστης πάει στη δουλειά. Θα με πάρεις-ναι;
ΒΙΒΗ
Θέλει και ρώτημα;. Έχουμε τρεις μέρες να ιδωθούμε-έχουμε να πούμε πολλά. Τι να σου πω, αφού έχεις δουλειά…
ΑΝΘΗ
Δουλειές… Λοιπόν γεια σας! Γεια σου Βιβή μου. Γεια σου Ανέστη.
(βγαίνει)
ΑΝΕΣΤΗΣ
Για πες τι έγινε; Σε βαρέθηκε η μάνα σου ή βρήκε άλλη παρέα;
ΒΙΒΗ
Τίποτα απ’ αυτά. Μόνο ο φυσιοθεραπευτής της τής τηλεφώνησε ότι αντί το μεσημέρι θα τον εξυπηρετούσε αν πήγαινε το απόγευμα. Και για να μην του χαλάσει το χατίρι η μητέρα μου του είπε ναι.  Γι αυτό την άφησα-να μην καθίσω εκεί όλο το μεσημέρι και εσύ είσαι μόνος σου. Θα πάω αύριο το απόγευμα πάλι μια βόλτα.  
(απ’ έξω ακούγονται δύο πυροβολισμοί)
ΒΙΒΗ
(τρομαγμένη)
Θεέ μου! Τι ήταν αυτό;
ΑΝΕΣΤΗΣ
(ανήσυχος)
Δεν ξέρω… Έμοιαζε με πυροβολισμούς. Και ήτανε κοντά μας…
(απ’ έξω ακούγονται φωνές τρομαγμένες και βιαστικές)
ΦΩΝΗ ΑΝΤΡΑ ΑΠΕΞΩ
Τη σκότωσε! Πιάστε τον…
ΦΩΝΗ ΓΥΝΑΙΚΑΣ ΑΠΕΞΩ
Την αστυνομία! Την αστυνομία!
ΑΝΕΣΤΗΣ
(θορυβημένος)
Θα πάω να δω…
ΒΙΒΗ
Στάσου! Τι να δεις; Μην ανακατεύεσαι. Κάτσε να δω από το παράθυρο…
(ανοίγει το παράθυρο και βλέπει έξω. Δυνατά)
Μαρίνα! Πού τρέχεις; Τι έγινε;
ΜΑΡΙΝΑ
(η φωνή της)
Την σκότωσε…
ΒΙΒΗ
Ποιος; Τι…
ΜΑΡΙΝΑ
(η φωνή της)
Ένας άντρας λέει σκότωσε μία γυναίκα. Πάω να δω…
(τρέχει)
ΒΙΒΗ
(Κλείνει το παράθυρο)
Τα άκουσες; Ένας άντρας σκότωσε μία γυναίκα.
(κίνηση αγανάκτησης)
Πάλι!...
ΑΝΕΣΤΗΣ
Στάσου, επειδή το είπε η Μαρίνα, θα πει ότι είναι αλήθεια; Πώς το έμαθε κιόλας… Θα βγω έξω να δω…
(σηκώνεται)
ΜΑΡΙΝΑ
(Η φωνή της απέξω)
Κυρία Βιβή! Κυρία Βιβή!
ΒΙΒΗ
(Πηγαίνει στο το παράθυρο και κοιτάζει έξω. Ερωτηματικά)
Ναιαιαι….
Την κυρία Ανθή σκοτώσανε!
ΑΝΕΣΤΗΣ
(αφήνεται να πέσει σε μια καρέκλα αποσβολωμένος)
Θεέ μου!
ΒΙΒΗ
Την Ανθή! Όχι! Δεν είναι  δυνατό… Μα γιατί;… Ποιος;.. Θεέ μου…
(κλείνει το παράθυρο.)
Άλλη μια γυναικοκτονία!
(στον Ανέστη, απορημένη)
Μα τι σας έχει πιάσει τελευταία εσάς τους άντρες;..

ΑΥΛΑΙΑ

 ΤΟ ΜΙΚΡΟ ΘΕΑΤΡΟ

ΝΕΟΙ ΚΑΙΡΟΙ

Τόπος: Παρίσι, Γαλλία.
Χρόνος: Σήμερα.
Πρόσωπα:
ΠΙΕΡ
ΠΩΛ φίλος του Πιερ
ΛΙΖ γυναίκα του Πιερ
ΖΑΝ, ΜΠΕΡΝΑΡ, ΑΝΤΟΛΦ, παιδιά τους


Δωμάτιο στο σπίτι του Πιερ. Απομεσήμερο.
Καθιστοί στον καναπέ ο Πιερ  και ο φίλος του ο Πωλ συζητάνε.
ΠΙΕΡ
…Και ήθελες να πας να κοιμηθείς σε ξενοδοχείο! Βρεθήκαμε μετά τόσα χρόνια στην πόλη μου και θα σε άφηνα να πας σε ξενοδοχείο;
ΠΩΛ
Για να μην σε βάλω σε φασαρία.
ΠΙΕΡ
Φασαρία! Χαρά στο πράγμα.
(δυνατά)
Λιζ!
(μπαίνε η Λιζ)
ΛΙΖ
Ναι αγάπη μου.
ΠΙΕΡ
Να στρώσεις στο σαλόνι για τον Πωλ.
ΛΙΖ
Αυτό θα έκανα. Θα αφήναμε τον κύριο Πωλ να κοιμηθεί στον καναπέ;
(Χαμόγελο)
Αλίμονο…
(βγαίνει)
ΠΙΕΡ
Για θυμήσου βρε Πωλ τα χρόνια μας στα γραφεία της εταιρίας! Τι καιροί κι αυτοί… Ξενύχτια, γλεντάκια, σουλάτσα… Και θυμάσαι τον στριμμένο μας τον διευθυντή;
ΠΩΛ
Τη Μαρί τη θυμάσαι; Πόσο μας έκανε να γελάμε!
ΠΙΕΡ
Θα θυμηθούμε πολλά τώρα που σμίξαμε. Παντρεύτηκες μετά από μένα-έτσι δεν είναι;
ΠΩΛ
Ναι. Πέντε χρόνια μετά από σένα. Είχα μπλέξει με την πολιτική βλέπεις και δεν είχα το νου μου σε παντρειές.
ΠΙΕΡ
Πόσα παιδιά έχεις;
ΠΩΛ
Δύο.
ΠΙΕΡ
Εγώ τρία. Αγόρια και τα τρία.
ΠΩΛ
Θα είναι ολόκληροι άντρες τώρα.
ΠΙΕΡ
Ο πρώτος είναι είκοσι έξη. Οι άλλοι είκοσι δύο και είκοσι ένα. Ο Ζαν πρέπει να είναι ακόμα εδώ.
(δυνατά, προς το μέρος της κουζίνας)
Λιζ! Ο Ζαν ξύπνησε;
ΛΙΖ
(η φωνή της)
Ναι. Τρώει. Θα βγει σε λίγο.
ΠΙΕΡ
Θα τον δεις. Τον προλάβαμε. Οι άλλοι είναι έξω.
ΠΩΛ
Είναι παντρεμένα τα παιδιά;
ΠΙΕΡ
Ο μεσαίος, ο Μπερνάρ, ναι. Οι άλλοι ψάχνουν ακόμα.
ΠΩΛ
Από ότι καταλαβαίνω έχεις φτιάξει μια καλή οικογένεια. Πρέπει να είσαι ευτυχισμένος.
ΠΙΕΡ
Ευτυχισμένος και κάτι πάρα πάνω. Δόξα νάχει ο Θεός.
ΠΩΛ
Ο Ζαν δεν δουλεύει σήμερα;
ΠΙΕΡ
Πώς δεν δουλεύει! Αλλά η δουλειά του είναι νυχτερινή. Είναι ντίλερ.
ΠΩΛ
Ντίλερ… τι εννοείς; Τι πουλάει;
ΠΙΕΡ
Ντίλερ. Ντίλερ ναρκωτικών. Και σπρώχνει και πουλάει ναρκωτικά.
ΠΩΛ
(ερωτηματικά, σαν να μη θέλει να το πιστέψει)
Ντίλερ ναρκωτικών!;
ΠΙΕΡ
Ναι, δεν άκουσες;  Α ! Κατάλαβα. Εσύ έχεις μείνει στα δικά μας, στα της δικής μας εποχής φαίνεται. Γι αυτό παραξενεύεσαι.
ΠΩΛ
Ομολογώ πως δεν το περίμενα. Δεν ξέρω… δεν με κοροϊδεύεις, έτσι;
ΠΙΕΡ
Μα τόσο παράξενο σου μοιάζει;  Εσύ έχεις μείνει στην εποχή που οι γονείς διάλεγαν το επάγγελμα των παιδιών τους. Πάνε αυτά Πωλ! Πού ζεις; Τώρα τα παιδιά διαλέγουν μόνα τους τι θέλουν να κάνουν με τη ζωή τους.
(μπαίνει ο Ζαν)
ΖΑΝ
…μέρα! Ρε γέρο χτες άφησα στο ντουλάπι ένα δεματάκι με κασέρι και ένα με μπουμπάρι. Δεν το βρίσκω.
ΠΙΕΡ
(σκύβει κάτω από τον καναπέ και βγάζει ένα κουτάκι που το δίνει στον Ζαν)
Νάτο παιδί μου.
(του δίνει το κουτί)
Το έβαλα εδώ μην το μπερδέψει η μητέρα σου με τα δικά της πράγματα.
(στον Ζαν, δείχνοντάς του τον  Πωλ)
Ο κύριος είναι παλιός μου συνάδελφος.
ΖΑΝ
(στον Πωλ)
Χάρηκα. Γεια.
(βγαίνει)
ΠΩΛ
Ώστε αλήθεια είναι ντίλερ! Καλά, εσύ… δεν προσπάθησες να τον αποτρέψεις;
ΠΙΕΡ
Να τον αποτρέψω; Τι λες τώρα Πωλ; Πού ζεις; Δεν βλέπεις τηλεόραση; Ραδιόφωνο δεν ακούς; Δεν διαβάζεις εφημερίδες; Δεν έχεις κομπιούτερ; Όλα αυτά υμνούν την μεγάλη επανάσταση: Αφήστε ελεύθερα τα παιδιά! λένε κάθε στιγμή με χίλιες φωνές. Μη μου πεις ότι δεν έχεις κομπιούτερ ή τηλεόραση. Μα και να μην έχεις δεν βλέπεις γύρω σου την μεγάλη  αλλαγή που έχει γίνει στη ζωή των ανθρώπων σήμερα; Τόπο στη νέα γενιά, βροντοφωνάζουν όλοι οι αρχηγοί όλων των κρατών του πλανήτη μας. Ψυχολόγοι, κοινωνικοί λειτουργοί, παιδαγωγοί, και κάθε κρατικός φορέας δεν διατυμπανίζουν κάθε μέρα σε όλους τους τόνους το καινούργιο σύνθημα «ΤΟΠΟ ΣΤΑ ΝΙΑΤΑ»; Δεν ακούς τι λένε όλοι αυτοί;
ΠΩΛ
Τι λένε;
ΠΙΕΡ
«Τι λένε»! Μα ότι το παιδί αποφασίζει πια μόνο του για τον εαυτό του.
ΠΩΛ
Δεν λέω, μα…
ΠΙΕΡ
Και όχι για τα μεγάλα παιδιά μόνον. Μιλάνε και για τα μικρά ακόμα παιδάκια. Από εκεί αρχίζει η ελευθερία του ανθρώπου. Πρόσεξε όταν πηγαίνεις να παραγγείλεις κάτι σε ένα ταχυφαγείο ας πούμε. Πρόσεξε τι λέει η μαμά στο παιδάκι της που έχει φέρει μαζί της όταν έρθει η σειρά του να παραγγείλει κι αυτό. Το  ρωτάει πώς θέλει τις πατατούλες του, τι δεν θέλει  να έχει μέσα η σάλτσα που θα του σερβίρουν, από τι μέρος του κοτόπουλου, του μοσχαριού ή του χοίρου θέλει να είναι  ο κιμάς του, τι χρώμα θέλει να έχει το ποτήρι του, αν θέλει να είναι πλαστικό ή γυάλινο, τι ζωγραφίτσα θέλει να έχει επάνω-του Γκούφη; του Υπεράνθρωπου;
Και κανένας από όσους περιμένουν στην ουρά δεν δυσανασχετεί. Γιατί ξέρει ο καθένας ότι δεν πρέπει να δημιουργηθούν τραύματα στην ψυχούλα του παιδιού. Και για τον ίδιο λόγο κανένας δεν μαλώνει τα παιδιά του. Τραύματα ψυχικά θα δημιουργούνταν στο παιδάκι και μόνον αν το μαλώσει κάποιος έντονα. Θα έχεις υπ’ όψιν σου για τον τετραψήφιο αριθμό τηλεφώνου τον οποίο μπορούν να καλούν τα παιδάκια αν κάποιος τους κακομιλήσει ή –θεός φυλάξοι- τα χτυπήσει… Και αφού αυτά γίνονται για το μάλωμα ενός μικρού νήπιου, σκέψου, θα μπορούσε να επιτρέπεται να επέμβει κάποιος στην επιλογή επαγγέλματος του παιδιού όταν έρθει η ώρα αυτό να εργαστεί; Κάτι δηλαδή που αφορά την ίδια του τη ζωή;
Πωλ, δεν έχει έρθει φίλε μου αυτή η αλλαγή στην κωμόπολη όπου ζεις; Αποκλείεται. Τα δικά σου παιδιά εσύ τα συμβούλεψες τι επάγγελμα να διαλέξουν;
ΠΩΛ
Τους είπα τη γνώμη μου, τους εξήγησα…
ΠΙΕΡ
(διακόπτοντάς τον)
Κακώς. Φίλε μου, τα παιδιά πρέπει όπως κάνουν για όλα τα άλλα, να αποφασίζουν τα ίδια και για το ποια απόφαση θα πάρουν σε σχέση με το επάγγελμά τους.
ΠΩΛ
Μα Πιέρ, τα παιδιά δεν ζουν μέσα σε μια γυάλα. Ζουν μέσα στην κοινωνία, έρχονται σε επαφή με άλλα παιδιά και με άλλους ανθρώπους γενικότερα. Ποτέ λοιπόν δεν αποφασίζουν μόνα τους όπως λες για οτιδήποτε. Πάντοτε οι αποφάσεις τους εξαρτώνται από τον περίγυρό τους: τις νεανικές παρέες, τους μεγαλύτερους που συναντούν σε κάθε βήμα της πολυάνθρωπης κοινωνίας μας, των μελών των διαφόρου σύστασης Συλλόγων, καλλιτεχνικών η αθλητικών Ομάδων… Αλλά και από  τις συζητήσεις που κάνουν με γείτονες, φίλους, συνεργάτες, δασκάλους… Μέσα σε όλους αυτούς δεν υπάρχει θέση και για τον πατέρα ή τη μητέρα για να πει τη γνώμη του κι αυτός;

ΠΙΕΡ
(συγκαταβατικά)
Πωλ Πωλ… μια κουβέντα από τον πατέρα ή την μητέρα θα μπορούσε να εκληφθεί  σαν διαταγή από τα παιδιά. Γι αυτό και  δεν επιτρέπεται. Πωλ, αφουγκράσου φίλε μου τον παλμό της ανθρωπότητας ως προς την στροφή της όσον αφορά στην διαπαιδαγώγηση. Η ολότητα είναι που μετράει. Όχι ένας ένας άνθρωπος χωριστά. Η ανθρωπότητα συλλογικά προχωράει ή μένει πίσω, ανάλογα με την ικανότητα που έχει να πείσει τον κάθε άνθρωπο για τις καινούργιες κάθε φορά απόψεις της. Και έχει φτάσει πια η ώρα του παιδιού Πωλ.
ΠΩΛ
Μπορεί να μπει φυλακή γι αυτό που κάνει ο Ζαν, Πιερ.
ΠΙΕΡ
Έχει μπει δύο φορές. Και τι μ’ αυτό; Μπήκε, βγήκε. Μα είναι ευτυχισμένος  Πωλ, γιατί είναι ο νέος άνθρωπος. Κι εγώ μαζί του γιατί συμβάλλω στην εδραίωση της καινούργιας Τάξης πάνω στον πλανήτη μας. Της Τάξης που τα δίνει όλα για την διαφύλαξη υγιούς της νεολαίας μας-του μέλλοντός μας. Δεν θα βρεις μέσα στην ψυχή τού Ζαν κανένα κόμπλεξ, κανένα ψυχικό τραύμα. Είναι η βάση για το μέλλον η γενιά του. Μια ελεύθερη κοινωνία επιτέλους δημιουργείται Πωλ!
Αλλά δεν είναι ώρα να πιούμε ένα καφεδάκι; Τι λες; Η συζήτηση που ανοίξαμε με έκανε να ξεχάσω να σου το προτείνω. Μετά το φαγητό το συνηθίζω. Εσύ;
ΠΩΛ
Δε θάλεγα όχι. Ένα καφεδάκι πάντα είναι ευπρόσδεκτο.
ΠΙΕΡ
(δυνατά)
Λιζ αγάπη μου!
ΛΙΖ
Έρχομαι!
(μπαίνει η Λιζ)
ΠΙΕΡ
Αγάπη μου κάνε μας ένα καφεδάκι σε παρακαλώ και έλα κάτσε κοντά μας να πιεις και συ μαζί μας. Δεν σε είδα σήμερα σχεδόν καθόλου. Άσε την κουζίνα για λίγο. Οι δουλειές δεν τελειώνουν όσο τις κυνηγάς.
ΛΙΖ
Έχω τελειώσει τις δουλειές αγάπη μου. Και το καφεδάκι σας είναι έτοιμο σχεδόν.
(γελώντας)  
Δεν περίμενα να μου το ζητήσεις…
(βγαίνει)
ΠΙΕΡ
Έχω μια καλή γυναίκα όπως βλέπεις Πωλ. Αλλά κι εγώ την αγαπώ και την φροντίζω.
ΠΩΛ
Πράγματι, το βλέπω.
(σιωπή)
Έχεις δει καθόλου από τότε τον Ανρί;
ΠΙΕΡ
Τον Ανρί… τον τρακαδόρο λες;
ΠΩΛ
Α! Μπράβο! Αυτόν.
ΠΙΕΡ
Συναντηθήκμε τυχαία σε μια θεατρική παράσταση. Πάνε δυο χρόνια περίπου. Καλά είναι. Ασχολείται με εμπόριο ζωοτροφών.
ΠΩΛ
Έκοψε τη συνήθεια της τράκας άραγε;
ΠΙΕΡ
Δεν μου δόθηκε η ευκαιρία να το διαπιστώσω, χωρατατζής όμως δεν έπαψε να είναι.
(μπαίνει η Λιζ με τα καφεδάκια)
ΛΙΖ
Θέλω κι εγώ ένα διάλειμμα. Αλλά δεν θα κάτσω πολύ, θα έχετε να θυμηθείτε τόσα δικά σας…
(σερβίρει τους καφέδες)
Σας θυμάται συχνά ο Πιέρ κύριε Πωλ. Μου λέει πόσο φίλοι ήσαστε και πόσο ωραία περνούσατε.
ΠΩΛ
Πράγματι. Και αν και πέρασαν τόσα χρόνια ούτε εγώ έπαψα να θυμάμαι τον καλό μου φίλο Πιερ Κορντονέ, τον σύζυγό σας…
ΛΙΖ
Από πού είναι η σύζυγός σας κύριε Πωλ;
ΠΩΛ
Από το Μπορντό.
ΛΙΖ
Ωραίο μέρος!
(χτυπάει το τηλέφωνο. Το σηκώνει ο Πιερ. Όσο αυτός μιλάει στο τηλέφωνο η Λιζ θορυβημένη από όσα ακούει έχει σηκωθεί και  έχει πλησιάσει τον Πιερ προσπαθώντας να ακούσει κι αυτή όσα λέγονται)
ΠΙΕΡ
(στο τηλέφωνο)
Παρακαλώ… Ναι, εγώ είμαι…  Τι; Ναι… γιος μου είναι… Πού;… (ανήσυχος και τρομαγμένος) Χτύπησε σκυλί είπατε;…Ο γιος μου;… Ναι… στο πόδι; Το σκυλί πώς είναι;.. Και το μάτι του…Θεέ μου! Και το δεξί του πόδι;.. Το εμπρός ή το πίσω; Πού το έχετε τώρα;;.. Σε ποιο νοσοκομείο;.. Ναι… Ευχαριστώ. Μου δίνετε το τηλέφωνο του νοσοκομείου παρακαλώ;
(νόημα στην Λιζ να του φέρει μολύβι και χαρτί. Η Λίζ του τα φέρνει)
Ναι, πέστε μου παρακαλώ… Ναι, Σεντ Αντρέ είκοσι τρία πέντε πέντε είκοσι οχτώ. Ευχαριστώ. Για ότι χρειαστείτε μπορείτε να με πάρετε πάλι.
(κλείνει το τηλέφωνο)
ΛΙΖ
(ανήσυχη)
Τι έγινε; Τι έγινε;
ΠΩΛ
Τι συμβαίνει Πιερ;
ΠΙΕΡ
(συντετριμμένος)
Ο Αντόλφ χτύπησε ένα σκυλί!..
ΛΙΖ
(με αγωνία)
Θεέ μου! Πού; Πολύ; Είναι καλά τώρα; Κινδυνεύει η ζωή του;..
ΠΙΕΡ
Ευτυχώς όχι. Το δεξί του μάτι έχει μαυρίσει και κουτσαίνει από το δεξί του πίσω ποδαράκι.  
ΛΙΖ
Γιατί; Τι έγινε; Πώς έγινε;
ΠΙΕΡ
Του επιτέθηκε λέει το σκυλί και τον δάγκωσε στα πόδια. Το πήρανε  λέει και το πήγανε στην κλινική να το εξετάσουν. Περπατούσε κουτσαίνοντας από το δεξί του πίσω ποδαράκι, αλλά φαίνεται να μην έχει πάθει μεγάλη ζημιά μου είπε ο αστυνομικός. Ελπίζω να μην είναι κάτι σοβαρό. Θα δούμε. Θα πάρω σε λίγο να ρωτήσω.
ΛΙΖ
Ο θεός να το βοηθήσει το καημένο…
ΠΩΛ
Αν θέλετε να πάτε να δείτε τον Αντόλφ… μην δεσμεύεστε από μένα. Αν είναι έρχομαι και εγώ μαζί σας…
ΠΙΕΡ
(παραξενεμένος)
Να δούμε τον Άντολφ; Μα τι λες τώρα; ..
(στην Λιζ)
Το πήγαν αμέσως στην Κλινική μου είπε ο αστυνομικός. Θα το περιποιηθούν, θα το περιποιηθούνε. Με ανησυχεί που το χτύπησε και στο μάτι. Ο θεός να βοηθήσει να μην έπαθε τίποτα το ματάκι του...
ΛΙΖ
(απελπισμένη)
Ο Άντολφ χτύπησε σκυλί!... Θεέ μου…
ΠΙΕΡ
(μουδιασμένα)
Ναι… το κλότσησε λέει…καταλαβαίνεις…μάλλον χωρίς να το θέλει αγάπη μου…Ησύχασε… Ας δούμε πρώτα… Θα τον ανακρίνουν μου είπε ο αστυνομικός και θα μάθουν τι ακριβώς έγινε. Ας ελπίσουμε ότι δεν έφτασε σε τέτοια κατάντια ο γιος μας… δεν τον έχουμε αναθρέψει έτσι…
ΛΙΖ
(σχεδόν κλαίγοντας)
Φοβάμαι μήπως κάτι έκανε στο σκυλί και το θύμωσε…
(πέφτει κλαίγοντας στην αγκαλιά του Πιερ)
Μπορεί και να το κλώτσησε…
ΠΙΕΡ
(στην Λιζ)
Μην βάζεις το χειρότερο με το νου σου αγάπη μου.
ΛΙΖ
Είναι απότομος καμιά φορά…
ΠΩΛ
(κοιτάζοντας και τους δύο.)
Σας ενδιαφέρει δηλαδή περισσότερο το σκυλί και όχι  ο γιος  σας!;
ΠΙΕΡ
(έντονα)
Δεν σε καταλαβαίνω Πωλ. Να μην με ενδιαφέρει το σκυλί; Ο πιστός φίλος του ανθρώπου; Και γιατί; Επειδή υπακούει στο ένστικτό του; Σκυλί είναι, δεν έχει  τη λογική του ανθρώπου για να εκτιμήσει καταστάσεις και να φερθεί αναλόγως.
(στον εαυτό του)
Καλά λέει η Λιζ… Κάτι θα του έκανε αυτός για να το αναγκάσει να του επιτεθεί…
(στον Πωλ)
Πάει ο καιρός που βασάνιζαν τα σκυλιά οι  άνθρωποι Πωλ. Ούτε αυτό δεν έχεις παρακολουθήσει πώς εξελίχτηκε; Νόμοι και  διατάγματα έχουν βγει για την προστασία των σκυλιών. Τα καημένα μου τα σκυλάκια! Μέχρι πριν λίγο ήμασταν αγριάνθρωποι. Το θυμάμαι με φρίκη. Δεν τα υπολογίζαμε. Επιτέλους όμως, μπήκαμε και εμείς τον σωστό δρόμο. Μάλιστα. Θα γίνουμε άνθρωποι κάποια μέρα, να είσαι σίγουρος φίλε μου.
(στην Λιζ)
Έλα, ηρέμησε αγάπη μου.
ΛΙΖ
Πάρε τηλέφωνο και ρώτα στην κλινική-είναι καλά;
ΠΙΕΡ
Θα πάρω αγάπη μου, θα πάρω. Όμως ας τους δώσουμε λίγο χρόνο να το εξετάσουν πρώτα… Ακτινογραφίες, εξετάσεις αίματος, ψυχολογική κατάσταση… θέλουν κάποιον χρόνο αυτά!
ΛΙΖ
Το καημένο…
(χτύποι στην πόρτα. Ο Πιερ ανοίγει. Στο άνοιγμα εμφανίζεται ο Μπερνάρ. Έχει το δεξί του πόδι στον γύψο, το κεφάλι του και το δεξί του μάτι καλυμμένο με επίδεσμο. Περπατάει με δεκανίκια. Η Λιζ και ο Πιερ βοηθάνε τον Μπερνάρ να καθίσει)
ΛΙΖ
Πάλι παιδί μου;
ΜΠΕΡΝΑΡ
Πάλι μητέρα.
ΠΙΕΡ
Δεν πιστεύω να άπλωσες το χέρι σου και συ!
ΜΠΕΡΝΑΡ
(επιτιμητικά, προσβλημένος)
Πατέρα!.. Για ποιον με πέρασες;
ΛΙΖ
Δόξα σοι ο θεός.
ΠΙΕΡ
Συγνώμη παιδί μου. Είπα μήπως επάνω στη φασαρία…Με συγχωρείς. Και γιατί αυτή τη φορά παιδί μου;
ΜΠΕΡΝΑΡ
Της είπα ότι το φαγητό είχε πολύ αλάτι.
ΛΙΖ
(στον Μπερνάρ)
Κι εσύ! Γυρεύοντας πήγαινες. Ήταν ανάγκη να το πεις παιδί μου;
ΠΙΕΡ
(στον Πωλ που κοιτάζει αμίλητος και αμήχανος ως τώρα, δείχνοντάς του τον Μπερνάρ)
Ξεχάστηκα Πωλ..Ο άλλος μου γιος-ο Μπερνάρ. Ο παντρεμένος που σου είπα.
ΠΩΛ
Χαίρω πολύ.
(στον Μπερνάρ)
Ο φίλος μου ο κύριος Πωλ.
ΜΠΕΡΝΑΡ
(στον Πωλ)
Χάρηκα.
ΠΙΕΡ
(στον Μπερνάρ χαριτολογώντας και χαϊδεύοντάς του το πηγούνι)
Μα κι αυτό το παιδάκι δεν κάθεται ήσυχο.
ΜΠΕΡΝΑΡ
Ωχ! Μη πατέρα. Πονάει.
ΠΙΕΡ
Συγνώμη.
ΜΠΕΡΝΑΡ
Μου ξέφυγε πατέρα και της το είπα. Όμως ήτανε πράγματι πολύ αλμυρό.
ΛΙΖ
Και λοιπόν; Έπρεπε να την προσβάλεις; Έλα τώρα, μην στενοχωριέσαι. Σε ένα μήνα θα περπατάς πάλι καλά. Και μετά από αυτή τη φορά θα βάλεις μυαλό ελπίζω.
ΠΩΛ
(που μέχρι τώρα παρακολουθεί απορημένος, στον Πιερ)
Η γυναίκα του τού τα έκανε αυτά;
ΠΙΕΡ
Ναι.
ΠΩΛ
Επειδή της είπε ότι το φαγητό είχε πολύ αλάτι;
ΠΙΕΡ
Ναι. Δεν άκουσες;
ΠΩΛ
Και ο Μπερνάρ έκατσε να τον δείρει η γυναίκα του;
ΠΙΕΡ
(στον Πωλ)
Τι εννοείς; Τι να έκανε;
(χαμογελαστός, στον Μπερνάρ)
Και να τα αποτελέσματα!
ΠΩΛ
Με συγχωρείτε, όμως δεν αντιστάθηκε; Δεν την εμπόδισε;
ΜΠΕΡΝΑΡ
(ενοχλημένος)
Τι εννοείτε κύριε;
ΠΩΛ
Αυτό που είπα. Να την εμπόδιζες. Να της έπιανες τα χέρια. Να αμυνόσουν... Στην ανάγκη να την χτυπουσες κι εσύ…
ΜΠΕΡΝΑΡ
(στον Πωλ, σαν άνθρωπος που δεν πιστεύει ό,τι ακούει)
Τι λέτε κύριε; Να χτυπήσω γυναίκα;
(στον Πιερ, δείχνοντας με τα μάτια του τον Πωλ, περιφρονητικά)
Τέτοιους φίλους έχεις πατέρα; Να τους χαίρεσαι.
ΠΙΕΡ
(στον Πωλ)
Να χτυπήσει γυναίκα; Το σκέφτηκες αυτό που είπες Πωλ;  
(τονίζοντας τα λόγια του)
Να χτυ-πή-σει γυ-ναί-κα;
(στον Μπερνάρ, λοξοκοιτάζοντας τον Πωλ)
Ο φίλος μου έχει μείνει στα παλιά παιδί μου.  Και μάλιστα για πολλά πράγματα.
(σιγά)
Θα σου πω αργότερα…
(ξαφνικά αλλάζοντας θέμα)
Αλήθεια δεν σου είπα. Τον Άντολφ τον δάγκωσε ένα σκυλί...
ΜΠΕΡΝΑΡ
(ανήσυχος ξαφνικά)
Δεν πιστεύω να το χτύπησε ο Αντόλφ…
(Πιερ και Λιζ σκύβουν το κεφάλι)
Όχι!.. Το χτύπησε κι αυτός;
ΠΙΕΡ
Δυστυχώς παιδί μου το χτύπησε…Το έχουν πάει όμως ήδη στην κλινική.
ΜΠΕΡΝΑΡ
Είναι σοβαρά;..
ΠΙΕΡ
Ο αστυνομικός μου είπε ότι κουτσαίνει από το πίσω δεξί του ποδαράκι…
ΜΠΕΡΝΑΡ
(εξουθενωμένος)
Ω! Θεέ μου!
ΠΙΕΡ
Και κάτι έχει πάθει το ματάκι του… δεν ξέρουμε ακόμα…
ΜΠΕΡΝΑΡ
Δεν μπορώ να το πιστέψω-ο Αντόλφ…
ΠΩΛ
(σηκώνεται)
Πιερ μόλις θυμήθηκα ότι έχω κλείσει ένα σοβαρό ραντεβού και πρέπει να φύγω.
ΠΙΕΡ
Α! Κρίμα! Με αυτά και μ’ αυτά που μας βρήκανε δεν προλάβαμε να τα πούμε… Στο καλό φίλε μου. Και να μη χαθούμε.
ΠΩΛ
Όχι βέβαια.
(υποκλίνεται στην Λιζ)
Κυρία Λιζ...
(στον Μπερνάρ)
Γεια σου Μπερνάρ, χάρηκα για τη γνωριμία.
(στον Πιερ)
Γεια σου φίλε μου.
ΠΙΕΡ
Γεια σου Πωλ.
ΛΙΖ
Στο καλό κύριε Πωλ.
(Ο Πωλ βγαίνει)
ΠΙΕΡ
(κλείνει την πόρτα)
Αγροίκος ήτανε, αγροίκος έμεινε αυτός ο άνθρωπος!

ΑΥΛΑΙΑ