Κυριακή 13 Μαΐου 2018

Τ’ άσκεφτα

Βγαίνοντας για τον βραδινό περίπατο ξαφνιάστηκα.
Τι ’ναι αυτό το υγρό
που πέφτει σε σταγόνες γρήγορες
συμμετρικές
τόσο κοντά τη μία με την άλλη
και δεν αφήνει άβρεχο τίποτα;
Που ο θόρυβος που κάνει
χτυπώντας στα γερτά τα κεραμίδια,
στις ψυχές,
στα κόκκαλα, στο χώμα,
μοιάζει με μούρμουρο λυπητερό-
μοιάζει σαν θρήνος τ’ ουρανού
σαν αστρομοιρολόγι;..

Βέβαια δε θα βγει ο ήλιος πια ποτέ-
αυτό το ατέλειωτο υγρό τον έχει σβήσει.
Κι όπως νυχτώνει και δε βλέπω ούτε φεγγάρι
λέω θα το ’σβησε κι αυτό.
Τι να ’ναι το υγρό αυτό που εσκαρφάλωσε κει πάνω
και ποιος υπομονή τόσο μεγάλη έχει
σε τόσες στάλες να το ξεχωρίζει;

Ο εγγονός μου όταν τον ρώτησα
μου ’πε αμέσως: "Βροχή παππού-βρέχει."
Α! Τ’ ασυλλόγιστα-
τ’ άσκεφτα νιάτα!...